Η αβάσταχτη ελαφρότητα του ανήκειν

Η στήλη αυτή θα είναι ανυπόγραφη. Όχι γιατί ντρέπομαι να σου πω ποιος είμαι («δε κρύβομαι μωρή, δε καταζητούμαι» - Ευα Κουμαριανού) αλλά γιατί με ενδιαφέρει να γνωριστούμε μέσα από τη στήλη με τέτοιο τρόπο, ώστε να με “δεις” στον απέναντί σου στη δουλειά, στο μετρό, στο εστιατόριο, στο κλαμπ, στο δρόμο. Δεν έχει να κάνει με το πως είναι η μούρη μου, αυτή την έχεις πετύχει άλλωστε ή θα τη πετύχεις ξανά στη δουλειά, στο μετρό, στο εστιατόριο, στο κλαμπ, στο δρόμο. Πάρ’ το σαν ένα κάρντιο/παζλ ερεθισμάτων που θα τα ενώνεις από όσα διαβάζεις εδώ.  

Η αβάσταχτη ελαφρότητα του ανήκειν
ΠΡΟΒΟΛΗ

Τέλη δεκαετίας '90 με αρχές 2010, το κέντρο της Αθήνας ήταν ένας γκέι μπουφές για όλα τα γκέι γούστα αλλά και όσα μη-γκέι άτομα ήθελαν να διερευνήσουν τους γευστικούς τους nightlife κάλυκες. Θα απαριθμήσω στα στρέητ παιδάκια κάποια από αυτά τα clubs που υπάρχουν ακόμα και που έχω επισκεφθεί, αλλά και τις “στερεοτυπικέςκάστες που τα απαρτίζουν για να μαθαίνουμε τα βασικά - ώστε μετά να τα αποδομήσουμε

Σήμερα το Sodade και το Shamone παραμένουν οι γκέι (ξέρεις τι είναι γκέι, είμαστε άλλωστε ήδη πολλοί στον περίγυρό σου φανερά ή μη) ναυαρχίδες, το Escape είναι η Ντίσνειλαντ των τουίνκς (νεότερα αγόρια από 18 εως 26, 27 με άτριχο αδύνατο σώμα ή μη), το Big ο ναός των μπέαρζ (30+ τριχωτοί εύσωμοι άντρες της διπλανής πόρτας ή μη) και το Noise που παραμένει ως η λεσβιακή (ξέρεις τι είναι λεσβία, είναι άλλωστε ήδη πολλές στον περίγυρό σου φανερά ή μη) Μέκκα. 

(Disclaimer: στα προαναφερθέντα δε σημαίνει πως αν εγώ όντας 42 μπω στο Escape θα μου πετάξουν πέτρες ή αν ένας 20χρονος μπει στο Big θα του ρίξουν με αεροβόλο).  

Η πρώτη μου φορά σε γκέι κλαμπ ήταν το 1999 στην Περσεφόνης στο Γκάζι, όπου δε θυμάμαι όνομά του.

Ήμουν 20 χρονών και μόλις είχα κάνει coming out στην Π. ένα βράδυ στο DaDa στην Μπενάκη. Μου γνώρισε τον φίλο της Χ. όπου με πήρε υπο την αδερφοπροστασία του και ένα Σάββατο βράδυ, πρότεινε να βγούμε μαζί με τον γκόμενό του για το βάπτισμα του γκέι πυρός μου.

Βρεθήκαμε έξω από την Τεχνόπολη όπου τότε δεν υπήρχε ΤΙΠΟΤΑ απ’ ό,τι γνωρίζεις τώρα τριγύρω εκτός από το Mamacas, μιας και η περιοχή τότε αποτελούνταν από καταυλισμούς Ρομά και Κούρδων. Μπήκαμε σε ένα μικρό χώρο με πορτοκαλί τοίχους και πήραμε ποτά από το κυκλικό μπαρ στο κέντρο του μαγαζιού. Καθώς συζητούσαμε και εγώ έριχνα ενοχικές ματιές γεμάτες ρομαντική λιγούρα τριγύρω, ο γκόμενος του Χ. μου λέει «βρε αγάπη, γιατί δε χτενίζεσαι καθόλου; Βάλε και κανα πιο στενό τζιν να φαίνεται ο κώλος σου, κανα πιο τσίτα τισερτ και να δεις πως θα πέσουν πάνω σου τα καυλάκια».

Εγώ τότε ήμουν ένα 20χρονο που λύσσαγε με Oasis, Placebo, Smashing Pumpkins, είχε δει τέσσερισ φορές στο σινεμά το Trainspotting, έβγαινε στο Mad στη Συγγρού και στο Memphis πίσω από το Χίλτον με μαλλί Damon Albarn circa 1997 και που εκείνο το βράδυ φορούσα ένα τισερτ των Pulp, τζιν καμπάνα και “τρίριγο” (έτσι λέγαμε τα Adidas Superstar τότε, τα οποία ήταν βασικό σήμα κατατεθέν της indie πανοπλίας).  

Φαντάζεσαι πως μετά από αυτό το μηδενιστικό στυλιστικό/κοινωνικοπολιτικό bitchslap, το νεοσύστατο γκέι κράτος μέσα μου δέχτηκε σοβαρή επίθεση και δεν ήξερε πως να επανδρωθεί (pun intended) προκειμένου να ενταχθεί με επιτυχία στο γκέι τάγμα. Οπότε την επόμενη φορά που ο Χ. και ο γκόμενός του μου πρότειναν να πάμε σε ένα νέο γκέι κλαμπ που άνοιξε στο Γκάζι και λέγεται Sodade, προνόησα. Αγόρασα ένα στενό 501 και φόρεσα λευκό (...) φανελάκι, με την διαπραγμάτευση να αφήσω μαλλί και τρίριγο ως έχουν.

Δε θυμάμαι αν γνώρισα κάποιον εκείνο το βράδυ αλλά σίγουρα ένιωθα πως δεν ήμουν ούφο και πως ανήκω πλέον στο γκέι σύμπαν όπου βρίσκονται οι κομήτες/κούκλοι με τις κορμάρες. 

Η ανάγκη μου να είμαι αρεστός με έκανε για αρκετά χρόνια να ντύνομαι διαφορετικά σε ραντεβού και γκέι κλαμπ, να μη λέω τι μουσική ακούω και που προτιμώ να βγαίνω γιατί δεν ήθελα να χάσω αυτό το γκέι πάσο.

Μια χαρακτηριστική στιγμή ήταν γύρω στα 23 με ένα τύπο που αφού κάναμε σεξ και αράζουμε στον καναπέ, βλέπει το ipod πάνω στο τραπέζι και ζήτησε να το επεξεργαστεί - τότε ήταν ψιλονέο πράγμα. Βάζει το τελευταίο κομμάτι που άκουγα και ήταν το Pornography των Cure: «Σατανιστής είσαι;;;; Τι είναι αυτό ρε συ απαπα». Δεν περίμενα ενώ ήμουν γυμνός στον καναπέ μου να νιώσω ακόμα περισσότερο ξεβράκωτος και καθόλου οικεία μέσα στο ίδιο μου το σπίτι.  

Πλέον δεν υπάρχουν τόσα πολλά γκέι μαγαζιά και πιστεύω έχει να κάνει με το ότι αρχίζει να μην είναι μονόδρομος αυτή η gayτοποίηση του να πρέπει να πας σε ένα χώρο βαφτισμένο στην σεξουαλική σου ταυτότητα προκειμένου να γνωρίσεις τον κόσμο που ανήκεις.

Οι αδερφές, οι λεσβίες και οτιδήποτε άλλο ενδιάμεσα μπορούμε να γνωρίσουμε κόσμο στο τρόλει 14 (τσεκ), στο μετρό προς Ευαγγελισμό (τσεκ), σε γκοθάδικο (τσεκ), στην Πεσματζόγλου (τσεκ) στον Σκλαβενίτη (τσεκ) ή σε συναυλία (τσεκ) όπως και συ αγαπητή/έ στρέητ. Δεν διαφέρουμε καθόλου τα δυο μας όπως βλέπεις, θέλουμε ίδια πράγματα: επαφή, φλερτ, πεταλούδες σε στομάχι και εγκέφαλο, ωφέλιμους “τσακωμούς”, χαβαλέ, μακροβούτι στον ιδρώτα και το σώμα του άλλου, συντροφικότητα συνδυασμένη με ατομική εξέλιξη

Η κοινωνία (αρχίζει να) βασίζεται περισσότερο στους ανθρώπους και όχι στα καλούπια τα οποία σμιλεύουν άλλοι για εκείνους. Άρα φαντάζομαι πως με νιώθεις αγαπητή/έ στρέητ πως η θεσμική τσίχλα “δεν έχω πρόβλημα με τα γκέι άτομα και το τι κάνουν στο κρεβάτι τους” πρέπει να φτυστεί μακριά επιτέλους από τη στιγμή που και εσύ και εγώ, δεν υπάρχουμε μόνο σε ένα κρεβάτι αλλά μέσα σε ένα βιολογικότατο 24ωρο.

Αν κάναμε λίγη ουσιαστική παρέα με την πάρτι μας και την αφουγκραζόμασταν περισσότερο σε ο,τι μας αρέσει, καυλώνει, εμπνέει, συγκινεί, τότε τα πράγματα θα ήταν τόσο αβίαστα και δε θα χρειαζόμασταν μασημένη ληγμένη τροφή από υποδείξεις/κουτάλια άλλων που μας μπουκώνουν μέχρι που σκάμε, προκειμένου να κουμπώσουμε, ενταχθούμε κάπου, είτε γκέι είτε στρέητ είτε ό,τι άλλο ενδιάμεσα.

Δε θα χρειαζόταν η Σ. να έχει μαζί της δεύτερο ζευγάρι χαμηλότερα τακούνια για να βάζει εναλλάξ με τα ψηλότερά της κατά τη διάρκεια της νύχτας, επειδή «είμαι κοντή ρε μλκ, χέστηκα που δε μπορώ να περπατήσω».

Δε θα χρειαζόταν ο Ν. να απευθυνθεί σε ψυχίατρο ώστε να πάρει επιτέλους αγωγή για την χρόνια αγχωτική διαταραχή που του δυσκόλευε για χρόνια τη ζωή, επειδή θα του επηρέαζε τη στύση και δε θα ήταν Γκοτζίλα στο κρεβάτι. 

Δε χρειαζόταν η Στ. να είναι σε ένα γάμο με έναν κακοποιητικό άντρα που εκτός από το ότι έστρεφε το ξερό του πάνω της συχνά, έστρεψε και τον γιο της απέναντί της.   

Δε χρειάζεται κάποια προδιαγραφή για να ανήκεις κάπου. Δικό σου να ‘σαι και ο,τι να ‘σαι. 

Σε κλείνω με απόσπασμα από τον μονόλογο της Charlotte Gainsbourgh στο Nymphomaniac Vol.2 όπου σε ένα group therapy, συνειδητοποιεί πως είναι αυτή που είναι.   

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ