Στις στάχτες του Κιέβου η ιστορία “ξαναρχίζει” - Ή μάλλον, η ιστορία αντεπιτίθεται

Οι εικόνες του εμπόλεμου Κιέβου είναι σοκαριστικές. Είναι εικόνες που όλοι μας είχαμε θάψει βαθιά στο πίσω μέρος του μυαλού μας. Το καθεστώς ειρήνης ήταν η φυσική κατάσταση για την ευρωπαϊκή ήπειρο τις τελευταίες δεκαετίες. Η τελευταία πολεμική μνήμη από την γειτονιά μας  μέχρι χθες ήταν ο πόλεμος της Γιουγκοσλαβίας, που ξεκίνησε ως εμφύλιος και κατέληξε στην επέμβαση του ΝΑΤΟ.

Στις στάχτες του Κιέβου η ιστορία “ξαναρχίζει” - Ή μάλλον, η ιστορία αντεπιτίθεται
ΠΡΟΒΟΛΗ

Κοιτώντας όλες αυτές τις εικόνες και παρακολουθώντας τις πολεμικές ανταποκρίσεις το στομάχι σφίγγει και το μυαλό τρομάζει. Πώς φτάσαμε μέχρι εδώ; Φταίει η ψευδαίσθηση ότι ο πόλεμος δεν φτάσει ποτέ ξανά στην Ευρώπη; Φταίει ο εφησυχασμός; ;

Φταίει η Δύση και ο Πούτιν;

Προφανώς όταν μιλάμε για την εισβολή ενός κράτους σε ένα άλλο τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Η Ρωσία είναι ένα αυταρχικό καθεστώς το οποίο δεν δίνει καμία σημασία στο διεθνές δίκαιο ή τις διεθνείς συνθήκες.

Βασίζεται στην στρατιωτική της ισχύ για να πετύχει αυτά που θέλει. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός πως η ανακοίνωση της επίθεσης στην Ουκρανία από τον Πούτιν έγινε την ίδια στιγμή που συνεδρίαζε εκτάκτως η ολομέλεια του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Όταν ο μόνιμος απεσταλμένος της Ρωσίας στον ΟΗΕ κλήθηκε να δώσει εξηγήσεις η απάντηση του ήταν “Δεν προτίθεμαι αυτή τη στιγμή να ξυπνήσω τον υπουργό Λαβρόφ”. Αυτή είναι η αξία που δίνει το καθεστώς Πούτιν στη διπλωματία, τους θεσμούς και τελικά τη δημοκρατία. Η ευθύνη λοιπόν είναι ξεκάθαρα δική του. Όμως το ερώτημα παραμένει. Πώς φτάσαμε εδώ;

Η Ρωσία

Αναπόφευκτα θα πρέπει να κοιτάξουμε πίσω.

Με την πτώση της ΕΣΣΔ το 1991 οι ΗΠΑ έγιναν η ντε φάκτο υπερδύναμη του πλανήτη. Αντίθετα η Ρωσία βρέθηκε απότομα από τα ψηλά στα χαμηλά. Επί προεδρίας Γιέλτσιν η επιχείρηση “δυτικοποίησης" της Ρωσίας όχι απλά απέτυχε αλλά οδήγησε μαθηματικά στην ανάπτυξη εθνικιστικών - αυταρχικών αντανακλαστικών.

Το πείραμα του λαϊκού καπιταλισμού που είχε σκοπό να κάνει τους Ρώσους πολίτες “μετόχους” των περιουσιακών στοιχείων της πρώην ΕΣΣΔ κατέληξε στην δημιουργία μιας κλειστής ολιγαρχίας που απέκτησε τον έλεγχο των πάντων με την ανομία, το χάος και την διαφθορά να κάνουν πάρτι.

Παράλληλα, η ρωσική εξωτερική πολιτική είχε φτάσει σε πρωτόγνωρα καλή σχέση με τη Δύση. Το 1994 η Ρωσία υπέγραψε τη Συμφωνία της Βουδαπέστης στην οποία εγγυόταν την ανεξαρτησία και την εδαφική της ακεραιότητα της Ουκρανίας σε αντάλλαγμα με την επιστροφή του πυρηνικού της οπλοστασίου από την εποχή της ΕΣΣΔ (με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης η Ουκρανία ήταν η τρίτη μεγαλύτερη πυρηνική δύναμη στον κόσμο).

Το 1997 σε συνεργασία με το ΝΑΤΟ δημιούργησαν μια κοινή επιτροπή που θα συνεργαζόταν για ζητήματα ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Επιπλέον, επί προεδρίας Κλίντον, υπήρξε ακόμα και διάλογος για πιθανή ένταξη της ίδιας της Ρωσίας στην ευρωατλαντική συμμαχία. Φυσικά αυτό δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει δεκτό από έναν εξαθλιωμένο αλλά πάντα περήφανο λαό. Τότε ήταν ο στιγμή που ο Πούτιν βρήκε την ευκαιρία να ανελιχθεί στην εξουσία.

Από την αρχή η θητεία του ήταν επεισοδιακή.

Τα πρώτα χρόνια του στην εξουσία συνοδεύτηκαν από αναδιάταξη του στρατού, των μυστικών υπηρεσιών, εκμετάλλευση των κρατικών επιχειρήσεων και η καλλιέργεια σχέσεων με την υπάρχουσα ή τη νέα ολιγαρχία.

Το επόμενο βήμα ήταν η υπερσυγκέντρωση εξουσιών, ο επηρεασμός των ΜΜΕ και της δικαιοσύνης.

Μετά την δεκαετία της δυτικοποίησης η Ρωσία είχε πλέον εγκαταστήσει ένα πολιτικό, οικονομικό και στρατιωτικό μοντέλο γύρω από τον Βλάντιμιρ Πούτιν. Κατά την εγκαθίδρυση της κυριαρχίας του ο Ρώσος πολιτικός συνδέθηκε με πολλές μαύρες στιγμές. Βομβαρδισμούς σε ρώσικα κτίρια που αποδόθηκαν σε Τσετσένους αυτονομιστές, έναν πόλεμο στην Τσετσενία, πολλές απόπειρες ή και δολοφονίες αντιπάλων του (Anna Politkovskaya 2006, Alexander Litvinenko 2006, Boris Nemtsov 2015) και κατάφωρη περιφρόνηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Όμως ο Πούτιν δεν κρύφτηκε.

Έχτισε την κυριαρχία του εντός των τειχών και περίμενε. Ποτέ δεν έδειξε να ενδιαφέρεται για αξίες του δυτικού κόσμου όπως η φιλελεύθερη δημοκρατία, ή ο σεβασμός τους διεθνούς δικαίου. Ανέκαθεν ο σκοπός του ήταν η δημιουργία μιας σφαίρας επιρροής η οποία θα περιλαμβάνει εδάφη και χώρες που υπήρξαν είτε κομμάτι της Ρωσικής Αυτοκρατορίας είτε της ΕΣΣΔ είτε του Συμφώνου της Βαρσοβίας, με κέντρο τη Ρωσία και ηγέτη τον ίδιο.

Το 2005 ανέφερε σε συνέντευξή του πως η πτώση της Σοβιετικής Ένωσης ήταν η μεγαλύτερη τραγωδία του 20ού αιώνα. Όμως η μεγάλη στιγμή ήρθε το 2007. Στην ετήσια Διάσκεψη Ασφάλειας του Μονάχου ανέβηκε στο βήμα, κοίταξε τους Αμερικάνους στα μάτια και ανέπτυξε το πολιτικό του όραμα.

Με αφορμή το στραπάτσο του πολέμου στο Ιράκ κατηγόρησε τις ΗΠΑ για την δημιουργία ενός μονοπολικού κόσμου στον οποίο υπάρχει μόνο ένα “τέρας” και μόνο ένα κράτος ενώ κατέληξε πως αυτό που είναι γνωστό ως δυτικός κόσμος δεν έχει καμία αξία για τη Ρωσία, ούτε και την αφορά. Ένα χρόνο αργότερα, το 2008, όταν η Γεωργία φλέρταρε με την ένταξη στο ΝΑΤΟ, εισέβαλε, έφτασε λίγο έξω από την Τιφλίδα και ανάγκασε την γεωργιανή κυβέρνηση να αναγνωρίσει την Νότια Όσετία και την Αμπχαζία ως ανεξάρτητες οντότητες.

Λίγα χρόνια αργότερα και ενώ η Ουκρανία βρισκόταν σε πολιτική κρίση, έστειλε (παρά)στρατιωτικές δυνάμεις που πήραν τον έλεγχο της Κριμαίας, (την οποία έχει παράνομα προσαρτήσει στην ρώσικη επικράτεια) και του Ντονμπάς (που αναγνώρισε πριν λίγες ημέρες ως Λαϊκή Δημοκρατία του Ντόνετσκ και Λαϊκή Δημοκρατία του Λουγκάνσκ).

Κάπως έτσι, με αργά και σταθερά βήματα, η Ρωσία του Πούτιν εισβάλει στην Ουκρανία με σκοπό την “αποστρατικοποίηση” και την “αποναζιστοποίηση” της γειτονικής της χώρας αλλά και την “προστασία” της εθνικής της ασφάλειας. Στην πραγματικότητα όμως η Ρωσία αλλάζει την ιστορία και δείχνει ότι στο νέο πολυπολικό κόσμο διεκδικεί τον ρόλο του τρίτου πόλου  μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα, με την οποία φαίνεται να έχει “συμμαχήσει” εναντίον των “Δυτικών”.

Είναι σημαντικό όμως να έχουμε στο μυαλό μας το εξής. Η Ρωσία σε όλες τις ιστορικές της περιόδους, είτε σαν αυτοκρατορία, είτε ως το κέντρο της ΕΣΣΔ, είτε επί Πούτιν είχε μία θέση στο τραπέζι των μεγάλων δυνάμεων αποκλειστικά λόγω του μεγέθους και της δυναμικής του στρατού της.

Ποτέ δεν ήταν η πιο πλούσια υπερδύναμη, ποτέ δεν ήταν η πιο τεχνολογικά εξελιγμένη (εκτός από την περίοδο της ΕΣΣΔ) υπερδύναμη.

Σήμερα η Ρωσία δεν ανήκει καν στις 10 μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου. Είναι πίσω από ΗΠΑ, Κίνα, Ιαπωνία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ινδία, Γαλλία, Ιταλία, Καναδά και Κορέα. Το ΑΕΠ της είναι περίπου $1,5 τρις. ενώ των ΗΠΑ είναι σχεδόν $21 τρις και της Κίνας φτάνει τα $15 τρις.

Το ΑΕΠ της Ολλανδίας και του Βελγίου μαζί ξεπερνάνε εκείνο της σημερινής Ρωσίας. Μπορεί το τάιμινγκ της εισβολής μετά την απόσυρση των Αμερικανών από το Αφγανιστάν να τονίζει την δυναμική της Ρωσίας αλλά αυτό μπορεί λειτουργήσει και ανάποδα. Ένα ΝΑΤΟ τραυματισμένο, με τις εσωτερικές πληγές που δημιουργήθηκαν μεταξύ ΗΠΑ και Γαλλίας να είναι νωπές και το ψυχροπολεμικό κλίμα να έχει μεταφερθεί στον Ειρηνικό ψάχνει ένα δυναμικό restart και η Ρωσία, ο “παραδοσιακός” αντίπαλος μπορεί να είναι ο κατάλληλος λόγος συσπείρωσης των συμμάχων.

Η Αμερική

Η Ρωσία όμως δεν είναι ο μόνος παίκτης στη σκακιέρα. Το τέλος του Ψυχρού Πολέμου στις αρχές της δεκαετίας του ’90 έφερε αυτό που ο Φράνσις Φουκουγιάμα ονόμασε ως “Το τέλος της Ιστορίας”. Το τέλος της ιστορίας ήταν ουσιαστικά η σχηματοποίηση της πολιτικής, στρατιωτικής και οικονομικής παντοδυναμίας των ΗΠΑ. Η παντοδυναμία αυτή βασιζόταν στην φιλελεύθερη δημοκρατία, την παγκοσμιοποίηση, την κυριαρχία της οικονομίας της αγοράς αλλά και στην πιο σκοτεινή πλευρά του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού.

Η πτώση της ΕΣΣΔ έφερε στην πόρτα των Αμερικανών περιοχές που μόλις είχαν αποκτήσει την ανεξαρτησία τους. Εκεί έγινε το μεγάλο λάθος. Η ένταξη στο ΝΑΤΟ των χωρών της Βαλτικής ανέπτυξε στο ρώσικο κατεστημένο την αίσθηση της “περικύκλωσης”.

Θα μπορούσαν να έχουν εξεταστεί εναλλακτικές επιλογές για όλη την περιοχή που δεν θα ταπείνωναν τη Ρωσία. Επίσης, η φιλοδυτική πολιτική Γιέλτσιν μόνο πιο κοντά δεν έφερε τους δύο κόσμους.

Παράλληλα, η δράση των ΗΠΑ μέσω του ΝΑΤΟ στη Γιουγκοσλαβία με τη δημιουργία νέων κρατιδίων μπορεί να θεωρηθεί ακόμα και πηγή έμπνευσης για την τακτική Πούτιν. Οι πόλεμοι σε Αφγανιστάν και Ιράκ, η μεγάλη οικονομική κρίση της περασμένης δεκαετίας αλλά και η γενικότερη στρατιωτική ή παραστρατιωτική εμπλοκή των ΗΠΑ σε διάφορα σημεία του πλανήτη φαίνεται να κούρασε τόσο τον μη φιλικό προς αυτήν κόσμο, όσο και το εσωτερικό της.

Κάπως έτσι προέκυψε το Δόγμα Τραμπ. Με την νίκη του ο Ντόναλτ Τραμπ ουσιαστικά εφάρμοσε μία σταδιακή απεμπλοκή των ΗΠΑ από τα παγκόσμια πράγματα, κάνοντας την μεγαλύτερη τομή στη σύγχρονη αμερικανική εξωτερική πολιτική και κόντρα στην ελίτ του πενταγώνου. Από την άλλη πλευρά, η περίοδος Τραμπ μόνο θετική μπορεί να χαρακτηριστεί τόσο για την Ρωσία όσο και για την Κίνα που βρήκαν τον χώρο και τον χρόνο που χρειαζόντουσαν για να διεκδικήσουν το κομμάτι διεθνούς επιρροής που θεωρούν ότι τους ανήκει.

Η αποχώρηση των στρατευμάτων από το Αφγανιστάν, η σταδιακή απεμπλοκή των ΗΠΑ από το ναρκοπέδιο της Μέσης Ανατολής μέσω των συμφωνιών του Αβραάμ (πρωτοβουλία Τραμπ), η συμφωνία “AUKUS”, αλλά και η πρόσφατη ρητή δήλωση Μπάιντεν πως κανείς Αμερικανός στρατιώτης δεν θα πολεμήσει στην Ουκρανία δείχνει τόσο την μονιμοποίηση του δόγματος Τραμπ όσο και το μέλλον.

Πλέον το βλέμμα των ΗΠΑ είναι καρφωμένο στον νέο εχθρό, την Κίνα. Μάλιστα, οι ΗΠΑ για πρώτη φορά δοκιμάζουν μία νέα “πολιτική” στρατηγική. Προσπαθούν να δημιουργήσουν έναν άξονα που θα εκπροσωπεί τον ελεύθερο, δημοκρατικό κόσμο (ΗΠΑ, Καναδάς, ΕΕ, Ηνωμένο Βασίλειο, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία, Ιαπωνία, κτλ.) αλλά και έναν που θα εκπροσωπεί τα καταπιεστικά, ανελεύθερα καθεστώτα (Κίνα, Ρωσία, Ιράν). Ήδη Κίνα και Ιράν ουσιαστικά πήραν θέση υπέρ της ρωσικής εισβολής. Παρότι πρόκειται για μία αρκετά ενδιαφέρουσα στρατηγική το παρελθόν των ΗΠΑ, αλλά και η ύπαρξη χωρών συμμάχων όπως η Σαουδική Αραβία και η Τουρκία του Ερντογάν δεν βοηθούν.

Ως προς τη Ρωσία, το ΝΑΤΟ δυστυχώς συνέχισε τις τακτικές του Ψυχρού Πολέμου ακόμα και μετά την πτώση της ΕΣΣΔ.

Από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και μετά το ΝΑΤΟ έχει αναπτυχθεί προς τη μεριά της Ρωσίας κατά τουλάχιστον 800 χλμ., κάθε χρόνο διοργανώνει ασκήσεις κοντά στα σύνορά της με μεταφορά στρατιωτικού εξοπλισμού, έχει εγκαταστήσει πυραυλικά συστήματα σε Πολωνία και Ρουμανία, ενώ μετά την Ουκρανική κρίση του 2014 έχει εγκαταστήσει μονάδες του σε Εσθονία, Λιθουανία, Λεττονία και Πολωνία, όλες στα σύνορα με τη Ρωσία.

Τόσο στην περίπτωση της Γεωργίας όσο και στην περίπτωση της Ουκρανίας αρνήθηκε να πάρει ξεκάθαρη θέση κατά της ένταξης των δύο χωρών ενώ ήξερε πως για τη Ρωσία η περαιτέρω ανάπτυξη της συμμαχίας προς τη σφαίρα επιρροής της θα ήταν αιτία πολέμου. Και ενώ είναι δικαίωμα μιας χώρας να αποφασίζει σε ποιους οργανισμούς θα ανήκει, είναι δικαίωμα και των συμμαχιών αυτών αν θα δεχτούν κάποιο νέο μέλος.

Είναι τελείως ουτοπικό να πιστεύουμε πως χώρες που συνορεύουν με την Ρωσία θα μπουν αναίμακτα στο ΝΑΤΟ ή ακόμα και την ΕΕ όπως συνέβη τη δεκαετία του 90 με την Πολωνία και τις χώρες της Βαλτικής. Είναι όμως και υποκριτικό οι ΗΠΑ να ζητάνε κάτι τέτοιο.

Το μακρινό 1962, ο κόσμος παραλίγο να καταστραφεί σε πυρηνικό ολοκαύτωμα όταν η ΕΣΣΔ συμφώνησε να εγκαταστήσει πυραυλικά της συστήματα στην Κούβα, δηλαδή στην αυλή των ΗΠΑ. Η σύγκρουση αποφεύχθηκε κυριολεκτικά την ύστατη στιγμή.

Πιο πρόσφατα, ο αναπληρωτής Υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Ριάμπκοβ άφησε να εννοηθεί πως αν οι ΗΠΑ συνεχίζουν να στέλνουν όπλα ή γενικώς να δραστηριοποιούνται κοντά στην ρωσική επικράτεια τότε η Ρωσία μπορεί να στείλει όπλα ή στρατιώτες σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, όπως η Βενεζουέλα. Η απάντηση ήρθε από τον Σύμβουλο Ασφαλείας των ΗΠΑ Τζέηκ Σάλιβαν που δήλωσε «αν η Ρωσία σκεφτεί να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, θα αντιδράσουμε αποφασιστικά».

Σε άρθρο του το 2014 ο Χένρι Κίσιντζερ, που δεν φημίζεται για τις αντιιμπεριαλιστικές του απόψεις, πρότεινε έναν συμβιβασμό κατά τον οποίο το ΝΑΤΟ επισήμως δεν θα δεχόταν την Ουκρανία στις τάξεις του, η Ρωσία θα επέστρεφε την Κριμαία στην Ουκρανία υπό την προϋπόθεση να τις δοθεί μια σχετικά αυξημένη αυτονομία λόγω του πλειοψηφικού ρωσικού στοιχείου στον τοπικό πληθυσμό και η Ρωσία να δεχτεί η Ουκρανία να ενταχθεί εάν το επιθυμεί στην ΕΕ. Τέτοιου τύπου προτάσεις - συμβιβασμοί - παζάρια θα είναι πλέον η νέα κανονικότητα από την στιγμή που δεν υπάρχει πια μόνο ένας παίκτης και θέλουμε να αποφύγουμε τις πολεμικές συρράξεις.

Η Ευρώπη

Αν κάποιο από τα ενδιαφερόμενα μέρη στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία πρέπει να προβληματίζεται έντονα αυτό είναι η Ευρώπη.

Πρώτον διότι η “φούσκα” της ειρήνης στην ήπειρο φαίνεται να σκάει μια και καλή.
Δεύτερον γιατί η Ευρώπη είναι αμυντικά και στρατιωτικά ”ανύπαρκτη”.
Τρίτον γιατί ουσιαστικά αποτελεί, με δική της ευθύνη, ενεργειακό όμηρο της Ρωσίας.
Τέταρτον, γιατί η κρίση στην Ουκρανία μας απέδειξε για άλλη μια φορά πως η ΕΕ διοικείται από ανίκανους γραφειοκράτες.

Η εικόνα του tweet του Χοσέ Μπορέλ, Ύπατου Εκπροσώπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που ανακοίνωσε ως αντίποινα στην ρωσική εισβολή το τέλος του shopping σε Μιλάνο, Παρίσι και άλλους ειδυλλιακούς ευρωπαϊκούς προορισμούς ήταν αποκαρδιωτική.

Ακόμα πιο αποκαρδιωτική η απόφαση της προέδρου του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου για τη διεξαγωγή έκτακτης ολομέλειας με θέμα την εισβολή την…1η Μαρτίου.

Ακόμα πιο αποκαρδιωτικό το γεγονός που η εισβολή ξεκίνησε πριν καν συγκληθεί οποιοδήποτε ευρωπαϊκό όργανο και ενώ ο Πούτιν είχε συνομιλήσει με τον Γερμανό καγκελάριο Σολτς και τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν, ο οποίος διέδιδε πως ο Πούτιν θα δώσει ευκαιρία στη διπλωματία  να λύσει το θέμα. Και όλα αυτά ενώ η Αμερική εδώ και εβδομάδες μιλάει για επικείμενη εισβολή.

Παρότι το όραμα της ενωμένης Ευρώπης μας έβγαλε από τη φρίκη δύο παγκοσμίων πολέμων και μας οδήγησε σε δεκαετίες ειρήνης και οικονομικής ανάπτυξης, οι πολιτικές ηγεσίες της Ευρώπης και των χωρών μελών της μάλλον πιο πολύ υπνωτίστηκαν παρά εξελίχθηκαν.

Η σημερινή ΕΕ είναι μία μεγάλη κοινή αγορά αλλά όχι μια πολιτική ένωση και σίγουρα όχι μια υπολογίσιμη στρατιωτική δύναμη. Τα όργανά της διαβουλεύονται ατέρμονα ενώ για κάθε σοβαρή απόφαση θα πρέπει να συμφωνήσουν οι μεγάλοι της ηπείρου και οι Αμερικάνοι. Ουσιαστικά η ΕΕ σήμερα είναι ένα μεγάλο πορτοφόλι ενώ έχει κάνει “outsource” την αμυντική της πολιτική στο ΝΑΤΟ. Παρά το γεγονός ότι η πανδημία ανάγκασε την ένωση να κάνει απότομα βήματα προς τα μπρος, ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς.

Η Ρωσία δυστυχώς δεν αντιλαμβάνεται την Ευρώπη ως στρατιωτικό της αντίπαλο, ούτε καν ως τον πιο πολύτιμό της πελάτη (που είναι). Το 30-40% των αναγκών της Ευρώπης σε φυσικό αέριο αγοράζεται από την Ρωσία και τα έσοδα που προκύπτουν καλύπτουν περίπου το 30% του ρωσικού ΑΕΠ και το 50% του ρωσικού κρατικού προϋπολογισμού. Πιο πολύ μας αντιμετωπίζουν ως αιχμάλωτο όπως δείχνει και η δήλωση του αναπληρωτή Προέδρου του Συμβουλίου της Ρωσίας, Ντιμίτρι Μεντβέντεφ, πως η απόφαση της Γερμανίας να παγώσει την δημιουργία του αγωγού Nord Stream 2 θα οδηγήσει την Ευρώπη στο να πληρώνει 2.000 ευρώ τα χίλια κυβικά αερίου.

Η Ρωσία από το 2014 επιβιώνει σε καθεστώς οικονομικών κυρώσεων λόγω της προσάρτησης της Κριμαίας. Η νέα της εισβολή στην Ουκρανία σχεδιάστηκε υπό την βεβαιότητα πως νέες και πιο σκληρές κυρώσεις θα της επιβληθούν. Κι όμως προχώρησε, διότι ακριβώς όλα αυτά τα χρόνια φρόντισε να εξελιχθεί. Αυτή τη στιγμή η ρωσική οικονομία έχει αποθηκεύσει διαθέσιμα σε ξένο νόμισμα και χρυσό ύψους $630 δις. Επιπλέον, μόνο το 16% αυτών των διαθεσίμων είναι σε δολάριο από 40% πριν πέντε χρόνια ενώ το 13% είναι σε κινέζικο ρένμιμπι. Το ύψος των διαθεσίμων μπορεί να στηρίξει την ελεύθερη πτώση στο ρούβλι και κατά συνέπεια την ρωσική οικονομία για αρκετό καιρό. Εκτός από τα διαθέσιμα, από το 2014 εφάρμοσε ένα οικονομικό σχέδιο με την ονομασία “Οχυρό Ρωσία (Fortress Russia)”. Έκανε άνοιγμα στην Κίνα και την Ασία ώστε να στρέψει τις εξαγωγές της εκεί, ανέπτυξε το Mir, ένα ρωσικό σύστημα πληρωμών το οποίο δεν είναι σε θέση να αντικαταστήσει το SWIFT μπορεί όμως να καλύψει τις εγχώριες συναλλαγές, ενώ σχεδίαζε τη δημοσιονομική της πολιτική με τρόπο πολύ αυστηρό. Το 2021, ο προϋπολογισμός καταρτίστηκε με το βασικό σενάριο να θέλει την  τιμή του πετρελαίου στα $45 το βαρέλι ενώ η μέση τιμή έφτασε στα $75. Ενώ η Ρωσία τα έκανε όλα αυτά, η Ευρώπη δεν μπόρεσε σε 8 χρόνια να βρει τρόπο να μειώσει την ενεργειακή της εξάρτηση από τον Πούτιν. Αντί σήμερα η Ευρώπη να αποφασίζει να υποβάλει στον Πούτιν οικονομική καταστροφή στερώντας του τον καλύτερό του πελάτη, η Ευρώπη φοβάται μην πάθει κρυοπάγημα.

Αλλά το πρόβλημα είναι πιο βαθύ. Εδώ και 20 χρόνια ενώ επιφανειακά η ΕΕ (και οι ΗΠΑ αλλά σε μικρότερο βαθμό) δείχνουν την “αντιπάθεια” τους σε καθεστώτα τύπου Πούτιν, δέχονται με χαρά τα χρήματα τους. Από τα ποδοσφαιρικά γήπεδα της Premier League στην Αγγλία μέχρι τις παραλίες της Μυκόνου και από το real estate μέχρι τα χρηματιστήρια του Λονδίνου και της Φρανκφούρτης και τις σιωπηλές καταθέσεις της Ελβετίας η ευρωπαϊκή ήπειρος είναι κατακλυσμένη από τα ρούβλια του συστήματος Πούτιν ή ακόμα χειρότερων καθεστώτων. Εκτός από απίστευτα υποκριτικό είναι και πρακτικό πρόβλημα καθώς όταν έρχεται η ώρα των κυρώσεων δεν είναι όλοι σύμφωνοι ούτε την φύση ούτε με την ένταση τους, ανάλογα με την έκθεση της κάθε χώρας σε ρώσικα assets. Αυτό με τη σειρά του αδυνατίζει τη θέση μας απέναντι στις πράξεις του (κάθε) Πούτιν.

Η εναρμόνιση της ΕΕ με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ μπορεί να της εξασφάλισε ήσυχες μέρες στο παρελθόν όμως με τη Ρωσία ξανά στο προσκήνιο αυτό πλέον αλλάζει. Και αλλάζει διότι η Ρωσία είναι με το ένα πόδι μέσα στην ευρωπαϊκή γειτονιά, αποτελεί όπως είδαμε σημαντικό εμπορικό “εταίρο” αλλά και γιατί κάθε νέα πολεμική σύρραξη μπορεί να επιφέρει νέα κύματα προσφυγικών - μεταναστευτικών ροών στις οποίες η ΕΕ δεν μπορεί να βρει τρόπο να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά.

Θα πρέπει λοιπόν να σκέφτεται περισσότερο το “σπίτι” της πριν κάνει τα χατίρια του ΝΑΤΟ, όπως να στηρίξει το πορτοκαλί πραξικόπημα που έγινε στην Ουκρανία με τους ναζί να ανεβαίνουν, για λίγο, στην εξουσία και τον Πούτιν να βρίσκει την αφορμή που έψαχνε για να εισβάλει. Θα πρέπει επίσης να σταματήσουν το γελοίο φαινόμενο του να πουλάνε οπλικά συστήματα σε μία χώρα όπως η Τουρκία που τα χρησιμοποιεί για να τα “τραμπουκίζει” ένα άλλο μέλος της ΕΕ.

Στον νέο κόσμο που ανατέλλει δυστυχώς πιο πιθανό η ευρωπαϊκή εξωτερική - αμυντική πολιτική να σχεδιάζεται και να ασκείτε πλήρως από το ΝΑΤΟ παρά η Ένωση να γίνει ένας ακόμη πόλος στο χάρτη πατώντας πάνω τόσο στην οικονομική της δύναμη, όσο και στο “λευκό” μητρώο που μπορεί να έχει ως νέα στρατιωτική δύναμη.

Δυστυχώς φαίνεται πως η εποχή που η φρίκη του πολέμου ήταν πολλά χιλιόμετρα μακριά φαίνεται να έχει περάσει. Φαίνεται να έχει περάσει και η εποχή που ο πλανήτης είχε μόνο έναν σερίφη. Στις στάχτες του Κιέβου η ιστορία “ξαναρχίζει”. Ή μάλλον, η ιστορία αντεπιτίθεται!

ΥΓ: Την Πέμπτη το πρωί και κατά τη διάρκεια της ρώσικης εισβολής η Ταϊβάν ανακοίνωσε πως 9 πολεμικά αεροσκάφη της Κίνας “εισέβαλαν” στην ζώνη αεράμυνάς της. Όταν ο Μάο Τσε Τούνγκ επικράτησε στην Κίνα το 1949 οι εναπομείναντες υποστηρικτές του προηγούμενου καθεστώτος εγκαταστάθηκαν σε ένα μικρό νησί. Αυτό το νησί, την Ταϊβάν, η Κίνα το θεωρεί δική της επικράτεια και το διεκδικεί.

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ