Εισαγγελέας: «Στην πραγματικότητα τελέστηκαν ακραίες πράξεις σεξουαλικής κακοποίησης εις βάρος ανηλίκων»

Αν παίζαμε πόκερ, ο όρος που θα χρησιμοποιούσαμε είναι πως ο Εισαγγελέας «κήδεψε τον Δημήτρη Λιγνάδη στο river». Όμως επειδή η δικαιοσύνη δεν είναι τζόγος, ο Εισαγγελέας, προσεκτικά και στοιχειοθετημένα, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις ευμενέστερες διατάξεις όπως ορίζει ο νόμος, πρότεινε την καταδίκη του Δημήτρη Λιγνάδη για βιασμούς ανηλίκων κατά συρροή.

Εισαγγελέας: «Στην πραγματικότητα τελέστηκαν ακραίες πράξεις σεξουαλικής κακοποίησης εις βάρος ανηλίκων»
ΠΡΟΒΟΛΗ

Ταυτόχρονα, αποδέχθηκε σχεδόν όλες τις μαρτυρίες κατηγορίας ως αληθείς, εκτός από τη μία υπόθεση όπου ο μάρτυρας δεν παρέστη στο δικαστήριο να στηρίξει την κατηγορία.

Η έναρξη της δικασίμου

Η δίκη άρχισε με τον Αλέξη Κούγια να κάνει κάποια δικονομικά αιτήματα: την κλήτευση ενός μάρτυρα, αυτοψία στον χώρο του ξενοδοχείου της Επιδαύρου και το αίτημα απομαγνητοφώνησης των συνομιλιών. Εντέλει κανένα αίτημα δεν έγινε δεκτό από την Έδρα. Δυστυχώς, κατά τη διάρκεια της ομιλίας του, ακούσαμε τον συνήγορο υπεράσπισης να αναφέρει πως ο Α. εκλιπαρούσε τον Δημήτρη Λιγνάδη για πρωκτικό σεξ και αργότερα, μπροστά στα κανάλια, έκανε λόγο για τον μάρτυρα πως «μια φόραγε ταγεράκια, μια αμάνικα και ξώπλατα, μια κοστούμι, καλλιστεία ομοφυλόφιλων», ανέφερε πως οι καταγγελίες για το Αρσάκειο έχουν παραγραφεί και πριν καν την αγόρευση του Εισαγγελέα, ανέφερε χαρακτηριστικά πως «ούτε το 10% των εισαγγελικών προτάσεων δεν υιοθετούνται». Μάλλον είχε κακό προαίσθημα.

Η εισήγηση του Εισαγγελέα

Ο Εισαγγελέας ξεκίνησε αναλύοντας τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισε την υπόθεση, αναφέροντας τις οδηγίες του Αρείου Πάγου τις οποίες ακολουθεί. Βάσει της Αρχής της Ευμενέστερης Διάταξης, ανέφερε τα χρόνια φυλακής τα οποία επισύρουν οι κατηγορίες αυτές. Ανέφερε πως η γενετήσια ελευθερία είναι ανθρώπινο δικαίωμα και πως δεν τιμωρείται κανείς για ηθικούς ή κοινωνικούς λόγους, αλλά για την προσβολή του δικαιώματος αυτού. Χαρακτηριστικά, σημείωσε και μια απόφαση του Αρείου Πάγου, πως βιασμός θεωρείται η πράξη κατά την οποία έχει μεταχειριστεί κανείς απειλή ή σωματική βία αλλά όχι σωματική βία κατά τρίτου και προσβάλλει τη γενετήσια ελευθερία, δηλαδή τη δυνατότητα να αποφασίζει αν, πότε και με ποιον θα έχει κάποιος γενετήσια πράξη οποιασδήποτε μορφής.

Ο αποδέκτης (σ.σ. της πράξης του βιασμού) μπορεί να είναι τόσο άνδρας όσο και γυναίκα, ακόμα και σε εκδιδόμενο άτομο (σ.σ. βλέπε έμμεση απάντηση στο «επαγγελματίες ομοφυλόφιλοι»). Ανέφερε πως στην έννοια της σωματικής βίας συμπεριλαμβάνονται η χρήση αλκοόλ ή ναρκωτικών. Ανέφερε πως στη δικαστική ορολογία ο εξαναγκασμός σε συνουσία μπορεί να περιλαμβάνει, πέρα από την επαφή, πεολειχία ή αιδοιολειχία (σ.σ. άρα και πρωκτολειχία), χρήση υποκατάστατων μέσων ή πράξεις που δεν περιλαμβάνουν διείσδυση. Η αντίθεση στον βιασμό δεν απαιτεί το θύμα να αντισταθεί ενεργά, καθώς αυτή μπορεί να εκφραστεί και λεκτικά. Βιασμός στοιχειοθετείται ακόμα και αν το θύμα, για διάφορους λόγους, θεώρησε μάταιη την αντίσταση (σ.σ. φόβος για περισσότερη βία, «freeze» κ.λπ.). Ουσιαστικά ο Εισαγγελέας όρισε τον βιασμό στη βάση της συναίνεσης.

Καταγγελία προς καταγγελία

Η καταγγελία του Α.

Ο Εισαγγελέας Κωνσταντίνος Κούντριας αποδέχθηκε πως ο Δημήτρης Λιγνάδης προσέγγισε τον Α. σε ηλικία 15 ετών, όπου η συνάντηση διά ζώσης έγινε την 1η Σεπτεμβρίου, όπου τον παρέλαβε με τους φίλους του από το αεροδρόμιο και τους πήγε στο σπίτι του καταγγέλλοντα. Όταν οι φίλοι του αποχώρησαν, άρχισε να τον αγγίζει και να αυνανίζεται. Όμως το περιστατικό σταμάτησε εκεί. Συναντήθηκαν ξανά καθώς ο κατηγορούμενος είχε υποσχεθεί να τον βοηθήσει επαγγελματικά. Μετά από παράστασή του, όπου παραβρέθηκε με πρόσκληση του Δ. Λιγνάδη, του προσέφερε ποτό και στριφτό τσιγάρο. Σύντομα άρχισε να μουδιάζει και να νιώθει ταχυπαλμία. Ξάπλωσε στον καναπέ όπου ο κατηγορούμενος τον εξανάγκασε σε πεολειχία, όμως ελάχιστα αργότερα έχασε τις αισθήσεις του εντελώς.

Η κατεγγελία του Σ. 

Ο δεύτερος καταγγέλλοντας ήταν ο Σ., όπου μαζί με τον Τ. και τον κατηγορούμενο, ο Εισαγγελέας αποδέχθηκε το ταξίδι τους στην Επίδαυρο τον Ιούλιο του 2015. Το Σάββατο, και ενώ ο καταγγέλων κοιμόταν, ο κατηγορούμενος μπήκε στο δωμάτιό του, άσκησε βία, επιδόθηκε σε πρωκτολειχία έως ότου εκσπερμάτισε.

Όμως όταν ανακαλύφθηκαν οι σεξουαλικές προτιμήσεις του Σ. απορρίφθηκε από την οικογένειά του και ένιωσε πως δεν είχε άλλη επιλογή από το να μείνει με τον Δημήτρη Λιγνάδη, λόγω αποδοχής. 

Ο Εισαγγελέας αποδέχθηκε το ταξίδι στην Επίδαυρο καθεαυτό, το φωτογραφικό υλικό, την κατάθεση του Κ.Φ. που ανέφερε πως είδε τον Δημήτρη Λιγνάδη με τον Σ. και τον Τ. στην Επίδαυρο, καθώς και τα μηνύματα μεταξύ Τ. και Σ. ως αποδεικτικά του ταξιδιού. Ανέφερε πως το γεγονός πως δεν προέκυψε καταχώριση στο όνομα του κατηγορουμένου εξηγείται, καθώς τόσο ο μάρτυρας Κ.Φ. όσο και ο ιδιοκτήτης του ξενοδοχείου ανέφεραν πως δεν καταχωρούνταν και σε περίπτωση που ζητούνταν απόδειξη, έβγαινε από το «αδερφό» ξενοδοχείο. Τέλος, ανέφερε πως αποδέχεται τις μαρτυρίες πως το αυτοκίνητο του Δ. Λιγνάδη ήταν ανοιχτό κατά τη διάρκεια του τριημέρου, κάτι που αμφισβήτησε η υπεράσπιση. Τόνισε πως ο Κ.Φ. ανέφερε ένα αγόρι αφρικανικής καταγωγής (σ.σ. τον Τ.) και πως, παρότι ο Τ. δεν ήταν μάρτυρας του βιασμού, όσα έχει καταθέσει τα θεωρούν αποδεδειγμένα ή αξιόπιστα.

Η καταγγελία του Π.Φ.

Σχετικά με την τρίτη αποδεκτή καταγγελία, ανέφερε πως ο Π.Φ. γνωρίστηκε με τον Δ. Λιγνάδη το 2014, όμως σε σχετικό αίτημα φιλίας στο fb επέλεξε την μη αποδοχή. Ξανασυναντήθηκαν το 2015, όπου αποδέχτηκε το εκ νέου αίτημα. Σε έξοδο τους θε θεατρική παράσταση, ο Π.Φ. του εκμυστηρεύτηκε τη συμπεριφορά των γονιών του (βίαιοι και με προβλήματα κατάχρησης αλκοόλ), πως τον χτυπούσαν μέχρι και με ζώνη, την αφαγία και την έλλειψη νερού και ηλεκτρικού στο σπίτι. Ο κατηγορούμενος προσφέρθηκε να τον φιλοξενήσει στην οικία του και ο Π.Φ., με ουσιαστικό πρόβλημα επιβίωσης, δέχθηκε.

Σίγουρα αποδεικνύεται πως γνώριζε την οικία καθώς στον μπροστινό κουδούνι ο καταγγέλλων κατέθεσε πως το κουδούνι έγραφε Δημήτρης Λ. και το δεύτερο είχε ένα ψαράκι. Κατά την παραμονή του εκεί, είχε αναλάβει τα ψώνια, το μαγείρεμα και την καθαριότητα, όμως του είχε ζητηθεί να μαζεύει τα πράγματά του όταν τον Δημήτρη Λιγνάδη τον επισκεπτόταν ο αδερφός του, Γιάννης. Στις αρχές Μαρτίου, περίπου έναν μήνα μετά τη μετακόμιση του Π.Φ. στο σπίτι του Λιγνάδη, ο κατηγορούμενος τον ρωτούσε αν ήταν παρθένος και αν είχε σχέσεις. Λίγο αργότερα επιδόθηκε σε πρωκτολειχία και ύστερα διείσδυσε. Ο Π.Φ. φοβήθηκε για τη ζωή του και, έχοντας το οικογενειακό βίωμα πως αν αντιδράς τα πράγματα χειροτερεύουν, επέλεξε να μην αντιδράσει, ώστε να μη γίνει ο κατηγορούμενος πιο βίαιος.

Ο Εσαγγελέας ακόμη αποδέχθηκε ως πραγματικό περιστατικό αυτό όπου, ενώ ο Α.Τ. και ο Π.Φ. βρίσκονταν ντυμένοι στην κρεβατοκάμαρα του Δημήτρη Λιγνάδη και στην οικία βρίσκονταν ακόμη δύο παιδιά, ο Δημήτρης Λιγνάδης εισέβαλε ημίγυμνος χωρίς παντελόνι και σε πλήρη στύση, του κατέβασε το παντελόνι χωρίς να το βγάλει (για να τον ακινητοποιήσει περισσότερο) και μεταχειριζόμενος τη δύναμή του προέβη σε βίαιη διείσδυση. Ο ΠΦ αντέδρασε, αλλά ο κατηγορούμενος τον είχε εγκλωβίσει με το σώμα του και το μισοκατεβασμένο παντελόνι λειτουργούσε ως χειροπέδες/ποδοπέδες.

Εκεί ο Εισαγγελέας αποδέχεται πως δεν υπήρξε λεκτική αντίδραση, υπήρξε σωματική και δεν υπήρξε καμία συναίνεση. Ο Α.Τ. «ξεγλίστρησε» από το δωμάτιο φοβούμενος τη συνέχεια, ο Π.Φ. αντιλήφθηκε πως δεν μπορούσε να αντιδράσει, είχε «παγώσει». Ύστερα ο Α.Τ. είδε τον Π.Φ. που βγήκε από το μπάνιο με τα μάτια κόκκινα και κλαμένα. Ο Π.Φ. δεν είχε καμία ερωτική διάθεση προς τον Δημήτρη Λιγνάδη. Ήθελε να φύγει αλλά παρέμεινε, καθώς ήταν θέμα επιβίωσης και εντέλει έφυγε τον Οκτώβρη του 2015. Ήταν ανήλικος, δεν είχε νομιμοποιητικά έγγραφα, δεν είχε υποστηρικτικό περιβάλλον, αντίθετα προέρχονταν από κακοποιητικό περιβάλλον, δεν είχε τα μέσα διαβίωσης και ένιωθε προδομένος από τον Α.Τ., που δεν αντέδρασε να τον προστατέψει. Ήταν ανήλικος και εξαρτημένος για την επιβίωσή του από τον Δημήτρη Λιγνάδη (σ.σ. αυτό απαντά το «γιατί δεν έφυγε κατευθείαν;»). Αργότερα, όταν παρακολούθησε συνεδρίες με ψυχολόγο, ενημέρωσε πως είχε τάσεις αυτοκτονίας.

Η υπόθεση του Δ.Μ. δεν έγινε αποδεκτή, παρά την κατηγορία για βιασμό με χρήση υπνωτικής ουσίας, καθώς ο καταγγέλλων, παρότι κατέθεσε και μίλησε σε δημοσιογράφους, παρότι περιέγραψε πράγματα που μπορεί να έχουν βάση, απέτυχε να εμφανιστεί στο δικαστήριο και έδωσε διεύθυνση κατοικίας που δεν ισχύει. Ανάμεσα στα άλλα, ο Εισαγγελέας ανέφερε πως δεν γίνονται αποδεκτές καταγγελίες στα ΜΜΕ αλλά στο δικαστήριο. Οπότε εγείρονται σοβαρές αμφιβολίες για την αξιοπιστία του μάρτυρα, οι οποίες λειτουργούν υπέρ του κατηγορουμένου, ανέφερε ο Εισαγγελέας.

Μετά από αυτό, ο Εισαγγελέας ανέφερε πως οι καταγγελίες των Α., Σ. και Π.Φ. γίνονται αποδεκτές ως βιασμοί κατά συρροή και αποδόμησε σημεία-κλειδιά των μαρτύρων υπεράσπισης 

Η μάρτυρας Χ.Κ. είχε αναφέρει πως είχε υπόψη της τις φήμες για νεαρά αγόρια, όμως, όπως υπογράμμισε, «οι σεξουαλικές προτιμήσεις είναι ιδιωτικό ζήτημα, αλλά η άσκηση βίας είναι αδίκημα και μάλιστα κακούργημα». Μετά ανέφερε την δήλωση του Δ.Κ. κατά τη διάρκεια της κατάθεσής του, πως περισσότερο τον πείραξαν οι δηλώσεις της Μενδώνη και πως ο κατηγορούμενος είχε τέτοια ακτινοβολία που δεν χρειαζόταν να μεταχειριστεί βία. Ο Εισαγγελέας όμως το ανέτρεψε, λέγοντας πως «δεν είναι ζήτημα ακτινοβολίας του κάθε ανθρώπου, αλλά ψυχολογίας του ατόμου».

Τόνισε τη μαρτυρία κατηγορίας του Γ.Χ. πως «συνεισέφερε πως στις πρόβες τον συνόδευαν ανήλικα άτομα που δεν έλεγαν τα ονόματά τους», ενώ έκανε λόγο και για «ερωτική αυλή». Τη μαρτυρία κατηγορίας της Γ.Κ. δεν την έκανε αποδεκτή, αναφέροντας πως δεν εισέφερε κάτι στην υπόθεση. Για τους Κούρκουλα, Παναγιωτάκη και Γιάννη Λιγνάδη (σ.σ. αναφέρουμε τα ονόματα καθώς τα έχουμε καλύψει σε προηγούμενες δικασίμους) τόνισε πως δεν ήταν σε θέση να έχουν γνώση των ερωτικών προτιμήσεων του κατηγορουμένου. Αν είχε αποδείξεις για το αντίθετο, άλλωστε, θα έπρεπε να τους ασκήσει δίωξη για ψευδορκία.

Σχετικά με την απολογία Λιγνάδη, η εισαγγελική απορία ήταν όμοια με την δική μας, όπως την καλύψαμε: Ο Σ. είπε πως δεν ήξερε ποια χρονιά βιάστηκε και πως ο κατηγορούμενος ανέφερε «πώς γίνεται να μη θυμάται το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή ενός ανθρώπου;». Εκεί ο Εισαγγελέας ανέφερε πως μάλλον είναι το πιο τραυματικό πράγμα στην ζωή ενός ανθρώπου. Υπογράμμισε πως δεν υπάρχει σκευωρία. Γιατί δεν προκύπτει ούτε από τη Λ. Μενδώνη που τον έχρισε Καλλιτεχνικό Διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου, ούτε προκύπτει αντιπαλότητα με το ΣΕΗ ή πικραμένους δημοσιογράφους. Ομοίως, οι πιθανές αντιδράσεις για την αίθουσα «Ελένη Παπαδάκη» και κατάργηση της πειραματικής σκηνής δεν αρκούν για να δικαιολογήσουν σκευωρία. Αντίστοιχα, δεν παρουσιάστηκε συγκεκριμένο σχέδιο να πληγεί η Υπουργός (Λ. Μενδώνη).

Συμπερασματικά, προέκυψε η τέλεση της πράξης των κατά συρροή βιασμών εις βάρος του Α. του Σ. και του Π.Φ. Κοινός παρονομαστής, ο δόλος του κατηγορουμένου για ικανοποίηση των γενετήσιων ορμών (σ.σ. Με επιφύλαξη γράφω «με χρήση αναισθησίας», που έχω στις σημειώσεις μου, αναφέρεται μάλλον στο αλκοόλ ή τα ναρκωτικά), κοινό χαρακτηριστικό των θυμάτων η ανηλικότητα και το μη υποστηρικτικό περιβάλλον.

Οι ιατροδικαστικές υποθέσεις, όπως ανέφερε ο εισαγγελικός λειτουργός, είναι αξιολογήσιμο στοιχείο, όμως η έλλειψή τους δεν αναιρεί τις πράξεις, καθώς οι ισχυρισμοί τους επιβεβαιώνονται μέσω μαρτύρων. Τα θύματα, λόγω της ανηλικότητάς τους, της καταγωγής τους, της μη αποδοχής από την οικογένειά τους και της έλλειψης υποστηρικτικού περιβάλλοντος, αποτελούσαν εύκολο στόχο για τον κατηγορούμενο. Στην πραγματικότητα τελέστηκαν ακραίες πράξεις σεξουαλικής κακοποίησης εις βάρος ανηλίκων όπως είπε.

Λίγο πριν καταλήξει, δικαίωσε τον Νίκο Σ. και τη Ναταλί Χατζηαντωνίου, λέγοντας πως τη μεθοδολογία που ανέπτυξε ο κατηγορούμενος για την ικανοποίηση της γενετήσιας επιθυμίας με τη βία επιβεβαίωσε, με την κατάθεσή του, ο Νίκος Σ.


Διαβάστε σχετικά: #MeToo: «Στα 19 μου με κακοποίησε βάναυσα γνωστός σκηνοθέτης του θεάτρου»


Λίγο πριν το τέλος της αγόρευσής του, στάθηκε στο ότι κανένας μηνυτής δεν προσπόρισε οικονομικό όφελος, δεν αποδείχθηκε ότι ήθελαν να βλάψουν την Υπουργό Πολιτισμού ή τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή του Εθνικού ή την Κυβέρνηση. Η κατάθεσή τους ήταν μια πολύ ψυχοφθόρα διαδικασία. Ανέφερε πως στην απολογία του ο Δημήτρης Λιγνάδης δεν παρείχε πειστικές εξηγήσεις σε σχέση με αυτά που ρωτήθηκε.

Και κατέληξε: «Σύμφωνα με τα ανωτέρω και το πλαίσιο που έχω προαναφέρει, θεωρώ πως έχουν τελεστεί οι πράξεις του βιασμού κατά συρροή στον Α., στον Σ. και στον Π.Φ., με σωματική βία με τον τρόπο που προανεφέρθηκε. Θα πρέπει να κριθεί αθώος για την πράξη του βιασμού στον Δ.Μ., λαμβάνοντας υπόψη πως δεν εμφανίστηκε ποτέ στο δικαστήριο και υπάρχουν αμφιβολίες στην περιγραφή της πράξης».

Σχόλιο αντί επιλόγου

Ως σχόλιο, θα ήθελα να αναφέρω πως ο Εισαγγελέας Κωνσταντίνος Κούντριας έδειξε ιδιαίτερα διαβασμένος όχι μόνο στα ζητήματα περί συναίνεσης και τις νομολογίες -που είναι δουλειά του, άλλωστε, να γνωρίζει- αλλά εμβάθυνε σε βαθιά ψυχολογικά και ψυχικά ζητήματα, εξηγώντας γιατί κάποιοι από τους επιζώντες συνέχισαν να έχουν επαφή μαζί του. Είτε για λόγους επιβίωσης, είτε γιατί προέρχονταν ήδη από κακοποιητικά περιβάλλοντα, είτε γιατί δεν τους αποδέχονταν στις οικογένειές τους ως «διαφορετικούς».

Την επόμενη φορά, λοιπόν, που κάποιος πει «Γιατί να γίνονται Pride;», η απάντηση είναι πως απαιτείται ορατότητα για κάθε «διαφορετικό» μέλος της κοινωνίας μάς, όπου και αν έγκειται η διαφορά. Γιατί ο κατηγορούμενος, σύμφωνα με τον Εισαγγελέα, έβρισκε τα θύματά του ανάμεσα σε άτομα που προέρχονταν από κακοποιητικό ή ΜΗ ΑΝΕΚΤΙΚΟ περιβάλλον.


Διαβάστε ακόμα: Η απολογία Λιγνάδη της Δευτέρας 27/6 αποδείχθηκε αυτοχειριακό φιάσκο


 

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ