Λιβύη: τα συστατικά μίας αμφίβολης μετάβασης

Την Παρασκευή (5 Φεβρουαρίου 2021) ορίστηκε η νέα μεταβατική κυβέρνηση ή πιο σωστά μεταβατική αρχή της Λιβύης, που εκλέχθηκε στο πλαίσιο του Φόρουμ για τον Πολιτικό Διάλογο στη Λιβύη υπό τη αιγίδα του ΟΗΕ.

Λιβύη: τα συστατικά μίας αμφίβολης μετάβασης
ΠΡΟΒΟΛΗ

Γράφει η Μαρίνα Ελευθεριάδου

Η μεταβατική αρχή που αποτελείται από τον Αμπντουλχαμίντ Ντμπέιμπα στη θέση του πρωθυπουργού και ένα τριμελές προεδρικό συμβούλιο με επικεφαλής τον πρώην πρέσβη της Λιβύης στην Αθήνα, Μοχάμεντ Μένφι, είναι επιφορτισμένη με την προετοιμασία του εδάφους για τη διενέργεια εκλογών τον Δεκέμβριο του 2021. Από την έναρξη του 2ου εμφυλίου το 2014, έχουν ανακοινωθεί εκλογές αρκετές φορές αλλά οι πολιτικές και στρατιωτικές εξελίξεις καθιστούσαν τη διεξαγωγή τους αδύνατη. Αν και είναι ακόμα νωρίς να προδιαγράψουμε τη μοίρα των εκλογών του Δεκεμβρίου, είναι αρκετά πιθανό η εξέλιξη να είναι ίδια και αυτή τη φορά.

Στην παρούσα φάση μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αποκωδικοποίηση της διαδικασίας και των ισορροπιών που καθόρισαν τη σύσταση της μεταβατικής αρχής. Οι διαφωνίες σχετικά με το μέγεθος του σώματος, τη σύνθεση των ψηφοδελτίων και τη διαδικασία της εκλογής της νέας αρχής είναι ενδεικτικές της καχυποψίας και του διχασμού που χαρακτηρίζει τον πολιτικό χάρτη της Λιβύης. Η διαδικασία που επιλέχθηκε, μετά από εβδομάδες διαβουλεύσεων, προέβλεπε την εκπροσώπηση των τριών περιφερειών της Λιβύης (Τριπολιτάνια, Κυρηναϊκή και Φεζάν) σε όλα τα ψηφοδέλτια, γεγονός που αναδεικνύει τις βαθιές γεωγραφικές τομές που υπάρχουν στη χώρα, οι οποίες ενισχύθηκαν περαιτέρω λόγω του εμφυλίου.

Δύο οριοθετημένα στρατόπεδα;

Υπάρχει συχνά η τάση να προσεγγίζεται η σύγκρουση στη Λιβύη ως αντιπαράθεση μεταξύ δύο οριοθετημένων στρατοπέδων, δηλαδή ως σύγκρουση μεταξύ ισλαμιστικών και κοσμικών δυνάμεων ή (στο παρελθόν κυρίως) ως σύγκρουση μεταξύ φιλο-κανταφικών και αντι-κανταφικών δυνάμεων. Η ανάγνωση αυτή παραβλέπει αφενός τη σημασία της παραδοσιακής αντιπαλότητας μεταξύ της Τριπολιτάνιας και της Κυρηναϊκής που χρονολογείται τουλάχιστον από την ίδρυση του κράτους της Λιβύης. Αντίστοιχα, παραβλέπει τον ρόλο των συμφερόντων επιμέρους φυλών, ισχυρών πολιτικών παραγόντων και, μετά το 2011, διαφόρων πολιτοφυλακών. Η προτίμηση πολλών τοπικών δυνάμεων να χρησιμοποιούν ονόματα στρατιωτικών σχηματισμών (π.χ. Ταξιαρχία) ή στην περίπτωση των δυνάμεων υπό τη διοίκηση του Χαλίφα Χαφτάρ τον τίτλο «Λιβυκός Εθνικός Στρατός» δημιουργεί την εικόνα τακτικών στρατιωτικών δυνάμεων με ξεκάθαρες και ιεραρχικές δομές διοίκησης και ελέγχου.
Στην πραγματικότητα, τόσο οι δυνάμεις της κυβέρνησης της Τρίπολης όσο και εκείνες της κυβέρνησης του Τομπρούκ αποτελούνται από ένα συνονθύλευμα από τοπικές πολιτοφυλακές και φυλετικούς στρατιωτικούς σχηματισμούς που πολύ συχνά συντάσσονται με το ένα ή το άλλο στρατόπεδο ωθούμενοι από προσωπικές αντιπαλότητες, τον φόβο αντιποίνων ή προσωπικά συμφέροντα. Η προέλαση των δυνάμεων του Χαφτάρ στη δυτική Λιβύη σε μεγάλο βαθμό στηρίχθηκε σε αυτού του είδους τις ευκαιριακές και ενίοτε «ανίερες» συμμαχίες. Οι σαλαφιστικές πολιτοφυλακές που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ανακατάληψη της Βεγγάζης και στη μετέπειτα προέλαση προς τη δυτική Λιβύη, αποτελούν χαρακτηριστικό αλλά σε καμία περίπτωση το μοναδικό παράδειγμα. Στο αντίπαλο στρατόπεδο οι επίσημες δυνάμεις της Τρίπολης έχουν προ πολλού απωλέσει τη στρατιωτική πρωτοβουλία, η οποία έχει περάσει στα χέρια των πολιτοφυλακών της Μισράτα. Το γεγονός ότι τα δύο ψηφοδέλτια που αναμετρήθηκαν στον δεύτερο γύρο της διαδικασίας εκλογής της μεταβατικής αρχής προόριζαν για τη θέση του πρωθυπουργού προσωπικότητες από αυτή την περιοχή, έδειξε ότι η μετατόπιση της ισχύος δεν είναι πλέον μόνο στρατιωτική αλλά και πολιτική.

Η Μισράτα

Ο αναβαθμισμένος ρόλος της Μισράτα στις πολιτικές ισορροπίες της Λιβύης είναι αναμφισβήτητα προϊόν της στρατιωτικής ικανότητας των τοπικών πολιτοφυλακών. Παράλληλα, τονίζει και την σημασία των εξωτερικών δρώντων που εμπλέκονται σε μια εμφύλια σύγκρουση: στη συγκεκριμένη περίπτωση της Τουρκίας, με την οποία οι στρατιωτικοί και πολιτικοί παράγοντες της Μισράτα έχουν αναπτύξει προνομιακή σχέση. Ωστόσο, το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας αναδεικνύει και τους περιορισμούς της εξωτερικής επιρροής και το σημαντικότερο -για την επίλυση της σύγκρουσης- τον «παρεμποδιστικό» ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν και οι τοπικοί δρώντες.

Η αποτυχία του ψηφοδελτίου που περιλάμβανε τον πρόεδρο του κοινοβουλίου του Τομπρούκ, Αγκίλα Σάλεχ, και τον υπουργό Εσωτερικών της κυβέρνησης της Τρίπολης, Φάτχι Μπασάγκα, να επικρατήσει έναντι υποψηφίων με ξεκάθαρα μικρότερο πολιτικό εκτόπισμα, κατέδειξε ότι αμφότερες οι πλευρές δεν επιθυμούσαν την εκλογή μιας ισχυρής μεταβατικής κυβέρνησης.
Ο Χαφτάρ που μετά την αποτυχία του να καταλάβει την Τρίπολη βρίσκεται υπό αμφισβήτηση, δεν επιθυμούσε την επικράτηση του Σάλεχ, ο οποίος παρουσιάζεται από πολλούς ως πιθανός αντικαταστάτης του. Αντίθετα, ο Μένφι προέρχεται μεν από την ανατολική Λιβύη αλλά δεν διαθέτει ιδιαίτερο έρεισμα στην Κυρηναϊκή. Το γεγονός ότι παρέμεινε στη θέση του ως πρέσβης στην Ελλάδα μετά την έναρξη του εμφυλίου και μέχρι την απέλασή του στα τέλη του 2019, καταδεικνύει ότι έχει αρκετά καλές (ή τουλάχιστον όχι εχθρικές) σχέσεις με το πολιτικό κατεστημένο της Τριπολιτάνια. Αυτό σημαίνει ότι δεν είναι σε θέση να απειλήσει τον Χαφτάρ και αναμένεται να αντιμετωπιστεί με καχυποψία από τις δυνάμεις της ανατολικής Λιβύης.
Αντίστοιχα, ο Φάγιεζ αλ-Σαράτζ που παρά τις διαβεβαιώσεις του δεν φαίνεται ακόμα διατεθειμένος να εγκαταλείψει την λιβυκή πολιτική σκηνή, βλέπει και εκείνος με ιδιαίτερη καχυποψία τις πολιτικές φιλοδοξίες του Μπασάγκα, με τον οποίο έχει έρθει σε ευθεία αντιπαράθεση τους τελευταίους μήνες. Αντιθέτως, ο Ντμπέιμπα που έχει κυρίως το προφίλ του επιχειρηματία, δεν διαθέτει την πολιτική βάση που θα τον καθιστούσε απειλή για τον Σαράτζ.

Εν κατακλείδι, αν και οι συγκρούσεις σε μεγάλο βαθμό έχουν σταματήσει μετά τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός (Οκτώβριος 2020), ο δρόμος για την επίλυση της σύγκρουσης είναι ακόμα μακρύς. Η συγκεκριμένη μεταβατική κυβέρνηση είναι εξαιρετικά αδύναμη για να επιτύχει τον σκοπό της (εκλογές) και -το βασικότερο- να θέσει υπό τον έλεγχό της το σύνολο των πολιτικών και στρατιωτικών δυνάμεων της χώρας.

*Μαρίνα Ελευθεριάδου είναι διδάσκουσα στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ