Υπόθεση trafficking της Ηλιούπολης: Αθώοι για τον εισαγγελέα οι μαστροποί και βιαστές της Ε.

Ολοκληρώθηκε πριν από λίγο στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας η δίκη για την υπόθεση trafficking της Ηλιούπολης.

Υπόθεση trafficking της Ηλιούπολης: Αθώοι για τον εισαγγελέα οι μαστροποί και βιαστές της Ε.
ΠΡΟΒΟΛΗ

«Έλα σε μένα». Η Ε. πήγε. Βρήκε το τεράστιο κουράγιο και έσπασε τα δεσμά. Αυτά με τα οποία την είχαν δέσει ο αστυνομικός - μαστροπός, ο πατέρας - βιαστής και ο τρίτος που επίσης την εξέδιδε.

Η Ε. κατάφερε και στάθηκε όρθια στη δίκη των τεράτων βασανιστών της. Διηγήθηκε την ιστορία κακοποίησής της έχοντας πίσω της τον αστυνομικό, Δημήτρη Μπουγιούκο, που την κρατούσε με τη βία κλεισμένη σε σπίτι, τον πατέρα της που κατηγορείται ότι τη βίαζε από την ηλικία των 11 ετών, τον πρώην σύντροφό της, που κατηγορείται ότι την εξέδιδε όσο ήταν ανήλικη, έναν φίλο και συνεργάτη του αστυνομικού, που κατηγορείται για συνέργεια (άμεση συνδρομή σε εμπορία ανθρώπων κατ’ επάγγελμα), και έναν ακόμη φίλο που, εκτός από συνεργός, κατηγορείται και για παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών.

Στην κατάθεσή στην ακρόαση κεκλεισμένων των θυρών, η βασική μάρτυρας, η εργαζόμενη που την έσωσε, είπε ότι την έβλεπε την να έρχεται στην καφετέρια που δούλευε πάντα μόνη της και σε κακή ψυχολογική κατάσταση. Ξεκίνησε να καταλαβαίνει ότι κάτι δεν πηγαίνει καλά, αφού συνάδελφός της της περιέγραψε ένα περιστατικό μεταξύ του θύματος και του κατηγορουμένου: «Την είχε δει ο συνάδελφός μου μία μέρα πολύ νωρίς το πρωί έξω στο πεζοδρόμιο με τα ρούχα της κάτω και ότι ο κατηγορούμενος την τράβηξε από τα μαλλιά πάλι μέσα».

Συνέχισε λέγοντας ότι μία ημέρα του Ιουλίου είδε τη 19χρονη με μακρυμάνικη μπλούζα και παραμορφωμένο από χτυπήματα πρόσωπο: «Ήταν τόσο πρησμένη που δεν την αναγνώρισα, και κατάλαβα ότι κάτι τρέχει. Ήθελα να κάνω κάτι, αλλά λόγω της κατάστασης δεν μπορούσα. Την επόμενη ημέρα δεν εμφανίστηκε και παραξενεύτηκα γιατί ήθελα να δω αν είναι καλά με τα χτυπήματα».

Για την ημέρα που η 19χρονη της ζήτησε βοήθεια, είπε: «Πήγαινα για δουλειά, την είδα με πρησμένο μάτι και πρησμένα χείλη, την έβαλα στη γωνία και τη ρώτησα αν χρειάζεται βοήθεια. Βούρκωσε, και δεν μπορούσε να μου μιλήσει. Της είπα ότι αν χρειαστεί κάτι να έρθει σε μένα. Ήρθε μετά λίγη ώρα μέσα στα κλάματα, βγήκα έξω, την κράτησα στα χέρια μου και μου είπε ότι δεν είναι καλά, ότι την κρατάει παρά τη θέλησή της, ότι το έχει σκάσει, φοβάται και δεν ξέρει τι να κάνει. Ζητούσε τη μητέρα της, έκλαιγε και φοβόταν».

Ο Δημήτρης Σειρηνάκης, παραγωγός και ιδιοκτήτης εταιρείας ταινιών ερωτικού περιεχομένου, περιλαμβάνεται στη δικογραφία γιατί η καταγγέλλουσα έχει καταθέσει στις αρχές ότι έχει εξαναγκαστεί με τη βία από τον 40χρονο αστυνομικό και παρά τη θέλησή της να συμμετέχει σε ταινίες τέτοιου είδους στην εταιρεία του Σειρηνάκη. Εκείνος αρνήθηκε επανειλημμένα ότι γνώριζε το οτιδήποτε περί εξαναγκασμού, δηλώνοντας πως «σε αυτή τη δουλειά δεν έρχεται ποτέ κανείς μόνο για τα χρήματα. Πρέπει και να του αρέσει».

Ο αδερφός της 20χρονης κατέθεσε για την κακοποίηση που υπέστη η κοπέλα όσο ήταν ανήλικη (12 ετών) από τον πατέρα τους: «Ήμουν στο δωμάτιό μου, και άκουγα μουσική. Σηκώθηκα και πήγα να πιώ νερό και το δωμάτιο της αδελφής μου είναι στον ίδιο διάδρομο με το δικό μου και περνάω και ακούω μια δυνατή φωνή ''άσε με''  και ένα μουγκρητό. Χτυπάω την πόρτα, δεν ακούω απάντηση, πάω να ανοίξω την πόρτα και ήταν κλειδωμένη. Είδα τον πατέρα μας και μου είπε «μην πείτε τίποτα, γιατί θα σας πετάξω έξω».

Αδιανόητη εισαγγελική πρόταση στη δίκη

Αυτά και πολλά ακόμα δεν έφτασαν στον εισαγγελέα: Αθώοι όλοι οι κατηγορούμενοι αποφάνθηκε. Η πρότασή του ήταν απαλλακτική για τους κατηγορουμένους, αφού κατά τη γνώμη του, η καταγγέλλουσα μπορούσε να πάρει άλλο δρόμο και πως δεν παραπλανήθηκε, αλλά επέλεξε τη ζωή αυτή, για να κερδίσει την οικονομική της χειραφέτηση. Σύμφωνα με τον εισαγγελέα, οι κατηγορίες για μαστροπεία και βιασμό δεν αποδείχτηκαν σε καμία περίπτωση, ούτε για τον αστυνομικό, ούτε για τον πατέρα της και πως το αδίκημα της εμπορίας ανθρώπων δεν θεμελιώνεται. Όπως χαρακτηριστικά σημειώθηκε από την έδρα: «Χρειαζόμασταν πλήρεις αποδείξεις και δεν τις είχαμε. Οι άνθρωποι δεν καταδικάζονται με ιδεοληψίες».

Η Μαρία Λούκα, συνάδελφος που παρακολουθεί τη δίκη, το αποτυπώνει όπως πρέπει: «Ο εισαγγελέας είδε μπροστά του ένα κορίτσι πολλαπλώς και μακροχρόνια κακοποιημένο, που σώθηκε χάρη στην κοινωνική και φεμινιστική αλληλεγγύη, που βρήκε το σθένος να καταγγείλει τους κακοποιητές του, που εκτέθηκε στην άθλια διαδικασία επανατραυματισμού στο δικαστήριο και την αγνόησε. Αποφάσισε να ταχθεί με την πλευρά των ισχυρών, εκείνων που της έκαναν τη ζωή κόλαση, στην Ε, στη δεύτερη επιζώσα που κατήγγειλε τον αστυνομικό και πιθανώς σε άλλα κορίτσια που φοβούνται να μιλήσουν. Μετά από αισχρές μεθοδεύσεις που οδήγησαν στην πολύ μεγάλη καθυστέρηση της δίκης και αρκετές ανεπάρκειες στην έρευνα, έρχεται η εισαγγελική πρόταση ως αντικαθρέφτισμα της σαπίλας ενός τμήματος του δικαστικού σώματος. Μένει στους/στις ενόρκους και στη σύνθεση της έδρας να την απορρίψουν και να διασώσουν κάτι από το διάτρητο κύρος της αστικής δικαιοσύνης».

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ