Δηλώσεις Γεωργιάδη: Ο Θάνατος κι ο Εμποράκος

Ο κόσμος, κύριε Γεωργιάδη, οι πολίτες, ο λαός, έχει το κακό συνήθειο να θέλει… ξέρεις… τη ζωή του! Την ασφάλειά του. Να μη γουστάρει να πεθάνει, ρε παιδί μου.

Δηλώσεις Γεωργιάδη: Ο Θάνατος κι ο Εμποράκος
ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν υπάρχει ένα πράγμα να παραδεχτεί κανείς στον Άδωνι Γεωργιάδη, αυτό είναι η αγνή αφέλεια. Θες από άγνοια κινδύνου, θες επειδή απευθύνεται στα συντηρητικά τραπέζια του δεξιού καφενείου (που τέλος πάντων, αντιμετωπίζουν την πολιτική μ’ έναν παλιομοδίτικο οπαδισμό), θες από αγνή έλλειψη φρένου στο στόμα, ο Άδωνις αυτό που σκέφτεται θα σ’ το πει. Κι αν δεν σ’ το πει με την πρώτη, κάνε μια στροφή στο σκαμπό σου (που ‘δειχνε η παλιά διαφήμιση) και μη σκας - θα σ’ το πει με τη δεύτερη!

Σε μια περίφημη απόδειξη των παραπάνω λοιπόν, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης αξίζει συγχαρητήρια που ξεστόμισε επιτέλους δημοσίως την αλήθεια που όλη η Ελλάδα ξέρει κι η Νέα Δημοκρατία δεν παραδέχεται: ο υπουργός Μεταφορών γνώριζε, ο υπουργός Μεταφορών ρίσκαρε, ο υπουργός Μεταφορών ξεγέλασε εκατομμύρια ταξιδιώτες που γλίτωσαν κι εβδομήντα (επίσημα, τουλάχιστον) που σκοτώθηκαν. Το ζήτημα ωστόσο δεν είναι η παραδοχή. Αυτό το ξέραμε. Το ζήτημα είν’ η δικαιολόγηση.

Υπάρχουν κράτη που μπροστά σε μικρότερο κακό, βλέπουν την κυβέρνηση ν’ αφήνει για πάντα την πολιτική (στην οποία εκ των πραγμάτων απέτυχε). Υπάρχουν κράτη που μπροστά σε τέτοιες τραγωδίες βλέπουν την κυβέρνηση να παραιτείται ολόκληρη, να σκύβει το κεφάλι, να ζητάει μ’ εκλογές μια δεύτερη ευκαιρία για να επανορθώσει. Υπάρχουν κράτη που μπροστά σε τέτοια δράματα ακούν έστω ένα mea culpa, που προφανώς δεν είναι συνθήκη ικανή, μα είναι αναγκαία. Η Ελλάδα είναι (ξανά) η σκοτεινή εξαίρεση! Η Ελλάδα είναι το κράτος που ακούει τον υπουργό Μεταφορών να κουνάει το δάχτυλο σ’ όσους αμφισβητούν την ασφάλεια των σιδηροδρόμων, ανακαλύπτει έπειτα μ’ αίμα και πόνο ότι ήταν όντως επικίνδυνα τα τρένα της, κι ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης αυτό που βρίσκει να πει είναι: «Τι θέλατε να κάνει ο υπουργός, να τ’ ομολογήσει; Θ’ ανέβαινε κανείς μετά σε τρένο;».  

Όχι, κύριε Γεωργιάδη, δεν θ’ ανέβαινε. Όπως υποθέτω δεν ανεβαίνατε κι εσείς. Όπως δεν ανέβαινε, φαντάζομαι, ούτε ο κύριος Καραμανλής, προτιμώντας σαφώς το ρίσκο της οδήγησης χωρίς ζώνη ασφαλείας απ’ αυτό του τρένου χωρίς σύστημα ασφαλείας. Γιατί, κύριε Γεωργιάδη, ο κόσμος, οι πολίτες, ο λαός (που τόσο συχνά τον συμπονάς στις εκλογές και τόσο λουδοβίκεια τον κρεμάς ύστερα), έχει το κακό συνήθειο να θέλει… ξέρεις… τη ζωή του! Την ασφάλειά του. Να μη γουστάρει να πεθάνει, ρε παιδί μου. Να θέλει (άκου πράγματα!) να ‘ναι ζωντανός, και υγιής, και ασφαλής, κι αν τέλος πάντων είναι να ρισκάρει τη ζωή, τουλάχιστον να το γνωρίζει. Ζητάει πολλά ο λαός σου, αντιπρόεδρε;

Ξέρω, ξέρω, το εφικτό κι η τέχνη του. Χρειαζόμαστε έσοδα, το ισοζύγιο να βγαίνει, ζωή και χρήμα να ισορροπήσει η ζυγαριά. Όμως δεν θα ‘μαι ουτοπιστής, θα παίξω το δικό σου παιχνίδι. Θα μπω στη λογική σου. «Τέλη Μαρτίου ξεκινάει πάλι ασφαλής ο σιδηρόδρομος», δήλωσε χθες ο Γεραπετρίτης. Με λιγότερα δρομολόγια; Ναι. Με δύο σταθμάρχες ανά σταθμό; Ναι. Παλιομοδίτικα; Ναι. Μα ασφαλής. Αν λοιπόν σε λιγότερο από μήνα μπορούν τα τρένα να κυκλοφορούν μ’ ασφάλεια (έστω παλιομοδίτικη), πώς διάολο δεν μπορούσαν πριν; Πώς έπρεπε να διαλέξει ο υπουργός, δραματικά, σαιξπηρικά, με το κρανίο του Γιόρικ στα χέρια: να ζεις φτωχός ή να μη ζεις; Δυο απαντήσεις παίρνει η ερώτηση. Ή ο Γεραπετρίτης λέει κι εκείνος ψέματα, ή ο Καραμανλής επέλεξε να παίξει ζάρια με τις ζωές των πολιτών του. Αδιάφορος γι’ αυτές, ανίκανος να πάει κόντρα σε συμφέροντα δικά του ή άλλων, ψεύτης σε κάθε περίπτωση κι εν γνώσει του. «Τι να ‘κανε;», ρωτάς. Κι αυτό είν’ απ’ όλα το πιο ανησυχητικό. Ρωτάς!

Κάτι ακόμα. Επειδή κουράστηκα ν’ ακούω, να διαβάζω, ν’ ακολουθώ τη διασπορά ευθύνης κάθε φορά που δεν μπορείτε απλώς να πείτε «φταίμε και φεύγουμε», ας το ξεκαθαρίσουμε μια και καλή: την ευθύνη σ’ ένα κράτος τη φέρει πάντα όποιος κρατάει το τιμόνι. Εκλέχθηκες για να ‘σαι υπεύθυνος, να κυβερνάς, να διαχειρίζεσαι, όχι για να ‘σαι μόνιμα κρυμμένος πίσω απ’ τα λάθη προηγούμενων. Παρά την ακραία πολιτική εκμετάλλευση της τραγωδίας στο Μάτι, ήταν γεγονός: η ευθύνη ανήκε στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ. Ναι, παρέλαβε έναν κρατικό μηχανισμό ανύπαρκτο, ναι, είχε να διαχειριστεί περιοχές χωρίς σχέδια και γεμάτες αυθαίρετα, όμως ΝΑΙ, όλ’ αυτά τα γνώριζε όταν ζητούσε την κυβέρνηση, ζητούσε την εξουσία, ζητούσε την ευθύνη. Και τότε συμφωνούσατε μ’ αυτό στη δεξιά παράταξη, παντιέρα το ‘χατε. Σήμερα; Πώς στην ευχή φταίνε οι άλλοι, οι πριν, οι προηγούμενοι, οι περασμένοι; Κι αν φταίνε (γιατί αυτό είναι το πιο εξοργιστικό), αν έχει γυρίσει ανάποδα η λογική κι αν η ευθύνη για το δυστύχημα στα Τέμπη μοιράζεται σα βασιλόπιτα σε δέκα κυβερνήσεις, φταίνε αυτές οι δέκα κυβερνήσεις και για τα εγκληματικά ψέματα του δικού σου υπουργού Μεταφορών;

«Είναι ντροπή να θέτετε θέματα ασφαλείας…», έλεγε ο Κώστας Καραμανλής. Αυτή την ατάκα έρχεστε τώρα να καλύψετε με τη λογική του εμποράκου, όμως με τη ζωή του κόσμου δεν εμπορευόμαστε, κύριε Γεωργιάδη. Ή τέλος πάντων, αυτό πιστεύω εγώ. Εγώ που δεν ζητάω την ψήφο του πολίτη, ούτε του τάζω ασφάλεια, προστασία, κι αλήθειες χωρίς ημερομηνία λήξης (αφού έχουν ήδη λήξει εν τη γενέσει τους). Εσείς αλήθεια, τι πιστεύετε;

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ