Κραουνάκης: «Με το “Mαμά γερνάω”, έλιωσαν και τα έσχατα κρύσταλλα σε δάκρυα ακριβά» (video)

Οποιοδήποτε review για τη χθεσινοβραδινή μαγική συναυλία της σπουδαίας Τάνιας Τσανακλίδου - αφιέρωμα στη Λίνα Νικολακοπούλου στο Ηρώδειο και αν επιχειρούσε κανείς, δεν θα έφτανε ποτέ στον υπέροχο «ποταμό συναισθήματος» του μεγάλου φίλου και συνεργάτη τους Σταμάτη Κραουνάκη, στην ανάρτησή του αμέσως μετά το τέλος της βραδιάς.

Κραουνάκης: «Με το “Mαμά γερνάω”, έλιωσαν και τα έσχατα κρύσταλλα σε δάκρυα ακριβά» (video)
ΠΡΟΒΟΛΗ

Ο Σταμάτης Κραουνάκης, με τη μοναδική του ικανότητα να «λιώνει» τα πληκτρολόγια και τις οθόνες με τον πάντα ελεύθερο και γεμάτο συναίσθημα γραπτό του λόγο, λίγες μόνο ώρες μετά το τέλος της χθεσινοβραδινής συναυλίας της Τάνιας Τσανακλίδου - αφιέρωμα στο έργο της Λίνας Νικολακοπούλου στο Ηρώδειο, την τελευταία της εξαιρετικά επιτυχημένης σειράς παραστάσεων με τίτλο «Τα σχήματα των αστεριών», με ορθάνοιχτη ακόμα την καρδιά και την ψυχή υγρή, έγραψε στη σελίδα του στο Facebook το “review” μιας ολόκληρης ζωής, της δικής τους ζωής που έγινε και δική μας:

Στιγμιότυπο: Πέτρος Παράσχης

Τελευταία της Λίνας με Τάνια στο Ηρώδειο. Δεν το ’χα πιει το κουκλί. Είχα κάνει τα θέματά μου, μόλις άνοιξαν τα τίκετ σέρβις, και ουπς, πήρα τον Παναγιώτη Σκουρολιάκο κι ανηφόρισα.

Όλα δείχναν βροχή και μπόρα. Δεν έκανε τίποτα. Όλα κοπάσανε, ο κόσμος ανέβαινε κανονικά. Το σωστό ένδυμα, ψιλοφούτερ επενδεδυμένο. Έχω ελευθέρας να με παραδίδουν τα ταξί στην Είσοδο. Απάνω ο φύλαξ Γεώργιος και η Καίτη Βαβαλέα με τα στυλό της και τα κουμάντα της, υποδοχή.

Έδωσα την είσοδό μου στην Καίτη να βάλει κάναν άνθρωπο και θρονιάστηκα μια ώρα πριν, στο καλύτερο θεωρείο του Ηρωδείου. Πρώτη θέση των ΑΜΕΑ, ούτε σκαλιά ούτε τίποτα. Μόνος μου, όπως ήθελα. Εγώ, αυτές και οι αναμνήσεις μου. Χαιρετούρες και φωτό με τον Στέφανο, που ήρθε με το καροτσάκι του, και τον συνοδό του, φαν της Λίνας, που γράφει και στιχάκια.

Βγήκαν κάτι παιδιά με μαύρα ρούχα και κάναν παντομίμα, δείχναν τ’ αστρα, και γράφαν στιχάκια με κιμωλία στο δάπεδο. Και στις εννιά ακριβώς βγήκαν οι μουσικοί και μετά η Τάνια.

Όλα ήταν για μένα. Όλα. Η σειρά, οι στίχοι, οι κινήσεις, τα μέτρα, οι ανάσες, οι σιωπές, η Λίνα, ο γκεστ Μητσιάς. Η Ακρόπολη. «Πες μου σε πόσα χρόνια σχολάς». Η Λίνα, γραμμή τη γραμμή, βήμα το βήμα. Έβλεπα γράμματα, άκουγα στίχους από τηλέφωνο, ώρες κοινού μόχθου, γέννες, προγράμματα, οι ζωές μας μαζί, η Τάνια με την τσάντα της, τα στούντιο, οι μυρωδιές, τα ρούχα μας, ένα φαγάκι στα γρήγορα. Μικρές ανάπαυλες ύπνου, οπουδήποτε και ξανά, ακόμα κι αυτά που δεν ήταν δικά μου, μου τα τεστάριζε...

Εδώ ήρθαν όλα, με πολλά δάκρυα, ζεστά, «εγώ στα νιάτα μου ξημέρωνα, ό,τι αγαπούσα τ’ αποθέωνα, αρκεί να ήσουνα εκεί», δάκρυα, δάκρυα κι αναμνήσεις, ορδές. Γρήγορα, εναλλασσόμενα, τα χρόνια μας, τα χρόνια της! Τα χρόνια μας. Ουφ. Κι ο απρόβλεπτος. Αυτό το υπέροχο, συνεννοημένο κοινό, που αψήφησε την πιθανότητα παλιόκαιρου! Όλες οι ηλικίες! Μα όλες όλες…

Η Τάνια στις μεσαίες της περιοχές, ζεστή, τρυφερή και τόσο ενωτική με τα χρόνια, με το σύμπαν, συμφιλίωνε τα πάντα με το τώρα. Και ναι, ο κόσμος έκανε συγκλονιστική χορωδία μα σε όλα τα δικά μου, ναι. Αργά το κύμα των σωμάτων και οι μουσικές μου στα στόματα. Δώρο των καιρών. «Καρδιά πονάς και σπάσ’ τα εσύ τα χρόνια»… Δάκρυα κι αναμνήσεις και τόση κρυφή χαρά για ό,τι κατακτήσαμε μαζί και μόνος του ο καθένας, ευλογημένοι από κάπου να ενώσουμε και να ενωθούμε.

Αφέθηκα σαν κοινό κι εγώ μέχρι να χειροκροτήσω όρθιος, από την πρώτη θέση των ΑΜΕΑ, μια ολόκληρη ζωή. Δεν με νοιάζει που δεν κάναμε λεφτά. Την αγάπη μια ζωή θ’ απομυζούμε.

Όταν άναψα επιτέλους τσιγάρο τσουλώντας στα καμαρίνια, παραμερίζοντας διακριτικά την ουρά και λέγοντας στο σεκιουριτά χαμηλόφωνα τα δέοντα, τύπου εγώ είμαι του σπιτιού, προσγειώθηκα στις μέρες μας. Ήταν σ’ άλλη χώρα το περιστατικό συνοπτικά. Έλειπε όλο το τρισάθλιο. Είχε εξαφανιστεί. Δώδεκα Οκτωβρίου. Και η Μπάντα του Ναυτικού, «Θεός αν είναι». Κι ο κόσμος έλεγε τα λόγια. Και το αγοράκι με το λαϊκό κλαρίνο τη «Σωτηρία της Ψυχής», ο Δημήτρης. Α τι ωραίο ταξίδι. Όλο μαζί κι όλο για μένα. Αλλά και για καθέναν από κει, όλες οι ηλικίες.

Στο τέλος, η βουβή αγκαλιά μου με τη Λίνα κράτησε ώρα παραπάνω απ’ το κανονικό και τη φιλούσα στο ρούχο της και γελούσε. Κάτι έλεγε ο Μητσιάς και μετά αγκαλιά Τάνια. Γεμάτοι, όρθιοι, στα καλά μας. Ακόμα ζωντανοί και ικανοί. Μεγάλη ένωση. Το χιτ του καλοκαιριού. Τα έσπασε ολούθε. Σαράντα χρόνια Λίνα. Με Τάνια κεντρική ερμηνεύτρια εφ’ όλης.

Στο «Μαμά γερνάω» αποτελειώσαμε τη θεία λειτουργία. Έλιωσαν και τα έσχατα κρύσταλλα σε δάκρυα ακριβά. Φεύγαν οι λέξεις προς το μνημείο. Και οι τελευταίες που πάντα μ’ αρέσει να τις αλλάζω. «Ωραία, Νέα κι Ευτυχής».

ΥΓ. Και ναι, έκανε ζέστη. Ήταν του κόσμου η ανάσα που όλα τα έκανε έτσι. 

Επίλογος θα μπορούσε να είναι μόνο η στιχομυθία μεταξύ του Σταμάτη Κραουνάκη και της Τάνιας Τσανακλίδου που ακολούθησε, στα σχόλια της ανάρτησης.

Από εμάς, τα πολλά λόγια είναι περιττά. Ένα μεγάλο ευχαριστώ, αλλά με όλη τη σημασία της λέξης.

 

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ