Όταν τα ΜΜΕ γίνονται κυβερνητικά «όργανα»

Στη σχολή είχα την τύχη να έχω δάσκαλο τον Ντανιέλ Μπενσαΐντ. Ήταν τύχη όχι μόνο λόγω της βαθιάς μόρφωσής του, αλλά και γιατί η σκέψη του αποτελούσε ένα έξοχο μείγμα ριζοσπαστισμού, οξυδέρκειας και νηφαλιότητας.

Όταν τα ΜΜΕ γίνονται κυβερνητικά «όργανα»
ΠΡΟΒΟΛΗ

Σε ένα από τα μαθήματά του, ο Μπενσαΐντ έκανε ορισμένες καίριες επισημάνσεις για την κριτική του Μπουρντιέ στα ΜΜΕ, που ήταν τότε πολύ δημοφιλής.
Μας είπε λοιπόν ότι ενώ τα ΜΜΕ όντως διαστρεβλώνουν τις ειδήσεις για να χειραγωγήσουν το πολιτικό φρόνημα των πολιτών, εντούτοις, δεν είναι ακριβές ότι «κρύβουν» τα γεγονότα. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου η μεγάλη διαφορά των ΜΜΕ του καπιταλιστικού κόσμου από αυτά του «υπαρκτού σοσιαλισμού», ήταν ακριβώς η μη απόκρυψη ειδήσεων. Για παράδειγμα, αν γινόταν ένας σεισμός, δεν υπήρχε περίπτωση να μην το γράψουν οι New York Times ή ο Monde. Η όποια χειραγώγηση θα γινόταν σε ό,τι αφορούσε ενδεχόμενες ευθύνες της κυβέρνησης ή μεγάλων εταιριών για τα θύματα και τις ζημιές. Αντιθέτως, η Πράβντα ή η Λαϊκή Ημερησία θα μπορούσαν να μη γράψουν καν ότι έγινε σεισμός ή να το γράψουν με καθυστέρηση ημερών.
Στο πέρασμα του χρόνου, αποδείχτηκε ότι η χειραγώγηση από τα ΜΜΕ της Δύσης ήταν πολύ πιο αποτελεσματική από εκείνη της Ανατολής. Γιατί η απροκάλυπτη απόκρυψη των «κακών» ειδήσεων (οι οποίες εντέλει κάπως μαθαίνονταν) οδηγούσε στην πλήρη απώλεια της αξιοπιστίας των ΜΜΕ της Ανατολής. Τα δυτικά ΜΜΕ μπορούσαν (και πολλά από αυτά μπορούν ακόμα) να «περνάνε τη γραμμή» γιατί είχαν κερδίσει το στοίχημα της αντικειμενικότητας, αφού δημοσίευαν όλες τις ειδήσεις και γενικά ήταν (ή έδιναν την εντύπωση ότι είναι) ανοιχτά και στις αιρετικές απόψεις. Η αξιοπιστία της ενημέρωσης πάντα χτίζεται πάνω στην αντικειμενικότητα ή, πιο σωστά, στη δημιουργία της αίσθησης της αντικειμενικότητας.

Οι ελληνικές Πράβντα

Αυτή η αίσθηση της αντικειμενικότητας είναι που μοιάζει να έχει χαθεί στη μεγάλη πλειονότητα των ελληνικών ΜΜΕ. Θα ήταν ψευδής ο ισχυρισμός ότι ο Τύπος της χώρας μας έχει λάμψει στο παρελθόν με τη σοβαρότητα και την αξιοπιστία του. Αλλά αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή δεν έχει προηγούμενο. Γιατί πλέον αποκρύπτονται (είναι κυριολεξία η λέξη, όχι ρητορική υπερβολή) μείζονες ειδήσεις. Ειδήσεις που βρίσκονται στο επίκεντρο της πολιτικής διαμάχης και αφορούν κρίσιμα ζητήματα για το σύνολο της κοινωνίας. Αναφέρω ενδεικτικά μερικές από τις πιο τρανταχτές περιπτώσεις:

  • Το βίντεο από το κορωνογλέντι Μητσοτάκη στην Ικαρία δεν παίχτηκε στα δελτία ειδήσεων το Σάββατο, με την εξαίρεση του Open. Την ώρα που είχαν εκραγεί τα social media, η μεγάλη πλειονότητα των ΜΜΕ δεν αναφερόταν καν στο θέμα. Είναι ενδεικτικό της κατάστασης ότι η είδηση αξιολογήθηκε ως σοβαρή από τους New York Times και τον Guardian, αλλά όχι από τα εγχώρια ΜΜΕ.
  • Δεν γνωρίζουμε στην πραγματικότητα πόσο επαρκής ήταν και είναι η ιατρική περίθαλψη που παρέχει το ΕΣΥ, σε ό,τι αφορά τόσο την COVID όσο και τις άλλες ασθένειες. Στα περισσότερα ΜΜΕ ούτε σοβαρά ρεπορτάζ υπάρχουν, ούτε δημοσιεύονται οι καταγγελίες υγειονομικών και συγγενών ασθενών.
  • Η φωτογραφία του πρωθυπουργού στην Πάρνηθα δεν δημοσιεύτηκε ποτέ στα περισσότερα ΜΜΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι τηλεοράσεις έπαιξαν την αυτοκριτική του κ. Μητσοτάκη, χωρίς να έχουν «παίξει» το γεγονός για το οποίο έκανε αυτοκριτική.
  • Ενώ τα πιο έγκυρα ξένα ΜΜΕ όπως η Deutsche Welle και το Spiegel, δημοσιεύουν τεκμηριωμένα ρεπορτάζ (με αδιάψευστο οπτικό υλικό) για τα παράνομα push back προσφύγων και μεταναστών, στα περισσότερα ελληνικά ΜΜΕ βρίσκουν χώρο μόνο οι διαψεύσεις της κυβέρνησης.
    Στην πραγματικότητα, τα ελληνικά ΜΜΕ μοιάζουν όλο και περισσότερο με τη Πράβντα και τη Λαϊκή Ημερησία. Το οξύμωρο είναι βέβαια ότι αυτά ακριβώς τα ΜΜΕ ομνύουν κατά τα άλλα στον… φιλελευθερισμό, τον πλουραλισμό και τον «αντιολοκληρωτισμό». Κάπως σαν φιλελεύθερες Πράβντα δηλαδή.

Η «λίστα Πέτσα»

Πώς όμως φτάσαμε σε αυτό το σημείο; Η αντιπολίτευση έχει απόλυτο δίκιο όταν σηκώνει ψηλά το ζήτημα της λίστας Πέτσα. Ποτέ άλλοτε στο παρελθόν η μεγάλη πλειονότητα των ΜΜΕ δεν ήταν τόσο μονόπαντα και τόσο φανατικά φιλοκυβερνητική. Ωστόσο, δεν φταίει μόνο η λίστα Πέτσα. Η προπαγανδιστική επιχείρηση της κυβέρνησης δεν θα μπορούσε να εκτυλιχθεί με τόση αποτελεσματικότητα αν:

  • Το διευθυντικό δικαίωμα στα ΜΜΕ δεν είχε εξελιχθεί σε ελέω Θεού εξουσία, λόγω της απίσχνασης της ΕΣΗΕΑ και της τρομακτικής διόγκωσης της ανεργίας στον δημοσιογραφικό κλάδο, η οποία σπέρνει έναν παραλυτικό φόβο στους εργαζόμενους.
  • Τόσο πολλά ΜΜΕ δεν λειτουργούσαν ως μοχλοί επίτευξης αλλότριων επιχειρηματικών σκοπιμοτήτων, με την ανοχή και τη συνενοχή του πολιτικού συστήματος.
  • Υπήρχε θεσμικό πλαίσιο που να προστατεύει στοιχειωδώς τη δημοσιογραφική δεοντολογία -όπως υπάρχει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
    Επομένως, σήμερα παροξύνεται μια τάση η οποία είχε ήδη αναπτυχθεί στο παρελθόν.

Η θνήσκουσα δημοσιογραφία

Η μετατροπή των ΜΜΕ σε «Πράβντα» του τάχα μου φιλελευθερισμού, συνιστά τεράστιο πρόβλημα για την κοινωνία και αποτελεί υπαρξιακή απειλή για τη δημοσιογραφία. Χωρίς στοιχειωδώς επαρκή ενημέρωση δεν μπορεί να υπάρξει σοβαρός δημόσιος διάλογος και κατ’ επέκταση δεν μπορεί να λειτουργήσει η δημοκρατία.

Χωρίς ούτε καν μια επίφαση αντικειμενικότητας δεν μπορεί να υπάρξει δημοσιογραφία. Αν αυτό που κάνουν τα ΜΜΕ είναι να δημοσιεύουν απλώς ανακοινώσεις της κυβέρνησης κι άνωθεν επιλεγμένες «πληροφορίες», δεν χρειάζονται πια επαγγελματίες δημοσιογράφοι, αλλά απλοί χειριστές ηλεκτρονικών υπολογιστών.

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ