ΠΙΣΤΕΨΕ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΣΟΥ
«Από τότε που βρέθηκε η συγγνώμη, χάθηκε το φιλότιμο».
Η απολογία του Πέτρου Φιλιππίδη είχε απ’ όλα μέσα: πόρνες, θέατρα, ξύλο, άγριες εποχές, το σεβασμό στη μάνα, τις παράπλευρες απώλειες, το γυναικείο πόνο, τον Κάρολο Κουν… Σχολιάστηκε για όλα, ήδη από χθες. Μόνο μια φράση, συνηθισμένη ίσως, αδιάφορη ίσως, μια φράση απ’ αυτές που λέγονται εν τη ρύμη ενός λόγου φορτισμένου και στοχοκατευθυνόμενου, εμένα από χθες μου ‘χει κάτσει στο λαιμό. Πολύ «ψιλή» ώστε να περνάει απαρατήρητη, πολύ χοντρή για να μην έχω τρόπο να την κατεβάσω. Χθες λοιπόν, μες στην απολογία του ο Πέτρος Φιλιππίδης είπε: «Δεν είμαι βιαστής. Δεν έχω λόγο να είμαι».
Σε αντίθεση με τη λογική, τα μαθηματικά, την οικονομία ή την πολιτική, η αλήθεια κι η δικαιοσύνη δεν μπορούν να ‘χουν παράδοξα. Και στην Ηλιούπολη, μέχρι αποδείξεως του εναντίου, η αλήθεια δεν ήρθε στο φως. Όχι επειδή οι αθώοι είναι καλά και ντε ένοχοι, αλλά γιατί μοιάζουν πολύ εύκολα αθώοι.
Κάθε που συμβαίνει κάποιο έγκλημα στους δρόμους της χώρας, αρχίζουν οι ερωτήσεις. Οι σωστές και οι λάθος. Λάθος; Υπάρχουν λάθος ερωτήσεις; Ακόμα χειρότερα, υπάρχουν επικίνδυνες ερωτήσεις; Πιθανότατα όχι, σε φιλοσοφικό επίπεδο. Όμως δεν ζούμε σε τέτοιο επίπεδο, εγώ δεν είμαι ο Σωκράτης και (υποθέτω) εσύ δεν είσαι ο Πλάτωνας (αν είσαι, ζητώ συγγνώμη, μπορείς ελεύθερα να μη διαβάσεις παρακάτω).
Κατά Λουκάν, 15 - 7: Σας βεβαιώνω πως έτσι θα γίνει χαρά και στον ουρανό για τη μετάνοια ενός αμαρτωλού, παρά για ενενήντα εννιά δικαίους, που δεν έχουν ανάγκη από μετάνοια.
Συμβαίνει στη Λάρισα. Αφορά μόνο τη Λάρισα; Ο καθένας ας βγάλει το συμπέρασμά του.
Ένα σχολείο κλείνει. Κλείνει μ’ απόφαση του υπουργείου. «Ένα ιδιωτικό σχολείο*», θα μου πεις. Και δίκιο θα ‘χεις. Ένα ιδιωτικό σχολείο που δεν πληροί κάποιες προϋποθέσεις. Κι άρα σωστά κλείνει, έτσι δεν είναι; Υπάρχει αιτία. Ή μήπως αφορμή; Λοιπόν, για να δούμε.
Το ‘χα υποσχεθεί στον εαυτό μου, μ’ αυτό τον τύπο να μην ασχοληθώ ξανά. Όμως να σου πω κάτι; Η ζωή είναι μικρή και τις μικρές χαρές αξίζει να τις ζεις. Κι ομολογώ: το χάρηκα! Πολύ! Όχι επειδή αποδόθηκε καμιά σπουδαία δικαιοσύνη, αλλά είπαμε: οι μικρές χαρές της ζωής…
Βουλευτής – ιδιοκτήτης εταιρίας εξωτερικού. Ασυμβίβαστο.
Βουλευτής με άμεσο, οικονομικό συμφέρον στα όσα καλείται να νομοθετεί. Ασυμβίβαστο.
Βουλευτής σε οικονομικές σχέσεις με το δημόσιο. Ασυμβίβαστο.
Δήλωση πόθεν έσχες στην οποία εξετάζεται μόνο το έσχες. Ασυμβίβαστο με τη λογική.
Αξίζει κρεμάλα σ’ έναν παιδοβιαστή; Αν θες τη γνώμη μου (κι όχι, για να τελειώνουμε μ’ αυτή τη χαζομάρα: δεν έχω παιδιά), κάποιος που ανοίγει τέτοιες πληγές και τραύματα σ’ ένα παιδί αξίζει ίσως χειρότερα πράγματα από μιαν εκτέλεση. Ο παιδοβιασμός είν’ ένα έγκλημα αδιανόητο, αξίζει τα χειρότερα, αξίζει τα πιο σκοτεινά, τα πιο επώδυνα… Φρένο. Όλα ετούτα απαντάνε, ναι, μα απαντάν στη λάθος ερώτηση. Πάμε να κάνουμε τώρα τη σωστή.
Καμία γλαύκα δεν θα προσθέσει στην Αθήνα η επόμενη διαπίστωση: Ο πατέρας Πλεύρης είναι ναζιστής. Ο ίδιος φροντίζει κάθε τόσο να το επαναλαμβάνει με καμάρι. Ναζιστής κι αντιδημοκράτης. Εξ ου και συνήγορος της Χρυσής Αυγής, οπότε γιατί τέτοιος ντόρος; Είναι απλώς συνεπής σ’ όσα λέει και γράφει, δεν κρύβεται και δεν ντρέπεται. Γιατί τέτοιο σοκ απ’ το «χαιρετισμό» του εντός δικαστηρίου; Μα ακριβώς γι’ αυτό: επειδή συνέβη εντός δικαστηρίου.
Για κάθε μαθητή (τεχνολογικής κατεύθυνσης) της γενιάς μου, τ’ όνομα Μαξ Βέμπερ ήταν μια συμπαθητική αναφορά στο απαράδεκτο μάθημα της Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων. Για κάθε μαθητή (ανθρωπιστικών σπουδών) του σήμερα – δυστυχώς όχι και του αύριο –, τ’ όνομα Μαξ Βέμπερ είναι θεμέλιο επιτυχίας στο εξαιρετικά χρήσιμο κι αφοπλιστικά αδικημένο μάθημα της Κοινωνιολογίας. Όμως και κοπάνα να ‘κανες τότε, κι αδιάβαστος να ‘σαι φέτος, μη σκας – το Βέμπερ θα τον μάθεις. Γιατί ο Βέμπερ από χθες, μάλλον το πάει για viral!
Η ερώτηση που λιγότερο απ’ όλες έχει απαντηθεί αυτές τις μέρες.
Δεν είναι πια και καμιά ανατρεπτική διαπίστωση: η αντίληψή μας περί πολιτικής, κοινωνίας, θέσεων, λέξεων και στάσεων, είναι μια μεγάλη σειρά παρανοήσεις.
Προτού προλάβουν ν’ αναθεματίσουν, απ’ τον τίτλο κιόλας, ολόκληρο το άρθρο νομικοί, νομοθέτες, νομοδιδάσκαλοι και λοιποί υπηρέτες του νόμου, σπεύδω να ξεκαθαρίσω: Αντιλαμβάνομαι πλήρως τη χρηστική σημασία της παραγραφής. Το σύστημα που υπερφορτώνεται, τη δυσκολία στη διερεύνηση, την ευθύνη τέλος πάντων του πολίτη να βρίσκεται σ’ εγρήγορση. Όλα δεκτά κι ωστόσο στο φινάλε, δεν παύει να ‘ναι αλήθεια επίσης πως: Σ’ ένα κεφάλαιο, ο νόμος που γράφτηκε για να υπηρετεί το δίκιο, είναι βαθιά κι ολωσδιόλου άδικος!
Η λογική πάει περίπου έτσι: άμα μεγάλωσες στην Ελλάδα απ’ το ‘50 κι ως τα σήμερα, μεγάλωσες με την εικόνα του άντρα να ‘ναι λίγο-πολύ δεδομένη. Θες από πατέρα σε γιο, θες από μύθους και τραγούδια, θες απ’ τον (πανταχού παρόντα στο χτίσιμο κοινωνικών κατασκευών) κινηματογράφο, το τι εστί άντρας είχε κανόνες.