Σύγκρουση κυβέρνησης - εκπαιδευτικών για την αυτοαξιολόγηση: Τι πραγματικά συμβαίνει;

Πέρσι και φέτος, μέσα σε συνθήκες πανδημίας, εγκλεισμού και απαγορεύσεων κυκλοφορίας και συγκεντρώσεων, με κλειστά σχολεία, το Υπουργείο Παιδείας και η κυβέρνηση της ΝΔ ψήφισε και έθεσε σε εφαρμογή μια σειρά αντιεκπαιδευτικών νόμων που φέρνουν συντριπτικά πλήγματα σε βάρος των εργασιακών κατακτήσεων των εκπαιδευτικών αλλά κυρίως εναντίον της Δημόσιας Εκπαίδευσης και των μορφωτικών δικαιωμάτων των μαθητών.

Σύγκρουση κυβέρνησης - εκπαιδευτικών για την αυτοαξιολόγηση: Τι πραγματικά συμβαίνει;
ΠΡΟΒΟΛΗ

ΓΡΑΦΕΙ Ο ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΣΓΑΤΖΟΣ*

Το συνολικό αυτό πλέγμα νόμων, υπουργικών αποφάσεων, εγκυκλίων με το οποίο βομβαρδίζεται κυριολεκτικά η εκπαίδευση και τα σχολεία, αποτελεί ακόμα ένα σοβαρό βήμα στην αλυσίδα των νέο-συντηρητικών μνημονιακών αντιεκπαιδευτικών αναδιαρθρώσεων, στη γραμμή της νεοφιλελελεύθερης ατζέντας του ΟΟΣΑ, της ΕΕ και του ΣΕΒ.

Οι περικοπές σε προσλήψεις και οι καταργήσεις και συγχωνεύσεις τμημάτων και σχολικών μονάδων πάνε χέρι - χέρι με την αύξηση των μαθητών ανά τμήμα και τις συνέπειες που αυτή φέρνει στην ποιότητα και τη μορφή του εκπαιδευτικού έργου, όπως επίσης και στα μορφωτικά δικαιώματα των μαθητών.

Στον πυρήνα του πλέγματος αυτού, υπάρχει ένα ιδιόμορφο μίγμα νεοσυντηρητισμού και νεοφιλελευθερισμού, περιέχοντας ταυτόχρονα όλα τα στοιχεία των αντιεκπαιδευτικών πολιτικών με τις οποίες αναμετρήθηκε το εκπαιδευτικό κίνημα τις τελευταίες τρεις δεκαετίες: Αξιολόγηση, ανταγωνισμός, κατηγοριοποίηση, «αριστεία», απόρριψη, περικοπές, ταξικοί φραγμοί

Πρόκειται σε τελική ανάλυση για μια πολιτική που δημιουργεί για τους λίγους, τα πρότυπα – πειραματικά σχολεία της "αριστείας" ενώ από την άλλη για τη μαθητική "πλέμπα", το φθηνό σχολείο της γειτονιάς και τα ΙΕΚ.

Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας αποδείχθηκε ο συνεπέστερος εντολοδόχος και προστάτης ταυτόχρονα των σχολαρχών, των ιδιωτικών συμφερόντων και των επιχειρηματιών φίλων της.

Τους μαθητές περιμένει από την ΣΤ τάξη του Δημοτικού ένα ατελείωτο τείχος από αλλεπάλληλες εξεταστικές δοκιμασίες είτε για τη δική τους αξιολόγηση είτε για την αξιολόγηση των δασκάλων και καθηγητών τους. Το σχολείο όπως το ξέραμε συνεχίζει να μετατρέπεται σε σχολείο των κατακερματισμένων δεξιοτήτων (βλέπε: Εργαστήρια Δεξιοτήτων) στα πρότυπα και τις ανάγκες της αγοράς και των εργοδοτών.

Ακόμη και στο νηπιαγωγείο το πρόγραμμα σταδιακά μεταλλάσσεται σε ωρολόγιο πρόγραμμα δημοτικού σχολείου με διακριτά αντικείμενα, ενώ πάνω από τις τελευταίες τάξεις του δημοτικού τα παιδιά οφείλουν να προετοιμάζονται για το εξεταστικό κάτεργο της δευτεροβάθμιας.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η αξιολόγηση και η αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων και των εκπαιδευτικών επαναφέρει τον επιθεωρητισμό με έμφαση στην κατηγοριοποίηση και τον ανταγωνισμό των σχολικών μονάδων καθώς και την ατομική αξιολόγηση την χειραγώγηση και την κατηγοριοποίηση των εκπαιδευτικών.

Το σχολείο των ποσοτικών δεικτών

Η αξιολόγηση της σχολικής μονάδας αποτελείται από τον προγραμματισμό και από την αυτοαξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου της σχολικής μονάδας που είναι διπλή:

1) Εσωτερική αξιολόγηση από το Σύλλογο Διδασκόντων 

2) Εξωτερική αξιολόγηση από τον Συντονιστή Εκπαιδευτικού Έργου που είναι υπεύθυνος για κάθε σχολική μονάδα.

Με έμφαση επισημαίνεται η συμβολή των δράσεων του Συλλόγου Διδασκόντων στην  αξιολόγηση του εκπαιδευτικού – διδακτικού έργου ενώ στον ετήσιο προγραμματισμό εντάσσονται και οι ομάδες δράσεων επαγγελματικής ανάπτυξης των εκπαιδευτικών. Η έκθεση προγραμματισμού του εκπαιδευτικού έργου δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του σχολείου και σε πλατφόρμα του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ), με πανοπτικό έλεγχο από την Αρχή Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ΑΔΙΠΠΔΕ) πυροδοτώντας έτσι μια διαδικασία ανταγωνισμού, κατηγοριοποίησης και ταξινόμησης των σχολικών μονάδων με υπέρτατο κριτήριο τη συμμόρφωσή τους με τις αντιεκπαιδευτικές πολιτικές.

Εν τέλει, στόχευσή τους είναι τα παιδιά, οι εκπαιδευτικοί και τα σχολεία να αξιολογούνται και να κατηγοριοποιούνται με βάση ποσοτικούς δείκτες για την αποδοτικότητα και τις επιδόσεις τους. Οι δείκτες αυτοί φυσικά καμία σχέση δεν έχουν με τις πραγματικές μορφωτικές, ψυχο-παιδαγωγικές και κοινωνικές ανάγκες που πρέπει να καλύπτει το σχολείο και τελικά ο παιδαγωγικός ρόλος των εκπαιδευτικών.

Αυτή η κατηγοριοποίηση διαμορφώνει ένα μέλλον δυστοπικό για τις εργασιακές συνθήκες, αλλά κυρίως για το περιεχόμενο του σχολείου.
Διαλύει τους εκπαιδευτικούς σε εργασιακό, δημιουργικό, συναισθηματικό επίπεδο. Υποβαθμίζεται ο δημόσιος χαρακτήρας του σχολείου, εξαναγκάζοντάς το να λειτουργεί με όρους ανταγωνισμού, πλήττει τους μη προνομιούχους μαθητές και αυξάνει τους αποκλεισμούς και τη «σχολική αποτυχία» η οποία θα αποδίδεται ως «ατομική ευθύνη».

Επίσης αποκλείει την πολύπλευρη μόρφωση που δεν συνδέεται με κατακερματισμένες και τυποποιημένες δεξιότητες.

Στο παρασκήνιο, το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: όποιος και όποια δεν συμμορφώνεται και δεν ανταποκρίνεται στις επιταγές της αγοράς και του αυστηρού αυταρχικού πλαισίου της κυβέρνησης θα χαρακτηρίζεται μη αποδοτικός άρα μη αναγκαίος, με άλλα λόγια θα περισσεύει, θα αποκλείεται από την εργασία, από το σύστημα υγείας, από το δημόσιο σχολείο, τελικά από μια αξιοπρεπή και αξιοβίωτη ζωή. Οι στρατηγικοί αυτοί στόχοι αποτυπώνονται εμφατικά στο αυταρχικό και αντιδραστικό πλαίσιο λειτουργίας των λατρεμένων προτύπων σχολείων της Κεραμέως και της κυβέρνησης.

Η απεργία – αποχή

Ποια ήταν η απάντηση του εκπαιδευτικού κινήματος σε όλα αυτά;

Πέρσι και φέτος με συντριπτικά ποσοστά που άγγιζαν και ξεπερνούσαν το 90% δάσκαλοι, νηπιαγωγοί και καθηγητές ακολούθησαν την απεργία – αποχή από τις προβλεπόμενες διαδικασίες αυτοαξιολόγησης των σχολικών μονάδων, που κήρυξαν οι εκπαιδευτικές ομοσπονδίες.

Πέρσι το Υπουργείο Παιδείας αιφνιδιάστηκε από την τεράστια συμμετοχή στην απεργία αποχή. Αναπροσάρμοσε το σχετικό νομικό πλαίσιο και ξαμόλησε όλους τους παρατρεχάμενούς της με απειλές και παρόμοιες τακτικές για να κάμψει το φρόνημα των εκπαιδευτικών. Από κοντά και τα κεντρικά ΜΜΕ στην γνώριμή τους τακτική της συκοφαντίας των αγώνων των εργαζομένων και της στήριξης της κυβερνητικής πολιτικής.

Όταν είδε ότι οι φετινές αποφάσεις των συλλόγων διδασκόντων στα σχολεία για συμμετοχή στην απεργία – αποχή άρχισε να μοιάζει με καλοκαιρινή πυρκαγιά σε χορτολιβαδική έκταση, προσέφυγε στη δικαιοσύνη ζητώντας να χαρακτηριστεί η απεργία παράνομη και καταχρηστική. Φυσικά οι πρόθυμοι δικαστές βρέθηκαν όπως γίνεται κάθε φορά που η κυβέρνηση ή άλλοι εργοδότες προσφεύγουν σε αυτούς.

Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές βέβαια η υπόθεση δεν έχει κλείσει νομικά αφού εκκρεμεί η προσφυγή των εκπαιδευτικών ομοσπονδιών στο Εφετείο.

Ας μη γελιόμαστε όμως. Οι εξελίξεις που θα καθορίσουν τα πράγματα δεν θα παιχτούν στις αίθουσες των δικαστηρίων αλλά εκεί που πάντα το κίνημα των εργαζομένων πετυχαίνει τις νίκες τους. Στο δικό του γήπεδο, στους δρόμους του αγώνα, στις Γενικές Συνελεύσεις, στις καταλήψεις.

Η ήττα της κυβέρνησης δε θα είναι μόνο μια νίκη για τους εργαζόμενους σε αυτήν αλλά νίκη για όλους τους μαθητές μας και τους γονείς, για όλη την εργαζόμενη πλειοψηφία του τόπου.


*Ο Αριστείδης Σγατζός, είναι Δάσκαλος, PhD

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ