Πόσοι πρωθυπουργοί χρειάζονται για ν’ αλλάξουν μια λάμπα;

Κατά πάσα πιθανότητα θα έχετε ακούσει κάποια ανέκδοτα της οικογένειας "Πόσοι Χ χρειάζονται για να αλλάξουν μια λάμπα;" όπου Χ μπορεί να είναι μέλη εθνοτικών ομάδων ή εκπρόσωποι διάφορων επαγγελμάτων ή άλλες κατηγορίες -άλλοτε η απάντηση είναι 5 (ο ένας αλλάζει τη λάμπα και οι τέσσερις γυρίζουν το τραπέζι), άλλοτε είναι το προφανές "ένας" αλλά με διάφορες ανατροπές στο τέλος -στο Διαδίκτυο θα βρείτε πάμπολλες παραλλαγές, τόσο στα ελληνικά όσο και στα αγγλικά διότι είναι διεθνή αυτά τα ανέκδοτα.

Πόσοι πρωθυπουργοί χρειάζονται για ν’ αλλάξουν μια λάμπα;
ΠΡΟΒΟΛΗ

Ομολογώ ότι δεν έχω συναντήσει παραλλαγή με το ερώτημα του τίτλου μας, ίσως επειδή ένας είναι ανά πάσα στιγμή ο πρωθυπουργός της χώρας. Ωστόσο, αυτό μου ήρθε στο νου διαβάζοντας την τελευταία "χαλαρή" ραδιοφωνική συνέντευξη του Κυριάκου Μητσοτάκη, σε εκπομπή που ακούν πολλοί νέοι, στην οποία ο πρωθυπουργός, σαν άλλος θείος που κάθεται με τη νεολαία, θέλοντας ενόψει εκλογών να φτιάξει προφίλ ανθρώπου της διπλανής πόρτας, εξομολογήθηκε ότι από μαστορέματα στο σπίτι δεν σκαμπάζει και πολλά, αλλά αλλάζει τις λάμπες και ξέρει πού είναι οι ασφάλειες. (Βέβαια, αυτό δίνει μάλλον την εικόνα που ήθελε ν' αποτινάξει, του πορφυρογέννητου γόνου που πάντοτε είχε γύρω του υπηρέτες, αλλά τέλος πάντων).

Έτσι όμως βρήκαμε κι εμείς θέμα για το σημερινό μας άρθρο -κι επειδή εδώ λεξιλογούμε, θα λεξιλογήσουμε για τη λέξη "λάμπα", μια λέξη που έχει αρκετό ενδιαφέρον από αυτή την άποψη.

Η λάμπα είναι δάνειο από το γαλλικό lampe, επειδή όμως η γαλλική λέξη, όπως θα δούμε, έχει απώτερη ελληνική αρχή, λέμε ότι πρόκειται για αντιδάνειο.

Πράγματι, στην αρχή της ετυμολογικής αλυσίδας βρίσκεται η αρχαία λέξη λαμπάς που παράγεται από το ρήμα "λάμπω". Η λαμπάς των αρχαίων είναι βέβαια η γιαγιά της δικής μας λαμπάδας, αλλά η σημασία τους δεν είναι ίδια. Η λαμπάδα σήμερα είναι το μεγάλο κερί, για τις μεγάλες γιορτές ας πούμε, που παραδοσιακά παίρνουν δώρο οι νονοί στα βαφτιστήρια τους, αλλά στα αρχαία ήταν ο πυρσός, η δάδα. Στους Επτά επί Θήβας του Αισχύλου, ας πούμε, υπάρχει ο στίχος "φλέγει δὲ λαμπὰς διὰ χερῶν ὡπλισμένη", στη μετάφραση του Γρυπάρη "Και λάμπει η δάδα αρματωμένη στη δεξιά του".

Λαμπάδες είχαν ιδίως στις τελετές και εορτές, όπου διοργανωνονταν, όπως ξέρουμε, και λαμπαδηφορίες ή λαμπαδηδρομίες, στις οποίες οι αθλητές κρατούσαν λαμπάδες (και λέγονταν λαμπαδηδρόμοι ή λαμπαδούχοι) και την έδιναν ο ένας στον άλλο, μια επιβίωση των οποίων είναι και η σημερινή τελετή της Ολυμπιακής φλόγας. Έτσι και το ρήμα "λαμπάδα δραμείν", τρέχω σε λαμπαδηδρομία. (Υπήρχε και το ρήμα "λαμπαδεύω", από το οποίο το σημερινό "μεταλαμπαδεύω" δηλ, μεταφέρω π.χ. τις γνώσεις).

Στη συνέχεια, λαμπάδες ονομάστηκαν επίσης οι λυχνίες ή τα καντήλια λαδιού, όπως μας θυμίζει η παραβολή των μωρών παρθένων όπου "λαβούσαι τας λαμπάδας αυτών ουκ έλαβον μεθ' εαυτών έλαιον" -εδώ ολοφάνερα δεν γίνεται λόγος για πυρσούς, ούτε βεβαίως για κεριά.

Η ελληνική λέξη περνάει στα λατινικά ως lampas, και από εκεί προκύπτει ο υστερολατινικός τύπος lampada, είτε από την αιτιατική του ελληνικού είτε από την αιτιατική του λατινικού, ο οποίος... μεταλαμπαδεύεται στις νεότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, lampada στα ιταλικά, lámpara στα ισπανικά, lamp στα αγγλικά, lampe στα γαλλικά, και από το γαλλικό έχουμε το ελληνικό "λάμπα" ως αντιδάνειο.

Πότε μπήκε η λέξη στα ελληνικά; Ο Κουμανούδης καταγράφει ένα "λαμποπωλείον" από το 1890, κι ένα "λαμποκαίων" στον Παναγιώτη Σούτσο (μάλλον το 1864). Υπάρχει κι ένας στίχος του Αλέξ. Σούτσου, σε μια σάτιρα προς Καποδίστρια, το 1831, "λάμπα σκάμπα τσιμπιρομπιτό, συνταγματάκι σας ζητώ" αλλά μάλλον εδώ πρόκειται για λεκτικό παιχνίδι. Και βέβαια οι λάμπες της εποχής εκείνης μάλλον λάμπες πετρελαίου θα ήταν, ή κάτι ανάλογο.

Στα νεότερα χρόνια έχουμε κάθε λογής λάμπες, λάμπες πετρελαίου, φθορίου, υδραργύρου, λάμπες θυέλλης, ενώ το παραδοσιακό δίλημμα "μπαγιονέτ ή βιδωτές" έχει σχεδόν περάσει στο περιθώριο αφού έχουν βγει λάμπες νέου τύπου, αλογόνου ή λεντ (εμένα μου καίγονται πολύ συχνά, κι είναι και πανάκριβες πανάθεμά τες). Βεβαίως η επίσημη λέξη της εμπορικής ορολογίας για τις λάμπες είναι "λαμπτήρας", π.χ. λαμπτήρες πυρακτώσεως ή φθορισμού ή αλογόνου κτλ.

Έχουμε και λαμπατέρ, που κι αυτό είναι αντιδάνειο αφού το γαλλικό lampadaire ανάγεται στο λατιν. lampadarium, κηροπήγιο κι αυτό στο lampas και το αρχαίο "λαμπάς".

Έχουμε και λαμπάκια, και την έκφραση "μου ανάβει τα λαμπάκια" το τάδε πράγμα, δηλαδή "με εξοργίζει". Έχουμε και τον λαμπάτο ενισχυτή, δηλαδή τον ενισχυτή με λυχνίες.

Έχουμε και τον λαμπά, μια λέξη που λείπει από όλα τα λεξικά μας πλην του ΜΗΛΝΕΓ, ίσως επειδή είναι μαστόρικη ορολογία και οι λεξικογράφοι μας αποφεύγουν να μουτζουρώνουν τα χέρια τους. Ο λαμπάς είναι (κατά το ΜΗΛΝΕΓ) "Καθένα από τα πλαϊνά μέρη ενός κουφώματος, όπου μπαίνει η ψευτόκασα και η κάσα", και σύμφωνα με μια άποψη η λέξη προέρχεται από τη λαμπάδα, επειδή ο λαμπάς είναι όρθιος και ευθυτενής, αλλά έχω επίσης ακούσει ότι πρόκειται για δάνειο από τα τουρκικά.

Όσο για το ερώτημα του τίτλου, χαριτολογώντας θα μπορούσαμε να πούμε ότι για να αλλάξει μια λάμπα χρειάζονται 105 μέλη της οικογένειας Μητσοτάκη: ο ένας θα αλλάζει τη λάμπα, οι τέσσερις χειρίζονται το Predator, και οι 100 κλείνουν συμβάσεις με το δημόσιο για μελέτες που δείχνουν ότι μόνο ο ιδιωτικός τομέας αλλάζει αποτελεσματικά λάμπες.

Αλλά εδώ που τα λέμε, είναι σοφή η επιλογή του πρωθυπουργού να αλλάζει τις λάμπες του σπιτιού του -έχει αποκτήσει ειδικότητα, αφού εδώ και τόσον καιρό αλλάζει τα φώτα σε τόσα εκατομμύρια Έλληνες. Για να μην πούμε για τα πετρέλαια και τα αέρια...

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ