Το Θύμα και ο Θύτης

Συμπάθεια για το θύμα και αντιπάθεια ως και μίσος για το θύτη: Αυτά είναι τα συνηθισμένα συναισθήματα.

Το Θύμα και ο Θύτης
ΠΡΟΒΟΛΗ

Αυτοί όμως είναι δύο ρόλοι που φαινομενικά είναι ξεκάθαροι. Συμπεριφορικά είναι ξεκάθαροι. Όταν απομονώσουμε ένα περιστατικό, είναι ξεκάθαροι. Όταν εστιάσουμε σε μία χρονική στιγμή, είναι ξεκάθαροι.

Στην ουσία τους, στη βαθύτερη ψυχική τους ανάλυση, δεν είναι τόσο ευδιάκριτα τα όρια και η δυναμική ανάμεσα σε αυτούς τους δύο ρόλους, δεν είναι καθόλου γραμμική αλλά πολύπλοκα κυκλική.

Σε καμία περίπτωση μία τέτοια ανάλυση δεν έχει στόχο τη νομιμοποίηση της οποιασδήποτε συμπεριφοράς ενός θύτη σε ένα θύμα. Στόχο όμως έχει τον προβληματισμό και την μη μονομερή θέαση και ανάλυση συμπεριφορών και καταστάσεων. Τα πράγματα δεν είναι ποτέ μαύρα-άσπρα. Αν βλέπουμε τις καταστάσεις μέσα από τέτοια δίπολα, έχουμε πάντα τον κίνδυνο να γίνουμε αυτό που «απεχθανόμαστε».

Το βασικό συναίσθημα ανάμεσα στο θύτη και το θύμα είναι ο φόβος.
Το θύμα φοβάται το θύτη σε σχέση με την ψυχική και σωματική του ακεραιότητα. Εξαρτάται πολλές φορές από το θύτη: συναισθηματικά αλλά και πρακτικά.
Επίσης, πολλές φορές η θέση του θύματος ενισχύεται και από συναισθήματα ενοχής, τη συνεχή αίσθηση «εγώ φταίω» και από συναισθήματα αδυναμίας και ανημποριάς.
Αλλά και ο θύτης έχει φόβο, ένα φόβο καλυμμένο. Το φόβο ότι η δύναμή του εξαρτάται από το θύμα. Το θύμα, στην ουσία, δίνει την αίσθηση εξουσίας στο  θύτη, κάτι που κατά βάθος γνωρίζει πολύ καλά. Ο θύτης γίνεται "θύμα" όταν το θύμα βγαίνει από το ρόλο του. Από την άλλη, παραμένει αιώνια θύτης στην περίπτωση που το θύμα συνεχίζει να εμμένει στο ρόλο του.

Αυτή θα μπορούσε να είναι και μία θεραπευτική οδός: να συνειδητοποιήσει το θύμα τη δύναμή του.
Θα μπορούσε βέβαια και ο θύτης να αποφασίσει να πάψει να είναι θύτης. Αυτό όμως συμβαίνει σπάνια γιατί οι άνθρωποι δεν αποχωρίζονται εύκολα την ισχύ και την εξουσία τους.

Επίσης, αν συνεχίζουμε να βλέπουμε τις καταστάσεις μόνο μέσα από το δίπολο θύματος - θύτη δεν θα σταματήσει μάλλον ποτέ ο φαύλος κύκλος της ψυχολογικής και της σωματικής βίας. Απλά θα εναλλάσσονται συνέχεια οι ρόλοι.
Ας μην ξεχνάμε ότι το μεγαλύτερο ποσοστό των θυτών έχουν υπάρξει θύματα κάποια στιγμή στη ζωή τους και μέσα από το μηχανισμό της «ταύτισης με τον επιτιθέμενο» ανέπτυξαν με δυσλειτουργικό τρόπο την κυριαρχία, δύναμη και εξουσία που νομίζουν ότι έχουν.

Τι σημαίνει η «ταύτιση με τον επιτιθέμενο»;
Πολύ απλά θα λέγαμε ότι είναι ένας μηχανισμός άμυνας. Όταν φοβόμαστε κάποιον (βασικά στην παιδική ηλικία αλλά και στην ενήλικη ζωή) συχνά υιοθετούμε τη δική του άποψη και θέση. Αυτό μπορεί να γίνει είτε υποσυνείδητα, και στην ουσία να μην έχουμε ξεκάθαρη εικόνα ότι το κάνουμε, αλλά και πιο συνειδητά. Με αυτό τον τρόπο φυσικά και προδίδουμε τον εαυτό μας, αλλά προσωρινά σταθεροποιούμε την αυτοεκτίμησή μας γιατί συμφωνούμε με την άποψη του «δυνατού». Στην ουσία, είναι ένας τρόπος για να πάψουμε να φοβόμαστε.

Εδώ είναι ένα κλασικό παράδειγμα που είναι ευρέως γνωστό, του παιδιού που κακοποιείται λεκτικά και σωματικά από τους γονείς τους. Φυσικά και φοβάται πάρα πολύ, γιατί η ζωή του εξαρτάται από αυτούς, και μετά πηγαίνει και κακοποιεί τις κούκλες του ή κάποια πιο αδύναμα παιδάκια στο νηπιαγωγείο.
Τη στιγμή που κακοποιείται από τους γονείς, ενεργοποιούνται εσωτερικά και υποσυνείδητα όλες οι φαντασιώσεις μεγαλείου, «θα μεγαλώσω και θα γίνω δυνατός και θα σου δείξω εγώ...». Αλλά μέχρι να γίνει δυνατός και μεγάλος, «δείχνει» στους άλλους αδύναμους.
Δεν είναι ένα κακό παιδί, φυσικά. Αλλά είναι ένα πολύ φοβισμένο παιδί, που για να ξεπεράσει το φόβο του γίνεται θύτης. Φυσικά υπάρχουν και οι φαντασιώσεις καταστροφής του ίδιου του εαυτού του και όχι του άλλου. Σαν μία εκδίκηση, με επιθετικότητα που στρέφεται εναντίον του ίδιου, «θα κάνω κακό στον εαυτό μου και θα σου δείξω εγώ». Όπου, σε αυτή την περίπτωση, το θύμα γίνεται θύτης εναντίον του ίδιου του του εαυτού.

Και για να βάλω ακόμα ένα χρωματισμό σε αυτή τη μικρή ανάλυση των ρόλων και να προσπαθήσω να σπάσω ακόμα λίγο το δίπολο, θα εισαγάγω τον όρο της παθητικής επιθετικότητας. Ο άνθρωπος που ενδύεται το ρόλο αυτόν, είναι άραγε θύμα ή θύτης;
Οι άνθρωποι που ανήκουν σε αυτό τον τύπο δεν συμπεριφέρονται ενεργά επιθετικά, αλλά η επίδραση της συμπεριφοράς τους στους άλλους έχει επιθετικό χαρακτήρα. Στην ουσία, προκαλούν με τη συμπεριφορά τους την επιθετικότητα των άλλων, μεταβιβάζουν τη δική τους επιθετικότητα στον άλλον, αλλά όχι ανοιχτά.
Ένα μικρό, απλό παράδειγμα: αντί να πω σε κάποιον που μου μιλάει «δεν θέλω να σου μιλάω άλλο, παράτα με, σήκω φύγε», δεν του δίνω καμία απάντηση την ώρα που μου μιλάει, δεν τον κοιτάω καν στα μάτια όταν μου μιλάει, δεν του δίνω καμία σημασία, αλλά προσποιούμαι ότι ακούω. Εγώ δεν εκφράζω ανοιχτά την επιθετικότητά μου, αλλά μπορώ να κάνω τον απέναντί μου έξαλλο, να τον θυμώσω.

Επίσης όταν δεν θέλω να κάνω κάτι και δεν εκφράζω ανοιχτά τη δυσαρέσκειά μου, αλλά απλά το ξεχνάω επανειλημμένα να το κάνω. Έτσι μπορεί να «προκαλέσω» τον απέναντι να έχει μία επιθετική συμπεριφορά απέναντί μου και, στην ουσία, να εκφράσει το δικό μου καταπιεσμένο συναίσθημα.

Η προτροπή είναι να κάνουμε τη διεργασία της σκέψης μας λίγο πιο πολύπλοκη. Φυσικά, οποιαδήποτε πράξη ενός θύτη, και ειδικότερα όταν αυτή περιλαμβάνει κατάχρηση εξουσίας, σωματική και λεκτική βία, ψυχολογική βία, σεξουαλική βία, είναι απόλυτα κατακριτέα. Αλλά αν μείνουμε μόνο στην κατακραυγή και τη χρησιμοποιήσουμε κιόλας για να εκφράσουμε και δικά μας καταπιεσμένα επιθετικά συναισθήματα, έχουμε τον κίνδυνο να γίνουμε εμείς οι θύτες στους πρώην θύτες.

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ