Η «Μήδεια» του Δημήτρη Γεωργαλά θα στοιχειώνει το Μπάγκειον

Η «Μήδεια» του Ευριπίδη είναι ένα έργο επαναστατικό, υψηλού συμβολισμού, έργο μύησης στα μύχια της ανθρώπινης φύσης. Ο Δημήτρης Γεωργαλάς σκηνοθετεί με δεξιοτεχνία και σεβασμό την αρχαία τραγωδία, παρουσιάζοντάς την σε κλειστό χώρο.

Η «Μήδεια» του Δημήτρη Γεωργαλά θα στοιχειώνει το Μπάγκειον
ΠΡΟΒΟΛΗ

Σκηνοθετώντας τη «Μήδεια», ο Δημήτρης Γεωργαλάς χρησιμοποιεί ως αφετηρία για το όραμά του τη μετάφραση ενός πνευματικού πατέρα όπως ήταν ο Γιώργος Χειμωνάς, που τόσο αποκαλυπτικά ξεδιαλύνει μέσα από τις αποδόσεις του τους Έλληνες τραγικούς. Η τραγωδία για τον ίδιο σημαίνει την αιματηρή συνειδητοποίηση της ευθύνης που φέρει το άτομο έναντι του κόσμου, μια ευθύνη που διαρκώς δοκιμάζεται. Η τραγωδία της Μήδειας είναι ένα έργο ερωτικό, ωστόσο ο θεατής δεν την παρακολουθεί στη βαρβαρότητα της ερωτικής της απογύμνωσης, αλλά στην αδυνατισμένη μορφή της αφοπλισμένης βασίλισσας, του ανθρώπου που δεν αμείφθηκε ο έρωτάς του. Γι’ αυτό κι ο έρωτας για τον ίδιο καταλήγει να θεωρείται βάρβαρος.

Το «Μπάγκειον», το ιστορικό ξενοδοχείο του Τσίλερ στην πλατεία Ομονοίας αποτελεί έναν απόλυτα συμβατό χώρο έτσι, ώστε να αναστηθεί το πένθος της ανατολίτισσας μάγισσας. Μια αλλοτινή αρχιτεκτονική καινοτομία που σήμερα θυμίζει ρημάδι. Εδώ που οι τοίχοι έχουν μια ουσία σαν σημασία. Μετά την πρώτη παρουσίασή της στο Εθνικό Θέατρο της Χάγης, ολοκληρώνεται σε δύο εβδομάδες ο τρίτος κύκλος των παραστάσεων, με την ελπίδα να υπάρξουν ακόμα περισσότερες, καθώς, εκτός απ’ τα φαντάσματα του παρελθόντος, το φάντασμα της Μήδειας μέλλει κι αυτό να στοιχειώσει το κτήριο. Γι’ αυτό που συμβολίζει ο μύθος, αλλά και γι’ αυτό που οριοθετεί η παράσταση αυτή καθ’ αυτή.

Είναι εύκολο να συμπάσχει κανείς με την κατάσταση της Μήδειας και να κατανοήσει το θυμό της. Περήφανη και αυτοδύναμη, οι ευαισθησίες της περιορίζονται μόνο στην αγάπη που τρέφει για τα παιδιά της. Όλα τα υπόλοιπα είναι οργή. Γι’ αυτό και μετατοπίζεται απ’ την αυτοκτονική απόγνωση στην εκδικητική, ανθρωποκτονική συμπεριφορά. Το να αποκόψει βίαια τα κλαδιά απ’ το γενεαλογικό δέντρο του Ιάσονα είναι η τιμωρητική απάντησή της στην προδοσία του να την αφήσει για μιαν άλλη. Ξένη σ’ έναν τόπο όπου κυριαρχεί ο λόγος του βασιλιά, γίνεται με την πράξη της μία εκπρόσωπος του γυναικείου αγώνα. Ο Ευριπίδης δημιούργησε με το έργο αυτό ένα αρχετυπικό σύμβολο της γυναικείας εξέγερσης προς την ανδροκρατούμενη κοινωνία και της κατάρριψης των ρόλων με μια προσέγγιση φεμινιστική.

Έπειτα από τους πολλαπλούς ρόλους που κλήθηκε να ερμηνεύσει στον «Ανατόλ», η Τζούλη Σούμα αποδίδει τον πιο απαιτητικό ίσως ρόλο της μέχρι τώρα πορείας της. Παρά το γεγονός ότι στο πρώτο μέρος η Μήδειά της παρουσιάζεται περισσότερο διερωτώμενη, πειθήνια και ανά σημεία ολίγον μελοδραματική μες στην απόγνωσή της, παρά πεπεισμένη και περήφανη, καθώς εξελίσσεται το σχέδιό της καταφέρνει με την υποκριτική της δεινότητα και τον επιμέρους πλούσιο επικοινωνιακό κώδικά της να τη φτάσει στα επίπεδα της ψυχρότητας, της αυθάδειας, της απαρέγκλιτης σκοπιμότητας. Φυσικά, αυτά τα τελευταία χαρακτηρολογικά στοιχεία δεν αναφέρονται ως τα δέοντα για την πετυχημένη ερμηνεία του ρόλου, αφού είναι τόσο αβυσσαλέα η ψυχολογία της Μήδειας που θα μελετάται και θα αμφισβητείται αιώνια.  «Α, γυναίκες. Δεν θ’ αντέξω την νίκη των εχθρών μου», ουρλιάζει με άριστη άρθρωση, την ίδια ώρα που μπροστά στα πόδια σου συστήνει το εσωτερικό δράμα του ρόλου στην ολότητά του, μετατρέποντας τα λόγια της σε άκρατο συναίσθημα, χρησιμοποιώντας τους κατάλληλους λαρυγγισμούς και βόγγους και σωματοποιώντας, τέλος, επιτυχώς όλες τις ψυχολογικές καταστάσεις.

Ο Δημήτρης Γεωργαλάς, εκτός απ’ τη σκηνοθεσία, αναλαμβάνει να υποδυθεί το ρόλο του Ιάσονα. Η υπερβολική φιλοδοξία και η απιστία του προκαλούν την εξέλιξη των τραγικών γεγονότων του έργου, γι’ αυτό και ο ηθοποιός επιστρατεύει το κατάλληλο φορτίο στην ερμηνεία του, ώστε να πείσει τον θεατή να δείξει την αρμόζουσα επιείκεια. Για τη Μήδεια είναι ένας απατεώνας, ο ηθοποιός όμως τον παρουσιάζει με τη ρώμη του ήρωα που εξισώνει τον ορθολογισμό με το πάθος, ακόμα κι αν γνωρίζει εκ των προτέρων πως μπροστά της δεν θα μπορέσει ποτέ να δικαιωθεί. Ο ρόλος της Τροφού, πάλι, δεν είναι πολύ μεγάλος, είναι παρ’ όλα αυτά συμβολικός και βασικός για την εισαγωγή του θεατή στη δράση.

Η Μαργαρίτα Βαρλάμου εκτελεί το ρόλο αυτό με έξοχη, εύστοχη κίνηση και λεπτότητα, επιδεικνύοντας αρκετή συμπόνια προς τη Μήδεια και θρηνώντας με το κατάλληλο μέτρο για τον ερχομό του εφιαλτικού τέλους.

Ο Νίκος Δερτιλής ερμηνεύει ταυτόχρονα τους ρόλους του Κρέοντα και του Αιγέα με επάρκεια. Δυναμικός κι εκρηκτικός, κινήθηκε αρχικά στα μέτρα της έντονης ανάγνωσης, ενώ αργότερα ενδίδει αθώα στον προσεταιρισμό, ανοίγοντας το δρόμο στην πρωταγωνίστρια, ώστε να μεταμορφωθεί από παθητικό θύμα σε επιθετικό κύμα. Επαρκής και ο Βασίλης Ψυλλάς ως Αγγελιαφόρος. Δεν έχει να επιδείξει κάποιο άλλο κίνητρο πέρα από το να μεταφέρει τα γεγονότα, ωστόσο ο ηθοποιός επιχειρεί μια παραστατική εκφώνηση, ενώ αναλαμβάνει παράλληλα να μας μεταφέρει στη σκηνή του θανάτου της Γλαύκης με ορθή έκφραση και κίνηση. Οι δύο ηθοποιοί παραμένουν στην αίθουσα για να ενσαρκώσουν επίσης τα δύο παιδιά της Μήδειας και του Ιάσονα, καθώς και ορισμένα μέρη του χορού που δεν κόπηκαν.

Σχετικά με τα μη λεκτικά στοιχεία που διανθίζουν την παράσταση, αξίζει να αναφερθεί πως οι φωτισμοί συνηγορούν στη δημιουργία μιας ατμόσφαιρας που αναμφίβολα υποβάλλει, καθώς το μυσταγωγικό, γοητευτικό μισοσκόταδο αγκαλιάζεται από τους τοίχους, όπως το υψηλό πηγαίνει μαζί με το χαμερπές. Η χρήση ανατολίτικων μουσικών θεμάτων εντάχθηκε αποτελεσματικά στον ιστό της παράστασης, υπερτονίζοντας έτσι το βάρβαρο, ξενικό στοιχείο που κουβαλά η ηρωίδα. Οι χορογραφίες είναι φανερό πως στόχο είχαν να βοηθήσουν στη λειτουργική κι ομαλή εναλλαγή των σκηνών, ωστόσο δεν θα έλεγα πως συνεισέφεραν ευεργετικά στο τελικό αποτέλεσμα. Ενέτειναν, μολαταύτα, την αίσθηση πως τα πρόσωπα επιδίδονται σε κάποιου είδους τελετουργία, σαν ξόρκι.

Η απουσία του χορού, που έχει ως αποστολή να βλέπει και να κρίνει, δίνει στον θεατή τη δυνατότητα να αναλάβει ο ίδιος το ρόλο αυτό, γεφυρώνοντας έτσι το χάσμα που θα δημιουργούσε η απόσταση ενός μεγάλου θεάτρου. Μέσα από τις ευθύβολες αυτές περικοπές στα χορικά για την οικονομία του χρόνου, ο σκηνοθέτης επιλέγει να φωτίσει ορισμένα καίρια σημεία του δράματος, ώστε να προτείνει τη δική του ματιά στον θεατή. Η σκηνή της παιδοκτονίας, για παράδειγμα, έχει αντικατασταθεί συμβολικά από μια σκηνή επίπονου τοκετού. Γιατί όπως λέει κι ο Χειμωνάς, ο σκοπός του έρωτα είναι η οπωσδήποτε ένωση και η βαρβαρότητά του η οποιαδήποτε πράξη για να την κατορθώσει.

Και στο τέλος, αντί η Μήδεια να αναληφθεί αιωρούμενη, για να εξαφανιστεί ανάμεσα στα σύννεφα, στέκεται δίπλα στον Ιάσονα, και οι δυο τους μοιάζουν με βασιλικό ζεύγος σε ανακωχή, λες και συμβιβάστηκαν ξαφνικά με τη μοίρα τους. Μπορεί αυτό για τον σκηνοθέτη να δικαιολογεί την άποψη του Χειμωνά περί ένωσης, στα μάτια μου όμως εξομοιώνει την σφαλερή απομάκρυνση του Ιάσονα απ’ τον οίκο με την υπερβατική πράξη της Μήδειας, που είναι κατεξοχήν μια πράξη με στόχο την ερωτική της νίκη, γι’ αυτό και θα την προτιμούσα να τον εγκαταλείπει μόνο.

Η παράσταση του Γεωργαλά, απαλλαγμένη από περίπλοκους νεωτερισμούς, προοδευτικά φληναφήματα κι επικεντρωμένη στη διαχρονική  δύναμη του έργου, έχει ως όριά της το σκοτεινό αίθριο του ξενοδοχείου «Μπάγκειον» και συνομιλεί κατά πρόσωπο με τον απέναντι, αλλά και με τον ίδιο της τον εαυτό μέσα απ’ τον λεκιασμένο καθρέφτη. Γι’ αυτό το λόγο ο θεατής οφείλει να την έχει εγγράψει στη μνήμη του.

Οι παραστάσεις ολοκληρώνονται την Κυριακή, 31 Οκτωβρίου.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ

Μετάφραση : Γιώργος Χειμωνάς

Σκηνοθεσία : Δημήτρης Γεωργαλάς

Μουσική : Πλάτων Ανδριτσάκης

Κοστούμια : Δημήτρης Ντάσιος

Φωτισμοί : Βασίλης Αποστολάτος

Επιμέλεια κίνησης : Φαίδρα Σούτου

Φωτογραφίες : Αγγελική Κοκκοβέ

Σχεδιασμός αφίσας – flyer : Ανδρέας Πούρνος

Παραγωγή: Θέατρο του Λόγου

Ερμηνείες:

Μήδεια: Τζούλη Σούμα

Ιάσονας: Δημήτρης Γεωργαλάς

Τροφός: Μαργαρίτα Βαρλάμου

Κρέων, Αιγέας: Νίκος Δερτιλής

Άγγελος: Βασίλης Ψυλλάς


Παραστάσεις έως  31 Οκτωβρίου: Πέμπτη, Παρασκευή, Σάββατο, Κυριακή, ώρα: 21.30

Τιμές εισιτηρίων: γενική είσοδος 15 ευρώ, φοιτητικό, άνω των 65 και ανέργων 12 ευρώ, ατέλεια 5 ευρώ

Πληροφορίες και κρατήσεις στο 6944665561 καθώς και στο viva.gr 

 


 

Μπάγκειον

Διεύθυνση: Πλ. Ομόνοιας 18, Αθήνα 105 52

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ