Μια μαζική ανθρωποκτονία και χίλιες δυο απόπειρες

Πριν απ’ αυτό το τρένο, χιλιάδες άλλα έκαναν τη διαδρομή. Κι αυτά γεμάτα. Κι αυτά τυφλά, στο πουθενά, χωρίς τεχνολογία κι ασφάλεια. Κι οι υπουργοί το ξέρανε. Έλεγαν στους ανθρώπους «ανεβείτε», ξέροντας πως τους βάζουνε στα τρένα της ρουλέτας: αν κάτσει η μπίλια στο δικό σου νούμερο, αντίο σου.

Μια μαζική ανθρωποκτονία και χίλιες δυο απόπειρες
ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν κάνεις μια βόλτα απ’ τα καφενεία των φιλάθλων, κάθε που μπαίνει ένα αυτογκόλ, θ’ ακούσεις βρισιές, θ’ ακούσεις φωνές, θ’ ακούσεις μπινελίκια. Φταίει ο «άμπαλος», ο «άχρηστος», ο «ανίκανος», κι άλλα παρόμοια γαλλικά γι’ αυτόν και τη μητέρα του (που για λόγους ευνόητους δεν θα μου λερώσουν το κείμενο). Σχεδόν πάντα ωστόσο, θ’ ακούσεις κάποιον ν’ αναρωτιέται: «Αυτός τόσο μπορεί μωρέ, η ομάδα πού τον βρήκε και τον διάλεξε;». Κι αυτή ακριβώς η ευθύνη της ομάδας είναι που κρύβεται συνήθως πίσω απ’ το λάθος του ενός.

Αυτό λοιπόν που ‘ναι αυτονόητο στο ελάχιστο κακό ενός αγώνα, πώς γίνεται να θέλει ανάλυση στην εθνική μας συμφορά; Πώς γίνεται να λέει γι’ ανθρώπινο λάθος, αυτός που ‘χει στα χέρια του το τιμόνι της χώρας; Πώς γίνεται κράτος ολόκληρο να κρύβεται πίσω απ’ το αυτογκόλ ενός ανθρώπου; Προσοχή! Δεν πάω να τον βγάλω λάδι: το λάθος το ‘κανε. Και φταίει! Φταίει πολύ, και θα πληρώσει. Υπάρχουνε δουλειές που δεν το συγχωρούν το λάθος, κι αν στη δική μας κοιτάς δύο και τρεις φορές το κείμενο να δεις μη και σου ξέφυγε η ορθογραφία, δεν γίνεται ο σταθμάρχης να κρυφτεί μπροστά σε τέτοια εκατόμβη. Κανείς δεν θα το κρύψει! Φταίει. Όμως δεν φταίει μόνο αυτός.

Πόσοι υπουργοί υποδομών το γνώριζαν ότι τα τρένα στην Ελλάδα ζούνε σε χρόνο παρατατικό; Πόσοι υπουργοί μεταφορών το γνώριζαν ότι με το που μπεις σε ράγες, αρχίζει το ταξίδι σου προς τη δεκαετία του ‘50; Και πάνω απ’ όλα, πόσοι ταξιδιώτες ΔΕΝ το γνώριζαν ότι το ασφαλέστερο μέσο μεταφοράς βαδίζει στα τυφλά, χωρίς τεχνολογία, χωρίς αυτοματισμούς, χωρίς φωτοσήμανση, με τους σταθμάρχες άπειρους, βυσματωμένους, να πιάνουνε δουλειά σε κομβικό σταθμό πάνω ακριβώς στο τριήμερο της Καθαρής Δευτέρας; Και για να μη μπερδεύουμε τις λέξεις, όχι, αυτό δεν είναι λάθος. Είναι έγκλημα!

Αν η δολοφονία λοιπόν 60 πολιτών εξ αδιαφορίας (πολύ χειρότερο από αμέλεια) θα ‘πρεπε να βαραίνει σήμερα τις πλάτες του υπουργού μεταφορών, ας μην ξεχνάμε κάτι βασικό: πριν απ’ αυτό το τρένο, χιλιάδες άλλα έκαναν τη διαδρομή. Κι αυτά γεμάτα. Κι αυτά τυφλά, στο πουθενά, χωρίς τεχνολογία κι ασφάλεια. Κι οι υπουργοί το ξέρανε. Φώναζε ο σιδηρόδρομος, έστελνε έγγραφα, έβγαζε ανακοινώσεις, ζήταγε κι έλεγε για το κακό που πλησιάζει. Κι οι υπουργοί συγκοινωνίας τόσων χρόνων, αγόραζαν αγρό κι έλεγαν στους ανθρώπους «ανεβείτε», ξέροντας πως τους βάζουνε στα τρένα της ρουλέτας: αν κάτσει η μπίλια στο δικό σου νούμερο, αντίο σου! Μα έλα μωρέ, ποιος να κερδίσει στη ρουλέτα…

Έρχομαι το λοιπόν κι αναρωτιέμαι: δεν είναι αυτό απόπειρα ανθρωποκτονίας; Εξ αμελείας θες κυρ νομοθέτη μου, απ’ ωχαδερφισμό, από ανευθυνότητα, βάλε ό,τι θες, όμως απόπειρα. Γιατί, συγχώρα με που μπαίνω στα χωράφια σου, όμως θαρρώ, αν ο γιατρός με χειρουργήσει με σουγιά, και ν’ αναρρώσω, πάλι μπορώ να τον τραβάω στα δικαστήρια. Τώρα που τόσα χρόνια υπουργοί με βάζουνε στα τρένα της ζαριάς, γιατί θα τη γλιτώσουν;

Το ξέρω, πόθοι ευγενείς. Εδώ κι αυτός που τού ‘σκασε στο χέρι η βόμβα, με μια παραίτηση καθάρισε και σ’ ένα χρόνο πάλι υπουργός σε υπουργείο ακίνδυνο. Εγώ τι ψάχνω τώρα, τιμωρίες και γι’ αυτούς που τη σκαπούλαραν; Το ξέρω, ψύλλοι στ’ άχυρα. Όμως η χώρα που δε νοιάζεται για τ’ άχυρά της, είναι η χώρα που οι ψύλλοι της γεμίζουν κάθε βράδυ τα σεντόνια. Ηλεία, Τέμπη, Σάμινα, Τέμπη, Μάτι, Τέμπη, πόσες φορές να γίνει το κακό για να τ’ αποφασίσουμε πως πρέπει αυτός που παίρνει την καρέκλα να ‘χει μαζί και την ευθύνη; Πόσες μανάδες να ντυθούν στα μαύρα για ν’ αλλάξει κάτι; Πόσους νεκρούς να θάψουμε πάνω σ’ ετούτη την παραδοχή ότι η Ελλάδα δεν αλλάζει; Δεν αλλάζει, το ξέρω. Όμως πια δεν το αποδέχομαι!

Δεν αλλάζει; Ναι, και δεν θ’ αλλάξει όσο δικαιολογεί κανείς τ’ αδικαιολόγητα. Και δεν θ’ αλλάξει όσο η κουβέντα από «ποιος φταίει;» γίνετ’ ένα απαράδεκτο ντιμπέιτ μ’ επιχείρημα: «Εσείς φταίτε περισσότερο!». Και δεν θ’ αλλάξει όσο δεν έχει ο Δαμοκλής μια σπάθη πάνω απ’ την καρέκλα. Το τέλος της τετραετίας δεν μπορεί να ‘ναι συγχωροχάρτι. Και η παραίτηση μπροστά σε τέτοιο θάνατο, δεν είναι σπάθη. Είναι η αόρατη καρφίτσα από τα ρούχα τόσων κυβερνήσεων, που ένα παιδί δεν βρίσκεται πια να τους το πει ότι είναι τσίτσιδες. Πού να βρεθεί; Όσα μπορούσαν φύγανε, μήπως και ζήσουν ασφαλή. Κι όσα έμειναν εδώ, χάνουνε τη ζωή σε κάθε δρομολόγιο…

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ