Και τώρα τι θα γενούμε χωρίς ποιητές;

Και τώρα τι θα γενούμε χωρίς ποιητές;
ΠΡΟΒΟΛΗ

Πολλά είναι αυτά που έχουν γραφτεί για τη περυσινή χρονιά, πολλά εκείνα που θα γραφτούν στο μέλλον με αφορμή αυτή. Πολλά και σπουδαία ήταν κι αυτά που έγραψαν κι άφησαν πίσω τους πέντε σημαντικές προσωπικότητες των γραμμάτων που έφυγαν από τη ζωή το 2020.

Σαν να μην έφταναν όλες οι σκέψεις που εγκλωβίζουν το σύγχρονο Έλληνα μέσα στον στοχαστικό προβληματισμό και την αμφισημία, όσον αφορά τους τρόπους με τους οποίους έχει διαμορφώσει την αντίληψη και την συνείδησή του η χρονιά που μας πέρασε, παράλληλα καλείται να ‘ρθει αντιμέτωπος με την αναζήτηση της ατομικής του αλήθειας μέσα από τη ανάγνωση της ποίησης, που λιγοστεύει ολοένα και περισσότερο.

Φυσικά, ο θάνατος ενός ποιητή ή μιας ποιήτριας δεν καθιστά σαθρά όλα τα υπαρξιακά θεμέλια που έχει ρίξει για τον εαυτό του ο κάθε άνθρωπος – αλίμονο αν αυτό συνέβαινε. Αυτό που καταφέρνει να πετύχει, όμως, είναι να ενισχύσει σε κάποιο βαθμό την αβεβαιότητα κι απαισιοδοξία που αισθάνεται κανείς όταν το πλήθος των πνευματικών ανθρώπων μιας χώρας καθίσταται με γοργούς ρυθμούς μειονότητα κι όταν ο πνευματικός χώρος στον οποίο καταφεύγει πλήττεται από τόσο σημαντικές απώλειες.

Γιατί όμως να ταράζεται κανείς από το θάνατο ενός πνευματικού ανθρώπου; Άραγε δεν έφυγε πλήρης ημερών κι έχοντας προσφέρει ό,τι είχε μέσα του; Άραγε το έργο του δεν μένει πίσω; Δεν μπορεί αυτό να επιτελέσει το σκοπό του προς το κοινωνικό σύνολο, ακόμα κι αν ο δημιουργός του έχει φύγει απ’ τη ζωή;
Η απάντηση είναι πως ασφαλώς και μπορεί, κι αυτό είναι μάλιστα και το πιο παρήγορο - ό,τι έχει γραφτεί δεν πεθαίνει. Όπως συμβαίνει με κάθε απώλεια, ίσως αυτό να αποτελεί τη μετάβαση σε μια συνθήκη ωριμότητας κι ενηλικίωσης: το να χάνεις τις σταθερές σου και να μαθαίνεις να ζεις δίχως όλα αυτά και αυτούς που αγαπούσες.


Ωστόσο το ζήτημα είναι γενικότερο, ιδιαίτερα όταν φεύγουν από τη ζωή άνθρωποι που μέσα από το έργο τους επιχειρούν τη διάσωση μιας μνήμης και την προσφορά παρηγοριάς σε όσους την αναζητούν.

Ο ποιητής μπορεί να είναι κατά κάποιον τρόπο ένας αποσυνάγωγος, αλλά η παιδευτική του πορεία μέσα από τη γραφή τον φτάνει σε ένα τέτοιο σημείο ωριμότητας, ώστε μπορεί και στέκεται με ειλικρινή σεβασμό απέναντι σε κάθε άνθρωπο, ιδιαίτερα σε χαλεπούς καιρούς. Και οι πνευματικοί άνθρωποι εν γένει οφείλουν να δρουν ενεργά και διαφωτιστικά απέναντι στο κοινωνικό σώμα, εφόσον πολλές φορές τα άτομα αδυνατούν να αντιληφθούν τους μηχανισμούς χειραγώγησης και προπαγάνδας που φέρονται εναντίον τους εκ μέρους των εξουσιών. Κανένας νέος ποιητής ή ποιήτρια δεν θα αναπληρώσει το κενό των πέντε παρακάτω ανθρώπων που έφυγαν από τη ζωή, ωστόσο θα ελαφρύνουν λίγο το βάρος της απώλειας, ώστε να μη νιώθουμε τόσο λίγοι κι αστήρικτοι μέσα στο χάος του κόσμου που μας εμπεριέχει.

Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ

Τα ποιήματα δεν μπορούν πια
να ‘ναι ωραία
αφού η αλήθεια έχει ασχημύνει.
Ποιητικό Υστερόγραφο, «Η Ανορεξία Της Ύπαρξης» (2011)

Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ γεννήθηκε στην Αθήνα τον Φεβρουάριο του 1939. Ήταν η πνευματική κόρη του Νίκου Καζαντζάκη, που διατηρούσε φιλικές σχέσεις με τον πατέρα της. Στα 17 της χρόνια δημοσιεύει στο περιοδικό Καινούργια εποχή το ποιήμά της «Μοναξιά», έπειτα από παρότρυνση του ίδιου του Καζαντζάκη. Άρθρα για την ποίηση και την μετάφραση της ποίησης έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά και εφημερίδες. Το έργο της έχει μεταφραστεί σε περισσότερες των δέκα γλωσσών και ποιήματα της εμπεριέχονται σε λογοτεχνικές ανθολογίες. Ήταν διπλωματούχος μεταφράστρια και διερμηνέας. Το 1962 τιμήθηκε με το Α΄ Βραβείο Ποίησης της πόλης της Γενεύης. Το 2000 τιμήθηκε με το βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών. Το 2014 βραβεύτηκε με το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για το σύνολο του έργου της.

Κική Δημουλά

Όσο μπόρεσα έφερ’ αντίσταση σ’ αυτό το ποτάμι
όταν είχε νερό πολύ, να μη με πάρει,
κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό
στα ξεροπόταμα
και παρασύρθηκα.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη
Σε σωστή ώρα νυχτώνει.
Πέρασα, «Το λίγο του Κόσμου» (1971)

Η Κική Δημουλά γεννήθηκε το 1931 στην Αθήνα. Επί 25 χρόνια εργάστηκε ως υπάλληλος στην Τράπεζα της Ελλάδος. Παντρεύτηκε τον μαθηματικό και ποιητή Άθω Δημουλά, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά. Το 2002 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Το 1972 τιμήθηκε με το Β' Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή «Το λίγο του κόσμου», το 1989 με το Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή «Χαίρε ποτέ» και το 1995 με το Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για τη συλλογή «Η εφηβεία της λήθης». Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ισπανικά, τα ιταλικά, τα πολωνικά, τα βουλγαρικά, τα γερμανικά και τα σουηδικά.

Γιάννης Δάλλας

Μετά την εποχή των αγενών μετάλλων
τη βασιλεία του τροχού κι ώς τη διάσπαση του ατόμου
ιδού που αναβοσβήνει και για σένα
η ηλεκτρονική επανάσταση της ύλης
και αντιύλης
Μη φωνασκείς λοιπόν χέρι που γράφεις
μη θορυβείς και πάψε να χειρονομείς
πίσω απ’ τις λέξεις
Το ιμπέριουμ της φωνής σου τέρμα!
Μη φωνασκείς, «Πρωθύστερα» (2018)

Ο Γιάννης Δάλλας γεννήθηκε το 1924 στη Φιλιππιάδα. Υπήρξε ποιητής, νεοελληνιστής και μεταφραστής έργων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Σπούδασε κλασική φιλολογία στην Αθήνα και υπηρέτησε ως καθηγητής στη μέση και στην ανώτατη εκπαίδευση. Eξέδωσε δεκατρείς ποιητικές συλλογές. Τιμήθηκε με τη διάκριση του πρώτου Κρατικού Βραβείου Κριτικής και Δοκιμίου (1987), καθώς και του Μεγάλου Βραβείου Λογοτεχνίας για το σύνολο του έργου του (1999).

Ντίνος Χριστιανόπουλος

Εσείς που βρήκατε τον άνθρωπό σας
κι έχετε ένα χέρι να σας σφίγγει τρυφερά,
έναν ώμο ν’ ακουμπάτε την πίκρα σας,
ένα κορμί να υπερασπίζει την έξαψή σας,
κοκκινίσατε άραγε για τη τόση ευτυχία σας,
έστω και μια φορά;
Είπατε να κρατήσετε ενός λεπτού σιγή
για τους απεγνωσμένους;
Ενός λεπτού σιγή, «Ανυπεράσπιστος Καημός» (1960)

Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Κωνσταντίνου Δημητριάδη) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1931. Φοίτησε στο Τμήμα Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και από το 1958 ως το 1965 εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της πόλης. Την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία πραγματοποίησε το 1949 με τη δημοσίευση του ποιήματος «Βιογραφία» στο περιοδικό της Θεσσαλονίκης «Μορφές». Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Εποχή των ισχνών αγελάδων». Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από έντονα ερωτική διάθεση και επιρροές από το έργο του Κωνσταντίνου Καβάφη.

Δημήτρης Ελευθεράκης

Κάποτε έβγαινα στο σύμπαν με λευκά φτερά.
Στα σπλάχνα μου σκιρτούσε ένα έμβρυο.
Πέφταν στο δέρμα μου οι κτύποι της καρδιάς του
σαν χιονισμένα άστρα.
Άλλαξαν όλα. Τα σοβιέτ κατέρρευσαν' το Λένινγκραντ
μετονομάστηκε σε Αγία Πετρούπολη' η φυλακή
έγινε μουσείο Ιστορίας' και στο μετρό
φωτογραφίες εξαφανισμένων παιδιών.
Άννα Αχμάτοβα, «Η Στέππα» (2006)

Ο Δημήτρης Ελευθεράκης γεννήθηκε το 1978 στην Αθήνα. Σπούδασε ελληνική και ξένη φιλολογία στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και το Εδιμβούργο. Ποιήματά του πρωτοδημοσιεύτηκαν το 1998 στο περιοδικό Νέα Εστία. Επιμελήθηκε τις εκδόσεις των ποιημάτων του Κ.Γ. Καρυωτάκη (2010) και του Κ.Π. Καβάφη (2011) και δημοσίευσε, μαζί με τους ποιητές Δημήτρη Αγγελή και Σταμάτη Πολενάκη, το βιβλίο «Με το περίστροφο του Μαγιακόφσκι: μία συζήτηση για την ποίηση» (2010). Είχε δημοσιεύσει πέντε ποιητικές συλλογές: «Το καθαυτό χειρόγραφο» (2001), «Προσωρινή μετάθεση» (2004), «Ρέκβιεμ για ένα φίλο» (2005), «Η στέππα» (2006) και τα «Εγκώμια» (2013). Η τελευταία του ποιητική συλλογή με τίτλο «Άσπρα μήλα» αναμένεται να κυκλοφορήσει τους επόμενους μήνες.

* Οι -μοναδικής αισθητικής- φωτογραφίες της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ, της Κικής Δημουλά και του Γιάννη Δάλλα, είναι τραβηγμένες και ανήκουν στον σκηνοθέτη, φωτογράφο και σεναριογράφο, Μιχάλη Αναστασίου, ο οποίος και μας τις παραχώρησε ευγενικά. Τον ευχαριστούμε θερμά.

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ