Απόστολος Ρίζος: «Ό,τι έχουμε απαξιώσει, το έχουμε να μας κυβερνά» (podcast)

Στο δρόμο προς την κυκλοφορία της νέας ολοκληρωμένης του δουλειάς, «Ασκήσεις τρυφερότητας», ο ερμηνευτής και τραγουδοποιός Απόστολος Ρίζος είχε πολλά και αληθινά να μοιραστεί μαζί μας για τα νέα τραγούδια του και για όλα όσα ζούμε. Και ήταν μεγάλη μας χαρά να τον υποδεχτούμε στο 5ο Επεισόδιο του PODήλατου στο 20/20.

Απόστολος Ρίζος: «Ό,τι έχουμε απαξιώσει, το έχουμε να μας κυβερνά» (podcast)
ΠΡΟΒΟΛΗ

Η χροιά της φωνής του είναι χαραγμένη βαθιά μέσα μας. Όχι μόνο λόγω του «Τι να θυμηθώ», του εξαιρετικού τραγουδιού του Νίκου Ζούδιαρη που τον ανέδειξε. Ο Απόστολος Ρίζος μετράει ήδη μία εικοσαετία γόνιμης παρουσίας στα μουσικά πράγματα, με ξεχωριστά τραγούδια και προσεγμένες παραστάσεις, οι οποίες έχουν πάντα κάτι να πουν. Αυτό επιβεβαιώθηκε και στη μεταξύ μας συνομιλία, όπου μας μίλησε ευθέως και με το θάρρος της γνώμης του για πολλά, αγγίζοντας το βάθος της σκέψης και της αλήθειας του και μένοντας μακριά από εύκολες τοποθετήσεις. Μια εφ’ όλης της ύλης κουβέντα μαζί του, που απολαύσαμε πραγματικά.

 

Μόλις κυκλοφόρησε η «Σχεδία», ένα νέο τραγούδι με τη φωνή της Χρύσας Κωττάκη και τη δική σου. Πώς προέκυψε αυτό;
«Κάποια στιγμή τον Γενάρη, η Χρύσα Κωττάκη, ένα πολύ ταλαντούχο πλάσμα, μου είπε ότι έγραψε ένα τραγούδι για τη “Σχεδία” και μου έστειλε να το ακούσω. Οι στίχοι του είναι της Καλλιόπης Κουντούρη, η οποία είναι και εθελόντρια στη “Σχεδία” και μεταφέρει τα προσωπικά της βιώματα. Δέχτηκα με χαρά. Κάπως συντονίστηκα με το κομμάτι, έκατσα στο στουντιάκι στο σπίτι μου να το επεξεργαστώ και συνέχισε να με κερδίζει. Το έστειλα πίσω στη Χρύσα και μου είπε “α, τι ωραία που πάει έτσι”. Έγινε από την παρέα μας με αγάπη και το αφιερώνουμε στη “Σχεδία” και τους ανθρώπους της. Το κομμάτι κυκλοφορεί από τον Μετρονόμο και οποιοδήποτε έσοδο υπάρξει από αυτό θα δοθεί στη “Σχεδία”».

«ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΤΡΥΦΕΡΟΤΗΤΑΣ»

Έχουμε μεταδώσει τραγούδια από το νέο άλμπουμ σου, ό,τι μπορέσαμε να βρούμε δηλαδή, γιατί μας τα δίνεις σιγά σιγά.
«Θα έλεγα ότι αυτή τη φορά είναι σαν να κάνω ποδήλατο και όχι σαν να οδηγώ μηχανή ή αυτοκίνητο. Οι ρυθμοί είναι πιο αργοί. Αυτό ξεκίνησε σαν σκέψη κάποια στιγμή, πριν από χρόνια, ότι με στενοχωρούσε η ταχύτητα των πραγμάτων γύρω μου. Και το λέω αυτό ως ακροατής. Ένιωθα να χάνω κάποια σημαντικά πράγματα που συμβαίνουν και αυτό, σαν σαράκι, άρχισε να με τρώει και να διαμορφώνει ακριβώς αυτό. Δηλαδή, το άλμπουμ να ολοκληρώνεται σταδιακά, τα τραγούδια ένα ένα, για να μπορώ αρχικά εγώ ο ίδιος να δίνω χρόνο στο κάθε τραγούδι να υπάρχει. Αυτή η ταχύτητα έχει διαμορφώσει μια κατάσταση, όπως στο ραδιόφωνο με τις playlist, όπου ακούμε κατ’ επανάληψη τα ίδια και τα ίδια. Μέσα σ’ αυτό το τοπίο, εμείς οι ίδιοι είμαστε υπεύθυνοι για το υλικό μας. Οφείλουμε να κάνουμε κι εμείς το φιλτράρισμά μας, το ποια τραγούδια θα δημοσιοποιήσουμε, και να προχωράμε χωρίς αυτόν τον ίλιγγο που προκαλεί πολλές φορές η ταχύτητα και τις νευρώσεις».

Είσαι ένας άνθρωπος που χρειάζεσαι να τραβάς φρένο στην καθημερινότητα; Αν και το φρένο έχει προκύψει και εκ των πραγμάτων, με την πανδημία...
«Δεν είναι η ταχύτητά μου αυτή αποτέλεσμα του ότι παροπλιστήκαμε ένα χρόνο τώρα. Είναι κι από πριν. Θα σου έλεγα ότι είμαι, κατά κάποιον τρόπο, σαν μια χελώνα που όταν χρειαστεί μπορεί να τρέξει με την ταχύτητα του φωτός».

Τι θα περιλαμβάνει το νέο άλμπουμ;
«Το καινούργιο άλμπουμ έχει τίτλο “Ασκήσεις τρυφερότητας”. Μέχρι στιγμής έχουν εκδοθεί τρία τραγούδια, το “Εγώ μαζί σου θέλω να ’μαι”, το “Πέρα από τα γνώριμα” και το “Όπου θες να με πας”, που είναι το πιο πρόσφατο, κυκλοφόρησε τώρα τον Γενάρη. Αυτές τις μέρες ετοιμάζουμε και το τέταρτο. Τα τραγούδια αλλά και το κόνσεπτ του άλμπουμ είναι από ένα τοπίο που είναι ήδη διαμορφωμένο μέσα μου. Το ότι δεν ηχογραφούνται όλα μαζί σε μία περίοδο, όπως συνέβαινε σε προηγούμενα άλμπουμ, δημιουργεί μια ανανέωση στο ίδιο το τραγούδι. Με μια ησυχία και ηρεμία, η οποία ταιριάζει και στον τίτλο. Η τρυφερότητα είναι δύσκολο να αναπτυχθεί όταν είσαι σε μία διάσταση όπου τρέχεις σαν τρελός. Δεν είναι εύκολο».

Θέλεις να μας μιλήσεις για το τραγούδι «Πέρα από τα γνώριμα»; 
«Το τραγούδι συνέπεσε με την πρώτη ανακοίνωση, πέρυσι, ότι μπορεί να γίνει το lockdown. Ήταν το τελευταίο μας live στον “Σταυρό του Νότου” με την μπάντα, όπου θα το παρουσιάζαμε πρώτη φορά και θα κυκλοφορούσε εκείνες τις μέρες. Έγινε αυτό που έγινε. Τις πρώτες μέρες ένιωθα πολύ περίεργα, όπως όλοι μας, αλλά -όπως και όλοι οι συντελεστές του τραγουδιού- είχα συντονιστεί με τα λόγια του τραγουδιού, “θέλω πίσω τη ζωή μου” και “αν υπάρχει γυρισμός, θα γυρίσω να τα ζήσω όλα αλλιώς”. Το βρήκαμε πολύ επίκαιρο και είπαμε “ρε εσύ, εμένα με βοηθάει πολύ αυτό, δεν γίνεται να μη βγει τώρα”. Έτσι δόθηκε προς κυκλοφορία μέσα στην καραντίνα, τις πρώτες μέρες. Ήταν μια περίοδος που είχαμε επαφή όσοι δουλέψαμε γι’ αυτό το τραγούδι. Αναφέρομαι και στον Tim Roeloffs -ένα σπουδαίο εικαστικό, εκφραστή της κουλτούρας του Βερολίνου μετά την πτώση του τείχους- που είχαμε τη χαρά να μας δώσει την άδεια να χρησιμοποιήσουμε ένα έργο του για την οπτικοποίηση του τραγουδιού».

Πολύ ενδιαφέρον. Αυτή η δουλειά θα αποτυπωθεί σε φυσικό προϊόν όπως και η προηγούμενη;
«Θα ήθελα να αποτυπωθεί. Λόγω ηλικίας και εμπειριών, θέλω να έχω κάτι χειροπιαστό. Κάποια συλλεκτικά κομμάτια θα κυκλοφορήσουν, όταν ολοκληρωθεί το άλμπουμ. Ευελπιστώ να υπάρχει ένας αριθμός βινυλίων -το CD δεν υπάρχει εδώ καιρό, κι εγώ ο ίδιος δεν ακούω παρά μόνο στο αμάξι. Έτσι κι αλλιώς δεν επενδύουμε πια στην πώλησή του, αυτό το ξεχνάμε. Είναι κάτι που το κάνουμε πλέον για τον εαυτό μας και γι’ αυτούς που μας αγαπούν πάρα πολύ».

Στα τραγούδια σου χρησιμοποιείς πράγματα που αισθάνεσαι μέσα από τις υπάρχουσες σχέσεις σου ή υπάρχει και το στοιχείο της μυθοπλασίας;
«Και τα δύο συμβαίνουν. Πολλά τραγούδια ξεκινούν από μία αφορμή, μπορεί να είναι ένα πρόσωπο, μια κουβέντα, στη ζωή τη δική μου ή σε ανθρώπων κοντινών μου. Ή κάτι που μπορεί να δω και κάπως να με ταρακουνήσει μέσα μου, κάτι να μου φέρει και να νιώσω παραπάνω, να πιάσω την κιθάρα μου και να αρχίσει ένα “ταξίδι”. Υπάρχει το στοιχείο της μυθοπλασίας, όταν ας πούμε αρχίζεις και περπατάς σ’ αυτόν το δρόμο, μέσα στο δωμάτιό σου. Ταξιδεύεις μαζί του με την έμπνευση, αλλά μέχρι να φτάσει σε κάτι ολοκληρωμένο σε οδηγεί μόνο του. Υπάρχει η μυθοπλασία, ένα γεγονός, ακόμα κι ένα κρυμμένο γεγονός, που να το ξέρω μόνο εγώ. Έχει τύχει σε τραγούδι μου να είναι γραμμένο για άλλο λόγο και να δω κάποια στιγμή ένα σχόλιο κάποιου που τον άγγιξε και τον εξέφρασε με έναν άλλο τρόπο -είχε χάσει τον πατέρα του και το ερμήνευσε μέσα από το δικό του βίωμα. Μου αρέσει πολύ αυτό στα τραγούδια, να προκαλούν δεύτερη και τρίτη ανάγνωση και να βρίσκει ο καθένας τη δική του προβολή σε αυτό».

Στο στίχο σου «Όπου θες να με πας, κι ας έχω ξαναπάει», η δική μου ανάγνωση ήταν «να ερωτευτώ μαζί σου, κι ας έχω ερωτευτεί πάλι».
«Χαίρομαι πολύ, αυτό είναι! Το σημείο αυτό κι εμένα ακαριαία με πάει σε αυτό. Έχει μεγάλη σημασία αυτό, γιατί έχει μεγάλη σημασία ο έρωτας. Μέσα στην πανδημία, ας πούμε, ένιωσα πως αυτό που κινδυνεύει να μην υπάρχει, με έναν τρόπο, είναι ο ερωτισμός και η ερωτική απόχρωση που έχει η φυσική μας παρουσία όταν βρισκόμαστε μαζί με τους άλλους ανθρώπους. Αυτό είναι που δίνει και το χρώμα. Όταν δεν υπάρχει αυτό αρχίζουν όλα και γίνονται ασπρόμαυρα, άνευρα, στριφνά. Αρχίζουν και μαζεύονται όλοι οι “κακοί συγγενείς” εκεί μέσα. Ήταν πολύ δύσκολο να διατηρηθεί αυτό, ειδικά στις περιόδους όπου πραγματικά μέναμε στα σπίτια. Υπήρξαν ζευγάρια που δεν άντεξαν. Ακόμα και τα ζευγάρια που αγαπήθηκαν περισσότερο, ήρθαν πιο κοντά, έπρεπε να συντηρούν τον ερωτισμό μέσα σ’ αυτό το δύσκολο 24ωρο. Για να μην αποξενωθούν χωρίς στην πραγματικότητα να το θέλουν, χωρίς να υπάρχει λόγος».

Εγώ πάντως το βρήκα απελευθερωτικό αυτό, την πρόσκληση αυτή να ερωτευτούμε ξανά.
«Κάποια στιγμή, όσο μεγαλώνεις, έχεις και συνείδηση για το τι σου αρέσει. Όταν είσαι 20 χρόνων, λειτουργείς διά της ατόπου -δεν μου αρέσει κάτι, οπότε δεν το κάνω και πάω κάπου αλλού. Όσο μεγαλώνεις, είναι πολύ μεγάλο κέρδος και σου φέρνει ευχαρίστηση να κάνεις κάτι που να σου αρέσει και να είναι συνειδητό. Αυτή η διατύπωση έχει κάτι συνειδητό: “Όπου θες να με πας, κι ας έχω ξαναπάει”. Γιατί κάθε φορά και κάτι καινούργιο υπάρχει. Γι’ αυτό αγαπάμε και τη ζωή πάρα πολύ».

Πότε να περιμένουμε ολόκληρο το άλμπουμ, όλα τα τραγούδια;
«Δεν θέλω να κάνω σχέδια, γιατί δεν ξέρουμε τι μας περιμένει. Σκοπός είναι να υπάρχει μια απόσταση από τραγούδι σε τραγούδι, τρίμηνη - τετράμηνη, ίσως μέχρι τα Χριστούγεννα να έχει ολοκληρωθεί. Έχει άλλο ένα στοιχείο αυτό το άλμπουμ, το οποίο ακόμα διαμορφώνεται στη ροή του. Ζητούμενό μου είναι όταν κάποιος το ακούσει από την αρχή μέχρι το τέλος, να είναι σαν ένα έργο. Έχω προσπαθήσει να το κάνω και στο παρελθόν αυτό, αλλά όσο μεγαλώνεις, νομίζω κάποια πράγματα τα κάνεις να φαίνονται πιο καθαρά. Πάντως, επιμένω στη λογική του κόνσεπτ. Επειδή είμαι αρκετά ιδιοσυγκρασιακός και οι κεραίες μου λειτουγούν μέσα από το βίωμα, κλείνουν και κύκλους ζωής οι προσωπικές μου δουλειές. Είναι και πώς θα ξεκινήσεις, με έναν τρόπο. Ο Νίκος (σ.σ.: Ζούδιαρης) νομίζω, με τον πρώτο μας δίσκο, έβαλε αυτό το σαράκι μέσα μου».

«ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ»

Η πανδημία βρήκε τη δική σου καλλιτεχνική γενιά πάνω στην πιο δημιουργική της περίοδο, στην «Εποχή του θερισμού», που λέει και το τραγούδι. Πώς το διαχειρίστηκες όλο αυτό;
«Ήταν σαν να τράβηξε κάποιος ξαφνικά το χειρόφρενο. Αν βγει το αμάξι λίγο εκτός πορείας και  ντελαπάρει και δεν χτυπήσεις, όλα καλά. Αυτό, νομίζω, έχει συμβεί. Σίγουρα, στο καλλιτεχνικό κομμάτι, είκοσι χρόνια να ταξιδεύεις, να παίζεις, να κάνεις πρόβες, να στήνεις μπάντες, να γράφεις τραγούδια και να τα επικοινωνείς με τον κόσμο, είναι κομμάτι της ύπαρξής σου. Υπήρχε μία ροή που διακόπηκε».

Σε σχέση με το κοινό που παρακολουθεί και τις παραστάσεις σου, ένιωσες ότι υπάρχει διακοπή όλο αυτό το διάστημα ή είσαι γεμάτος από την όποια επικοινωνία υπήρχε;
«Δεν μπορώ να το ξέρω ακριβώς. Είναι πλασματικό, δεν έχεις μια συνολική αίσθηση μέσα από μία οθόνη. Από ένα γραπτό μήνυμα μπορεί να έχεις, βέβαια. Οπότε, ό,τι καλό θα σου πω είναι από μηνύματα που έχω εισπράξει μέσα σ’ όλο αυτό, μέσα από αυτά τα Μέσα. Όσες στιγμές, όμως, έχει τύχει να συναντήσω κάποιον που να έχουμε μια εκλεκτική συγγένεια, έχω νιώσει ότι η αγάπη δεν χάνεται. Όπως δεν ξεχνάει και το σώμα κάποια πράγματα που κάνει. Είναι και σωματικό, όταν με κάποιους ανθρώπους ανοίγουν τα συναισθήματα, μέσω της τέχνης, και φτιάχνουν γέφυρες. Οι άνθρωποι έρχονται κοντά και γίνονται κομμάτι της ζωής ο ένας του άλλου, είτε είναι αυτοί που παίζουν και δημιουργούν είτε αυτοί που ακούν. Όταν αυτό έχει συμβεί με το φυσικό τρόπο, δεν χάνεται. Νιώθω ευγνωμοσύνη για την αγάπη που έχω εισπράξει και δεν υπάρχει κανένας άλλος δρόμος από το να τη δίνω πίσω. Στο πολλαπλάσιο και με όλη μου την αλήθεια».

Υπήρχαν στιγμές που να θύμωσες που οι χώροι ήταν κλειστοί; Ίσως υπήρχε τρόπος να λειτουργούν.
«Βέβαια. Είναι κάτι που το συζητούσαμε και κινηθήκαμε και συνολικά το πρώτο διάστημα, γιατί δεν υπήρχε καμία πρόνοια, κανένα ενδιαφέρον για όλους μας. Κάναμε σαματά και προσπαθήσαμε -όλοι μαζί ευτυχώς- για τα αυτονόητα. Υπάρχει μια ειδοποιός διαφορά τι συνέβη. Στην περίπτωση τη δική μας, το να δραστηριοποιηθείς απαγορευόταν. Ήταν σαν να έβγαινε από το βιβλίο των κανόνων, όλα τα άλλα είχαν κανόνες -αυτά θα λειτουγήσουν έτσι, τα eshop κ.λπ. Η δική μας δραστηριότητα βγήκε εκτός. Όταν κάτι βγαίνει εκτός, είναι υποχρέωση της πολιτείας να βρει τρόπο αυτό να το αντιμετωπίσει. Όχι να κάνει πως δεν το βλέπει και να το αντιμετωπίζει υποτιμητικά».

Σε συνδυασμό και με μία επιδοματική πολιτική που ήταν ανύπαρκτη αρχικά.
«Αυτό ήρθε πιο μετά. Τον Μάρτη έγινε πρώτη φορά. Το ξέρουμε όσοι παίζουμε, ο Μάρτης είναι ένας μήνας σοβαρός, εγώ έχασα είκοσι εμφανίσεις μέσα στον Μάρτη και τον Απρίλη, μέχρι το Πάσχα. Μετά ο χειμώνας μας, η χρονιά μας τελειώνει και πάμε για καλοκαίρι. Αυτό το χειρόφερνο το έσπασε το αμάξι. Το παρομοιάζω έτσι, αλλά είναι η ψυχή μας, άσε την τσέπη μας. Η ψυχή μας είναι και κάνουμε αυτό που κάνουμε και ανακατευόμαστε με τα αόρατα. Τα ορατά λίγο τα τακτοποιείς πιο εύκολα, αλλά με τις ψυχές μας τι έχει γίνει; Είναι αυτονόητο, αλλά έχουμε φτάσει πλέον στο σημείο να ψάχνουμε το αυτονόητο: σκέψου την καραντίνα χωρίς να δεις ταινίες, χωρίς να ακούς μουσική, χωρίς όλα αυτά. Χωρίς αέρα δηλαδή, γιατί είναι αέρας αυτό που κάνουμε. Ακόμα και το πρώτο σποτάκι για την καραντίνα, τραγούδι δεν είχε, για να μας τραβήξει λίγο και να πούμε μπράβο και να νιώσουμε ένα κοινό αίσθημα, να βγούμε να χειροκροτήσουμε στα μπαλκόνια; Για όλο αυτό δεν νοιάστηκε κανείς για ένα πολύ μεγάλο διάστημα, το επίδομα ήρθε Σεπτέμβρη.

Για να μην παρεξηγηθώ, το πρόβλημα της πανδημίας είναι δεδομένο στον πλανήτη. Αν όμως κάποιος θέλει να βρει λύσεις, με έναν τρόπο τις βρίσκει, νοιάζεται. Όπως επίσης και κάποιες πολιτικές που δεν αποδίδουν, είναι λάθος, δεν μπορεί να τις επαναλαμβάνεις. Ένα ερώτημα θα σου κάνω: Τώρα ανακαλυφθήκαν τα self test; Δεν υπήρχαν τον Σεπτέμβρη, για παράδειγμα; Δεν άκουσα αυτό να το συζητάει κανείς. Έλεγαν για ατομική ευθύνη. Κάτσε, ρε φίλε, έχουμε και τα εφόδια; Δεν συζητάμε τώρα με το άνοιγμα, το μπάτε σκύλοι αλέστε, πέρισυ το καλοκαίρι. Δεν θέλω να το σχολιάσουμε παραπάνω, πιστεύω ο καθένας καταλαβαίνει πολύ καλά τι λέμε, γιατί ό,τι λέμε το λέμε με πλήρη επίγνωση της κατάστασης. Αυτό που συμφωνούμε όλοι είναι ότι υπήρχαν πολλές παραβλέψεις και αβλεψίες».

«ΘΑ ΜΑΣ ΠΑΡΕΙ ΧΡΟΝΟ ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΙΣΟΡΡΟΠΗΣΟΥΜΕ» 

Το προηγούμενο καλοκαίρι μπόρεσες να εμφανιστείς κάπου;
«Ένα live που είχα κανονισμένο από τον Μάρτη, έγινε όταν άνοιξαν οι χώροι, τον Ιούλιο. Εγώ τον Αύγουστο δεν παίζω ποτέ, από Σεπτέμβρη πάλι τα κρούσματα ανέβηκαν και φαινόταν ότι πάμε για κλείσιμο. Έβγαλα αυτόν τον προγραμματισμό από το μυαλό μου και συνέχισα να κάνω αυτά που κάνω συνήθως, είχα και πιο πολύ χρόνο. Η ζωή μου είχε και πριν ενός είδους “καραντίνες”, καλλιτεχνικές. Έχει αυτού του είδους την απομόνωση, συνέβαινε αυτό. Έκανα κι άλλα πράγματα που ήθελα να μάθω λίγο παραπάνω, με την ηχοληψία, το πιάνο, με τη ραπτομηχανή, με την κομμωτική -αυτά κυρίως στην πρώτη καραντίνα».

Σίγουρα η δημιουργία του άλμπουμ ήταν αυτό που σε κράτησε σε φόρμα καλλιτεχνική.
«Ναι, αν και αυτό δεν το έφερε η καραντίνα, είναι κάτι που το έκανα έτσι κι αλλιώς. Πιο πολύ προβλήματα έφερνε, το να μην μπορούμε να πάμε σε ένα στούντιο όταν είναι το lockdown. Εγώ δεν είμαι από αυτούς που έλεγαν “πάμε, δεν τρέχει τίποτα”. Πώς δεν τρέχει τίποτα; Ήξερα περιπτώσεις, ο γνωστός του γνωστού, που τους συνέβη. Έχουμε μπλέξει τώρα με αυτή την ιστορία».

Τώρα που οι χώροι ανοίγουν με πληρότητα 50%, πιστεύεις ότι θα γίνουν πράγματα; Βγαίνουν οι παραγωγές;
«Αυτοδιοργανώσεις φαντάζομαι θα συμβούν, με όλες τις προδιαγραφές που μπορεί να τεθούν. Όταν υπάρχουν όλα τα κομμάτια μιας παραγωγής, με πληρότητα 50% είναι δύσκολο. Γιατί δεν είναι μόνο το σχήμα και ο καλλιτέχνης, είναι ο ήχος, τα φώτα, όλοι οι άνθρωποι που εργάζονται για μια συναυλία. Όλο αυτό είναι ένας πνεύμονας, που το οξυγόνο στο 50% μπορεί να μην τον διατηρήσει καν σε παλμό. Τα θερινά σινεμά ανοίγουν με 75% πληρότητα, αλλά βέβαια δεν μπορούν να κάνουν δύο προβολές. Έτσι κι αλλιώς, προσωπικά δεν θέλω να μπω στη διαδικασία “εμείς αυτό, εκείνοι το άλλο”».

Προγραμματίζεις κάτι για το καλοκαίρι;
«Σκέφτομαι κάτι που δεν πρόλαβα να το κάνω λόγω της καραντίνας. Είναι τα είκοσι χρόνια φέτος από το πρώτο άλμπουμ με τα τραγούδια του Νίκου Ζούδιαρη, εκεί όπου είναι το “Τι να θυμηθώ”, που αγαπήθηκε πολύ. Αυτό το ταξίδι των είκοσι χρόνων λέγαμε πέρυσι να το κάνουμε μια γιορτή, να έρθουν και φίλοι. Aν καταφέρουμε να το κάνουμε αυτό στην Τεχνόπολη, θα είναι μια χαρά. Και το λέω αυτό γιατί ο δήμος -και είναι προς τιμήν του αυτό- και πέρισυ στήριξε όλη την κατάσταση δίνοντας το χώρο αλλά και την υποδομή -είναι βασικό. Να δούμε. Βέβαια, δεν αρκεί ένας κούκος να φέρει την άνοιξη. Για άλλους χώρους, θα το δούμε στην πορεία. Η ιδιωτική πρωτοβουλία, που έχει πληγεί πολύ από όλα αυτά, δεν μπορεί να πει “θα το πάρω πάνω μου”. Και για χώρους σε άλλες πόλεις, όπου ανεβοκατέβαινα, δεν θα τους είναι πλέον εύκολο. Θα κάνουν ελάχιστα live αναγκαστικά, γιατί με την πληρότητα αυτή θα βάλουν κι από την τσέπη τους. Γενικά, θα μας πάρει χρόνο μέχρι να ισορροπήσουμε. Είναι και στο χέρι μας να διατηρήσουμε την καρδιά αυτού του “οργανισμού” να χτυπάει».

Σαν άνθρωποι της τέχνης, σαν χώρος, αισθάνθηκες ότι ήμασταν κοντά όλο αυτόν τον καιρό;  
«Το πρώτο διάστημα είδα παθογένειες ετών, στην πλάτη της πανδημίας, ξαφνικά να βγαίνουν και να μας κάνουν όλους να βρίσκουμε το αυτονόητο. Προβλήματα που υπήρχαν και πριν και δεν τα λύναμε και που προφανώς δεν λύνονται τώρα που ήρθε η πανδημία. Μακάρι μετά από αυτό, να διατηρήσουμε τη σύμπνοια αυτή και τα συζητήσουμε αυτά, και γίνει αφορμή η πανδημία να καταλήξουμε κάπου. Να λύσουμε αυτές τις παθογένειες που μας δημιουργούσαν τα προβλήματα -προβληματάκια ήταν ως προς το κράτος, απλά του δίναμε το άλλοθι να μην τα λύσει».

 Δεν έχουμε ξεχάσει και το αφήγημα για τη μαύρη εργασία, αν έκανε η κότα το αβγό ή το αβγό την κότα.
«Εντάξει τώρα, αν αρχίσουμε για τέτοια... Φούσκωσε βέβαια και το πράγμα, κάποια στιγμή τα βλέπαμε όλα, ήταν σουρεάλ η πραγματικότητα που ζούσαμε. Το σημαντικό είναι πλέον να βρεθούμε κοντά οι καλλιτέχνες. Να μαζευτούμε, γιατί έτσι προκύπτουν και οι απαντήσεις».

«ΤΟ ΔΙΑΙΡΕΙ ΚΑΙ ΒΑΣΙΛΕΥΕ ΕΙΝΑΙ Ο ΕΧΘΡΟΣ ΜΑΣ»

Από την άλλη, έχουμε την έξαρση της αστυνομικής βίας αλλά και μία νέα επίθεση στις ελευθερίες μας, με αφορμή την πανδημία. Δεν πρέπει να τα παλέψουμε κι αυτά;
«Μα γιατί κάποια πράγματα δεν λύνονται; Έχουν βαθιά πλοκάμια. Αλλά δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να σταματήσουμε να φωνάζουμε γι’ αυτά. Δεν μπορούμε να το κάνουμε αυτό, δεν είμαστε 80 χρόνων. Λόγω ηλικίας, έχω μια ψυχραιμία πια. Έχω δει ότι δεν αλλάζουν τα πράγματα με τη μέθοδο του διακόπτη. Η δημοκρατία έχει πολύ αργούς ρυθμούς και θέλει συνεχώς προστασία, τρυφερότητα και ενδιαφέρον που να μην το χάνουμε γι’ αυτή. Ποιο είναι το όπλο σου; Είναι η ψήφος. Νομίζω ότι δεν χρειάζεται να πω κάτι άλλο πάνω σ’ αυτό.

Τώρα, γιατί έχουμε την κατάσταση που έχουμε; Δεν ήρθαν μια μέρα μόνοι τους αυτοί που έχουμε. Κοινωνικά αν το δεις, εξηγείται με έναν τρόπο. Είμαστε σε μία σύγχυση, είμαστε καχύποπτοι. Είναι αυτό που τα έχουμε δει όλα και μας φαίνονται όλοι ίδοι -είναι επικίνδυνο αυτό γιατί φέρνει μια ισοπέδωση. Εκεί μέσα καίγονται και τα ξερά και τα χλωρά. Περιμένουμε γρήγορα να γίνει το συμφέρον μας, που αυτό δεν γίνεται, ειδικά όταν πρόκειται για μικροσυμφέρον. Όλα αυτά οδηγούν σε μια απαξίωση συνολικότερη. Κι αυτό που βιώνουμε, πολιτικά μιλώντας, είναι ότι ό,τι έχουμε απαξιώσει, το έχουμε να μας κυβερνά. Έχει πρόσωπο δηλαδή. Μας κυβερνά ό,τι έχουμε απαξιώσει».

Παράλληλα με τα τραγούδια και με την τέχνη, ένιωσες την ανάγκη να μιλήσεις πιο δυνατά αυτή την περίοδο; Να μπεις στο δημόσιο διάλογο;
«Αυτό είναι μεγάλη κουβέντα. Πού συμβαίνει ο δημόσιος διάλογος; Πώς μπαίνεις ηχηρά και φανερά σε ένα δημόσιο διάλογο; Όχι σε καφενείο. Στο καφενείο λέει ο καθένας ό,τι θέλει, αυτό δεν είναι δημόσιος διάλογος, δεν είναι η Βουλή. Παρακολουθώ τα social media, θα περάσω από το “καφενείο”, θα μπω, θα συμφωνήσω ή θα διαφωνήσω με τον τάδε. Αλλά δεν θα ρητορεύσω μέσα στο καφενείο. Στον παλμό είμαι συντονισμένος, κι όταν αυτό μεταφέρεται στο φυσικό -και τον θεσμικό- χώρο δράσης, θα με δεις εκεί. Είναι και σημείο των καιρών, αλλά δεν έχουμε και τις απαντήσεις για όλα. Λένε για τους καλλιτέχνες, γιατί σιωπείτε; Μα δεν σιωπούμε ποτέ, δεν γράφουμε τα τραγούδια μας; Δεν με ξέρεις εμένα; Τη δισκογραφία μου να δεις -το “Σ’ αυτή τη χώρα”, το “Ψάρι”, τη “Σχεδία” καλή ώρα-, ε δεν ξέρεις; Πρέπει να σου πω κάτι, να κάνω πολιτική; Εμένα η θέση μου είναι να είμαι μόνιμα αντιπολίτευση, φύσει και θέσει. Τουλάχιστον εκεί που αναπνέει το δικό μου σώμα. Προφανώς η παλέτα είναι μεγάλη και τα δάχτυλα δεν είναι όλα ίδια. Αλλά δεν γίνεται να υπάρχει το ένα χωρίς να υπάρχει το άλλο. Εγώ είμαι σ’ αυτή την κατεύθυνση».

«Θα επανέλθω λίγο στο αυτονόητο. Πρέπει λίγο να το βρούμε ξανά ως κώδικα. Έχουμε φτάσει στο σημείο να μην αλλοιώνονται μόνο οι λέξεις, αρχίζουν να αφαιρούνται και αυτές και να μειώνονται οι συλλαβές τους. Και μένουν κάτι πράγματα ακαταλαβίστικα, ακόμα κι όταν πάμε να διαβάσουμε ή να μιλήσουμε. Αυτό πρέπει να το προσέξουμε, πρέπει να ξαναοριστεί για να γίνει ένας δημόσιος διάλογος επί της ουσίας και να μη φεύγουμε από το ένα θέμα και πηγαίνουμε στο άλλο. Αυτό συμβαίνει στο “καφενείο”, το χάνουμε. Συζητάμε γι’ αυτό και μαζευόμαστε για να πάμε να το λύσουμε και φύγαμε αλλού γι’ αλλού. Ξέρεις, το διαίρει και βασίλευε είναι εφαρμόσιμο. Το μαθαίνουν φοιτητές, οι οποίοι μεγαλώνουν, γίνονται καριερίστες και το εφαρμόζουν στον καθένα μας, στη ζωή μας. Να μην ξεχνάμε ότι αυτό είναι ο εχθρός μας.

Πάντως, δεν έχουμε χαθεί και το πιστεύω αυτό. Όπως φεύγει η μέρα κι έρχεται το πρωί, όλα είναι εκεί. Με τραύματα, σίγουρα θα μας μείνουν τα κουσούρια, αλλά θα είναι εκεί. Ελπίζω να μπούμε ξανά σε μία ισορροπία και να μπούμε πιο σοφοί, και ό,τι καλό έχει αποκομίσει ο καθένας από αυτή την περίοδο, σε ότι συμπέρασμα έχει καταλήξει, ειδικά για τον εαυτό του και τη θέασή του προς τον κόσμο, που να εμπεριέχει τον άλλο άνθρωπο μέσα, να το κρατήσει. Και να μη χαθεί μετά πάλι στον ίλιγγο της ταχύτητας».

* Φωτογραφία: Τάμμυ Τσέκου

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ