Σαν Σήμερα 3 Δεκεμβρίου του 1944: για να μην ξεχνάμε την πραγματική ιστορία αυτού του τόπου

Είκοσι μερόνυχτα, οι Άγγλοι και οι ταγματασφαλίτες, οι πρώην γερμανοτσολιάδες, η οργάνωση «Χ», οι εφοπλιστές, οι αστοί «εξόριστοι» πολιτικοί, και οι δωσίλογοι (που τώρα έχουν βαπτισθεί βρετανοτσολιάδες με το μέρος των Άγγλων) έβαλαν στόχο μια ημερομηνία: «10 του Δεκέμβρη». Και σε μια λέξη: «αφοπλισμός» του Ελληνικού Απελευθερωτικού Στρατού (ΕΛΑΣ).

Σαν Σήμερα 3 Δεκεμβρίου του 1944: για να μην ξεχνάμε την πραγματική ιστορία αυτού του τόπου
ΠΡΟΒΟΛΗ

Την 1η του Δεκέμβρη, αδιάντροπα, απροειδοποίητα, δίνοντας μια κλωτσιά στα προσχήματα, όλοι όσοι προαναφέρθηκαν, φανερώνουν τον αποτρόπαιο σκοπό τους: Ν’ αφοπλίσουν χωρίς όρους τον ΕΑΜ ΕΛΑΣ για χάρη και προς όφελος των Άγγλων για επιστροφή του βασιλιά και για να εδραιωθεί στην πρωθυπουργία το μέχρι πρόσφατα «εξόριστο» τσιράκι τους, ο Γεώργιος Παπανδρέου.

Η Κεντρική Επιτροπή του ΕΑΜ αποφάσισε:

α) Να απευθύνει έκκληση προς τις συμμαχικές κυβερνήσεις της Βρετανίας, της ΕΣΣΔ και των ΗΠΑ, για την πραγματοποίηση εκλογών στην Ελλάδα για να αποφασίσει ο λαός για την μεταπολεμική κυβέρνηση.

β) Να πραγματοποιηθεί συγκέντρωση στην πλατεία Συντάγματος την Κυριακή 3 Δεκέμβρη, με αίτημα λαοκρατία και δίκαιες εκλογές.

γ) Να κηρυχθεί πανελλαδική απεργία τη Δευτέρα 4 Δεκέμβρη ως διαμαρτυρία.

δ) Να ανασυγκροτηθεί η Κεντρική Επιτροπή του ΕΛΑΣ.

Η κυβέρνηση Παπανδρέου αρχικά έδωσε την άδεια για τη συγκέντρωση της Κυριακής. Λίγες ώρες αργότερα, ωστόσο, την ανακάλεσε, δίνοντας εντολή να κατασταλεί ακόμα και με τη χρήση όπλων.

Στο Φάληρο αποβιβάστηκαν 6.000 Βρετανοί στρατιώτες και 2 ελληνικά τάγματα από την Αίγυπτο. Οι δυνάμεις του ΕΑΜ από τη μεριά τους, είχαν ριχτεί στη μάχη για την επιτυχία του αυριανού συλλαλητηρίου. Θα αψηφούσαν την απαγόρευση.

Ο ΕΛΑΣ θα έπαιρνε μέρος, αλλά άοπλος, «πρωτοπορία και περιφρούρηση της εκδήλωσης», ενώ όλες οι κομματικές, ΕΑΜικές και ΕΛΑΣίτικες δυνάμεις θέτονταν σε επιφυλακή. Η Διοίκηση του Α ΣΣ του ΕΛΑΣ μεταφέρθηκε στην Κυψέλη, δίπλα στην Κομματική Οργάνωση Αθήνας (ΚΟΑ) του ΚΚΕ, για παν ενδεχόμενο.

Η διαδήλωση, που είχε μεγάλη συμμετοχή, πνίγηκε στο αίμα όταν αστυνομικοί που βρίσκονταν ακροβολισμένοι στα γύρω κτήρια άρχισαν να πυροβολούν αδιακρίτως προς το πλήθος. Ο απολογισμός της επίθεσης ήταν 28 νεκροί και περισσότεροι από 140 τραυματίες. Αν και ο Γούντχαουζ, υποστήριξε πως δεν ήταν σαφές ποιος άνοιξε πρώτος πυρ, η αστυνομία, οι Βρετανοί ή οι διαδηλωτές.

Δεκατέσσερα χρόνια αργότερα, ο αρχηγός της αστυνομίας Αθηνών Άγγελος Έβερτ παραδέχτηκε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Ακρόπολη πως ο ίδιος διέταξε την βίαιη διάλυση των διαδηλωτών βάσει διαταγών που είχε λάβει.

Ο Νίκος Φαρμάκης που ανήκε στη φασιστική (και φυσικά αντι-ΕΑΜική) οργάνωση "Χ" και συμμετείχε στους πυροβολισμούς αποκαλύπτει αργότερα πως το σήμα για να ανοίξουν πυρ κατά του πλήθους το έδωσε ο ίδιος ο Έβερτ από παράθυρο της Αστυνομικής Διεύθυνσης με ένα μαντήλι.

 

Ο ξένος Τύπος

Ρ.Λίπερ:

«Οι πυροβολισμοί στην πλατεία Συντάγματος έλαβαν χώρα σε πλήρη θέα πολλών ξένων ανταποκριτών, που έμεναν στο ξενοδοχείο "Μεγάλη Βρετανία". Απέναντι στο ξενοδοχείο ήταν τα κεντρικά γραφεία της Αστυνομίας και ακριβώς σ' αυτή τη γωνία έγιναν οι ταραχές. Για τους ανταποκριτές, ήταν μια σπάνια ευκαιρία για τη μετάδοση νέων. Είχαν δει οι ίδιοι όλα τα γεγονότα και τα σχόλια γρήγορα έβγαιναν από τις γραφομηχανές τους. Σε λίγες ώρες ο κόσμος είχε την εντύπωση ότι η φασιστική ή σχεδόν φασιστική κυβέρνηση της Αθήνας είχε πυροβολήσει ενάντια στα άοπλα πλήθη. Αυτές οι γραφομηχανές έδωσαν στο ΕΑΜ μια μεγάλη νίκη εκείνη την ημέρα»

Chicago Sun:

«Επρόκειτο περί μιας ειρηνικής και άοπλης διαμαρτυρίας του λαού και τούτο είναι τόσον βέβαιον, ώστε γυναίκες έφεραν μαζί τους ακόμη και τα μικρά παιδιά τους. Κάτω από το παράθυρό μου είδα με τα μάτια μου τα γεγονότα. Είναι αφάνταστος ο ηρωισμός του λαού αυτού. Ορθιος και βαλλόμενος, προχωρούσε προς τον ορισθέντα τόπο της συγκέντρωσης. Γυναίκες και κορίτσια με το χαμόγελο στα χείλη, ακόμη και μετά τον σκοτωμό των συντρόφων των φώναζαν: Ζήτω ο Τσόρτσιλ! Ζήτω ο Ρούσβελτ! Κάτω ο Παπανδρέου! Όχι βασιλιά!»

Φρανκ Τσερβάζι (Ανταποκριτής του Κόλλιερς):

«Μια ομάδα αστυνομικών πυροβολούσε το άοπλο πλήθος. Με μια κίνηση, λες και τη φύσηξε άγριος βοριάς, η συμπαγής μάζα του λαού έπεσε μπρούμυτα. Το ντουφεκίδι σταμάτησε. Ο λαός ξανασηκώθηκε πάλι σύσσωμος, τα τουφέκια άρχισαν πάλι να πυροβολούν κι οι χειροβομβίδες να πέφτουν σαν βροχή... Ανάμεσα στα άλλα πτώματα, ήταν ένα αγοράκι έξι χρονών και δίπλα του ένα κατάξανθο κοριτσάκι. Έτσι χύθηκε το πρώτο αίμα. Έτσι άρχισε ο εμφύλιος πόλεμος»

Παρά τις πρωθυπουργικές εντολές, η οργάνωση «Χ» δεν διαλύθηκε, ενώ στην Αθήνα, σύμφωνα με βρετανικές καταγραφές, είχαν συγκεντρωθεί περίπου 3.500 χωροφύλακες που κατηγορούνταν για συνεργασία με τους κατακτητές, πολλοί άντρες των Ταγμάτων Ασφαλείας καθώς και όσοι αντιμετώπιζαν την κατηγορία της οικονομικής συνεργασίας, «οι νεόπλουτοι της Κατοχής», δηλαδή οι μαυραγορίτες που επιδιώκουν να μην υπάρχει ομαλή πολιτική εξέλιξη με την ελπίδα ότι θα αποφύγουν τη Δικαιοσύνη.

Οι φόβοι για το αναμενόμενο αλλά ουδέποτε πραγματοποιθέν δήθεν «ΕΑΜικό πραξικόπημα» οδήγησαν στη συγκρότηση του λεγόμενου «Εθνικού Στρατού Αθηνών» από όλες τις μη ΕΑΜικές οργανώσεις. Μέσα από την ένταξή τους σε αυτή τη δύναμη, καθώς και στα Τάγματα Εθνοφυλακής που δημιουργήθηκαν κατά τα Δεκεμβριανά, άτομα που βαρύνονταν με κατηγορίες συνεργασίας «αναβαπτίστηκαν» σε στρατιώτες των επίσημων κυβερνητικών δυνάμεων.

Και βέβαια υπάρχει η ακόμη πιο εξόφθαλμη περίπτωση των 1.300 ταγματασφαλιτών που βρίσκονταν υπό περιορισμό στο Γουδί για να δικαστούν, οι οποίοι, όταν ξεκίνησαν οι συγκρούσεις, εξοπλίστηκαν από την Ορεινή Ταξιαρχία, παρά τις διαφωνίες των Βρετανών αξιωματικών, και πήραν μέρος στις μάχες.

Ο σχεδιασμός της ένοπλης αντιμετώπισης του ΕΛΑΣ αποδεικνύεται και από την αλληλογραφία πολιτικών προσώπων της Δεξιάς με τον βασιλιά. Υπάρχει και η δήλωση-καταγγελία Παπανδρέου στον Τύπο στις 27 Νοεμβρίου, τις ημέρες που εμφανίστηκε η πολιτική εμπλοκή γύρω από το στρατιωτικό, ότι υπάρχει ένα κομμάτι της ιθύνουσας τάξης που επιδιώκει τον εμφύλιο πόλεμο.

Είναι λοιπόν ξεκάθαρο ποιοι ήταν αυτοί που επιδίωκαν να ναυαγήσουν οι διαπραγματεύσεις. Από κει και πέρα το περιθώριο υποχωρήσεων του ΕΑΜ είχε πλέον εξαντληθεί μετά τις μεγάλες υποχωρήσεις που έκανε στον Λίβανο, στη συμφωνία της Καζέρτα, ήταν εξαιρετικά δύσκολο να δεχτεί και άλλες υποχωρήσεις στο πιο κρίσιμο ζήτημα που ήταν το στρατιωτικό και βέβαια μετά τη σφαγή στην πλατεία Συντάγματος δεν μπορούσε πλέον να διαχειριστεί και τη μεγάλη οργή του κόσμου που ζητούσε από τον ΕΑΜ ΕΛΑΣ να τιμωρήσει τους ταγματασφαλίτες.

 

«…Και ξημέρωσε η 3 του Δεκέμβρη

Τρεις του Δεκέμβρη!… Όποιος έζησε στις 3 του Δεκέμβρη, στις 4 μπορούσε να πεθάνει.

Ο προορισμός του ανθρώπου, που είναι: να κάνει κάτι μεγάλο ή να ζήσει κάτι μεγάλο, εκπληρώνεται. Γιατί ο λαός, ο Αθηναϊκός λαός, κείνη τη μεγάλη μέρα αποκαλύφθηκε μπροστά στο ίδιο του το μεγαλείο.

Η μέρα αποβραδίς ήτανε βροχερή. Ήτανε μια νύχτα βαριά από γεγονότα. Ο λαός είχε οχτώ χρόνια να πει: «Θα γίνει το δικό μου!» Οι δολοφόνοι τροχίζανε τα σπαθιά τους, ο λαός ετοίμαζε τη φωνή του.

Αύριο θα μιλήσουμε κι οι δυο. Είναι χιλιάδες χρόνια τώρα που η φωνή του λαού ακούεται, φτάνει να μην είναι παράφωνη.

Όλοι κοιμηθήκαμε σίγουροι και αποφασισμένοι. Ούτε στιγμή από κανενός το μυαλό δεν πέρασε ο δισταγμός. Ούτε στιγμή δεν ταλαντεύτηκε η ψυχή.

-Αύριο λοιπόν.»

Μενέλαος Λουντέμης

«ΟΤΑΝ ΕΝΑΣ ΛΑΟΣ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΙΝΔΥΝΟ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ ΔΙΑΛΕΓΕΙ: ΤΙΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ Η ΤΑ ΟΠΛΑ»

 

*Από δημοσίευση του Anwar Jitou στο Facebook

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ