Το ποτήρι που δεν ξεχειλίζει ποτέ

Η απαγόρευση κυκλοφορίας τα σαββατοκύριακα από τις έξι το απόγευμα, στην Αττική και σε άλλες «κόκκινες» περιοχές, ίσως είναι το πρώτο μέτρο της αντί - κόβιντ εποχής που συνάντησε τόση αρνητική κριτική και απαξιωτικά σχόλια.

Το ποτήρι που δεν ξεχειλίζει ποτέ
ΠΡΟΒΟΛΗ

Μιλάμε πάντα για τους απλούς ανθρώπους και τους απλούς χρήστες των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, δεν μιλάμε για το ξεχωριστό, αυτόνομο, παράλληλο σύμπαν των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης και των δημοσιογράφων που βγάζουν το ψωμί τους σε αυτά. Και μιλάμε για αρνητική κριτική και απαξιωτικά σχόλια, που δεν κινούνται πλέον μόνο στο επίπεδο του πόσο δυσβάσταχτη είναι αυτή η επιπλέον απαγόρευση, αυτή η επιπλέον σταγόνα στο ήδη γεμάτο ποτήρι, αλλά και για ευθεία αμφισβήτηση της ίδιας της λογικής του μέτρου, ευθεία αντιπαράθεσή του με την κοινή λογική.

Με άλλα λόγια, ο κόσμος πια αρχίζει και περνάει από το στάδιο του «πολύ επώδυνα αλλά δυστυχώς αναγκαία μέτρα», σε ένα στάδιο που τα αντιμετωπίζει ως «πολύ επώδυνα μέτρα και κάτι δεν βγάζει πια καθόλου νόημα, εκτός κι αν τελικά το νόημα είναι να μάθουμε να ζούμε όσο πιο υπάκουα γίνεται».

Το ερώτημα όμως που προκύπτει είναι το εξής: πώς γίνεται και ενώ το ποτήρι είναι ήδη γεμάτο, οι σταγόνες που εξακολουθούν να πέφτουν μέσα του δεν είναι ικανές να το ξεχειλίσουν;

Δηλαδή πώς γίνεται να αναγνωρίζει η πλειονότητα πλέον του κόσμου ένα μέτρο ως άθλιο και παραταύτα να συμμορφώνεται καθολικά σε αυτό, εξαντλώντας την αντίδρασή της σε οργισμένες ή χλευαστικές αναρτήσεις και memes;

Η απάντηση είναι μάλλον μονολεκτική: κόστος.
Αν δεν συμμορφωθείς στην απαγόρευση κυκλοφορίας από τις έξι τα σαββατοκύριακα και από τις εννέα τις καθημερινές, θα χρειαστεί να πληρώσεις το κόστος της απόφασής σου. Και το κόστος μπορεί να έχει διάφορες μορφές. Όχι μόνο την μορφή της αναδοχής του ρίσκου να σε πιάσουν και να σου ρίξουν τριακόσια ευρώ στο κεφάλι. Αλλά ενδεχομένως και με την μορφή της ματαιοπονίας: τι νόημα έχει να αντιδράσω εγώ στο μέτρο, αν δεν αντιδρά κανείς άλλος - ή αν αντιδράσουμε περισσότεροι, πάλι μπούμερανγκ δεν θα γυρίσει αυτό και πάλι ακόμη πιο νομιμοποιημένη και πιο ισχυρή δεν θα βρεθεί η εξουσία και ο επίσημος λόγος για την αναγκαιότητα των απαγορεύσεων; Ή ακόμη και με την μορφή του να βρεθείς ξαφνικά σε ένα άλλο στρατόπεδο, σε ένα στρατόπεδο μη κοβιντικής ορθότητας αλλά -αν υποθέσουμε ότι είσαι κι αριστερός- σε ένα στρατόπεδο μη αριστερής ορθότητας, σε ένα στρατόπεδο παρέα με ψεκασμένους, αρνητές του ιού, ακροδεξιούς. Κόστη είναι όλα αυτά: και οι μπελάδες με το νόμο και τα πρόστιμα - και το αίσθημα της ματαιότητας - και το να βγεις από το μαντρί του «είμαστε παράταξη του ορθού λόγου και εκείνο που λέμε από το πρωί ως το βράδυ ως αντιπολίτευση στην κυβέρνηση καταλήγει στο να ακούει τους ειδικούς». 

Προκειμένου να μην μας πει κανείς ότι μας ψεκάζουν, αποδεχτήκαμε να μας μαντρώσουν, να μας ευνουχίσουν, να μας στραγγαλίσουν.Αλλά ψέκες δεν γίναμε.

Προκειμένου να μην πεθάνουμε, αποδεχτήκαμε να μας πεθάνουν. Καταγράψαμε το χρονικό του θανάτου μας στο Facebook και πεθάναμε πειθήνια, συμμορφωμένα, υπομονετικά, μετά απελπισμένα, μετά ταπεινωμένα, στο τέλος ταπεινωτικά. 

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ