Μίκης Θεοδωράκης: Έχε γεια ήλιε νοητέ

O τελευταίος αποχαιρετισμός σε έναν καλλιτέχνη που άνοιξε έναν καινούριο δρόμο τάσεων, εφευρίσκοντας ξανά τον εαυτό του, τη μουσική μορφολογία  του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, αλλά και τη χαμένη συνείδησή μας, παραδίδοντας μια αμύθητη κληρονομιά που μας ακολούθησε και θα μας ακολουθεί για πολλές δεκαετίες.

Μίκης Θεοδωράκης: Έχε γεια ήλιε νοητέ
ΠΡΟΒΟΛΗ

Ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν ο πρόδρομος για την αναμόρφωση του νεοελληνικού αστικού τραγουδιού.

Η μουσική του δραστηριότητα, εκτός από το ότι εκτείνεται σε ένα εντυπωσιακά μεγάλο εύρος, έχει λειτουργήσει παλλαϊκά στην ολότητά της ως η ενσάρκωση των συνηθειών του λαού μας, των διάφορων αντικρουόμενων "ελληνικοτήτων" και του "μεγάλου ονείρου" που δεν έπαψε ιστορικά να μας κατατρύχει.

Τελικά, όμως, ήταν κι εκείνος θνητός, κι ας είχαμε όλοι ξεγελαστεί. Και τώρα αυτή η τρομαχτική θωριά του μεγάλου συνθέτη, του ιστορικού προσώπου, ένα ηλικιωμένο πλοίο που, αφού ταξίδεψε όλο τον κόσμο, αύτανδρο αποσύρεται προς την ησυχία του βυθού. Και να που μύρισε το σκοτάδι κι όλη η άβυσσος. Το εισιτήριο για την αθανασία ακριβό, έχει πληρωθεί και σφραγιστεί με αίμα.

Θα έλεγε κανείς πως το θρυλικό έργο του ήταν ο σεισμός που έκανε το ηφαίστειο να βρυχάται απειλητικά για δεκαετίες. Κι ο ίδιος ηθικός εμπνευστής γενεών που ανδρώθηκαν μες στις μουσικές του, αλλά και μιας γενιάς που σήμερα, εκτός απ’ τον ίδιο, της έλαχε να κλαίει την δραματική πτώση ενός άλλου καλλιτέχνη, ο οποίος, ενώ σπατάλησε το ταλέντο του, δεν έπαψε στιγμή να θεωρεί τον εαυτό του άτρωτο κι απρόσβλητο. Κι επιθυμεί να τον θάψουν με μπάφο και Gucci. Ας είναι. Ο Θεοδωράκης, μέσα από φόρμουλες πιο στιβαρές κι αιματηρές, κατόρθωσε να γίνει ο εκπρόσωπος μιας εθνικής ενότητας και υπερηφάνειας που δεν ενέχει το στοιχείο της γενναιότητας, αλλά της ρώμης που συνδαυλίζει τα πάθη και του βολονταρισμού που με ιδιοσυστασιακή διαφορά υποσκελίζει την ουδετεροφιλία του ιστρίωνα.

Αυτός είναι που άρπαξε την υπόσχεση του Ρίτσου «Σώπα, όπου να 'ναι θα σημάνουν οι καμπάνες» και την ανήγαγε τόσο γενναιόδωρα σε αναστάσιμο ύμνο.

Αυτός που για δεκαετίες φωτίζει με τους ήχους του το δρόμο για την αγάπη προς τη χώρα, διδάσκοντάς μας την αντίσταση και την αγάπη για τον άνθρωπο, μακριά από μίση και φλέματα φασιστικά, χούντες και μεταπολιτευτική προπαγάνδα.

Και είτε αυτό θεωρείται το φόβητρο του επαναστάτη, είτε το πνευματικό μεγαλούργημα ενός σπουδαίου ανθρώπου, όλοι μας προχωρήσαμε στο δρόμο αυτό του πολιτισμού γνωρίζοντας πως ο Θεοδωράκης δεν καπηλεύτηκε την σπάνια ευφυία του προς ίδιον όφελος, αλλά προκειμένου να μας αφυπνίσει ψυχή τε και σώματι. Σε κατάμεστα στάδια, σε διαδηλώσεις, σε εκτελεστικά αποσπάσματα, σε ηθικούς πανικούς, σε αγώνες του μυαλού, σε όλες εκείνες τις στιγμές που νιώθει κανείς τις ρίζες της ψυχής του να ξεφυτρώνουν απ’ το στήθος του.

Κάθε μεγάλο έργο – και σαν τέτοιο εννοώ κάθε τι που έχει αξία – φέρει τη σφραγίδα της υπομονής.

Πόση θαρραλέα υπομονή σε διακατείχε, Μίκη;

Εσύ γενναίος, ηγέτης δημοκρατίας και οργανωτής του εθνικού πνεύματος, έγινες η φωνή της ιστορίας μας, η σημαία της εποχής σου.

Όσο κι αν προσπάθησαν κάποιοι να σε κατασκίσουν, δεν κατάφεραν να ανακόψουν τη βροντή που ακολουθεί την αστραπή. Η θέλησή σου ήταν δύναμη, ήταν μοχλός που σηκώνει τα πάντα. Και τούτη η θέλησή σου σημαίνει προσπάθεια, επιμονή, πίστη. Και όταν κανείς δίνει μάχη, θα νικήσει. Θα νικήσει, εάν βέβαια πιστεύει ακράδαντα στο δίκιο του αγώνα του και δεν εγκαταλείψει. Κι ας μας αιφνιδίασες ανά καιρούς και ας "παραπάτησες" όπως κάθε γίγαντας.

Και τώρα ανάμνηση από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, όπου, μαθητής στην τρίτη τάξη του δημοτικού, ετοιμάζουμε σχολική γιορτή για την επέτειο της «25ης Μαρτίου». Η τότε δασκάλα μου μας έχει οργανώσει σε χορωδία, προκειμένου να πούμε όλοι μαζί δυο τρία τραγούδια. Ανάμεσά τους το «Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ».

Θυμάμαι ακόμα τον παιδικό, ανυποψίαστο εαυτό μου να αναριγά σύγκορμος στο άκουσμα αυτής της μουσικής, αγνοώντας τον ακριβή λόγο, αλλά διαισθανόμενος στα σίγουρα το βάρος και την αξία του καλλιτεχνικού δημιουργήματος. Δεν ξέρω πώς, αυτή η κορύφωση στον συγκλονιστικό στίχο του Ελύτη «μη, παρακαλώ σας, μη λησμονάτε τη χώρα μου» ενσωματώνει το αιώνιο και ιστορικό αίτημα του ελληνικού λαού προς τον υπόλοιπο κόσμο: τη διατήρηση της συλλογικής μνήμης. Είμαστε, ωστόσο, ένας λαός μόνος, όπως είπε.

Μεγάλος σήμερα, πένθιμα ανοίγω το στόμα μου στο περιγιάλι το κρυφό, σιγοτραγουδάω τρέμοντας την «Όμορφη πόλη» σαν το γελαστό παιδί και δες πώς βεβαιώνομαι, Μίκη, ότι οι χαρταετοί μια μέρα θα μας σηκώσουν όλους ψηλά.

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ