Ο γερανός που ήθελε να πετάξει (τη ζωή μας στα σκουπίδια!)

Σου λέω: Γερανός ανοίγει γκάζι και παρασέρνει πολίτες σε πορεία.

Μου λες: Τροχαίο; Τρομοκρατική ενέργεια; Οδηγός μ’ επιθετική ψυχασθένεια;

Καλά τα λες, πάμε λίγο πιο κάτω.

Ο γερανός που ήθελε να πετάξει (τη ζωή μας στα σκουπίδια!)
ΠΡΟΒΟΛΗ

Σου λέω: Γερανός της αστυνομίας ανοίγει γκάζι και παρασέρνει πολίτες σε πορεία.

Μου λες;

Αυτό το ερωτηματικό είναι το σφάλμα στην εξίσωση. Το σφάλμα στη λογική. Ο γερανός φοράει τη στολή και ξάφνου η πράξη του δεν είναι πια τρομοκρατία. Δεν είναι πια επιθετική ψυχασθένεια. Η σφραγίδα της ΕΛ.ΑΣ. αρκεί και φτάνει να μετατρέψει μια εγκληματική ενέργεια σε κανονικότητα. Αρκεί; Αρκεί, όταν μιλάμε για οργανωμένη αστυνομική αποστολή, όταν μιλάμε για δράση ή γι’ αντίδραση σε καθεστώς κινδύνου, όταν υπάρχει απέναντι ένας δράστης που απειλεί ευθέως και ξεκάθαρα τον αστυνομικό ή τον πολίτη. Ξαναγράφω τη φράση κι ας τη διαβάσουμε με προσοχή: Γερανός της αστυνομίας ανοίγει γκάζι και παρασέρνει πολίτες σε πορεία. Δεν παρασέρνει εγκληματίες με καλάσνικοφ, δεν παρασέρνει μαφιόζους σε συμπλοκή, δεν παρασέρνει τρομοκράτες και φονιάδες των αθώων ή των ενόχων. Παρασέρνει πολίτες. Αθώους πολίτες.

Αθώους; Λοιπόν, όχι εντελώς. Είχαν την «εγκληματική» έμπνευση να επιδιώξουν μπλόκο στο αστυνομικό όχημα με δύο κάδους. Τον έναν πλαστικό! Αν με ρωτάς, όχι, μπορεί και να μην είμαι ντάξει με την επιδίωξη. Ίσως να ‘χε δικαίωμα τ’ όχημα να περάσει, να προχωρήσει, να πάει στην ευχή του Θεού ή να πάει στο διάολο. Οκέι, το ψειρίσαμε; Πάμε και στην ουσία τώρα: δικαίως ή αδίκως, κάποιοι προσπάθησαν να κλείσουν ένα δρόμο. Και τ’ όχημα της κρατικής καταστολής το αρνήθηκε με τρόπο που θυμίζει χρόνια διαφορετικά και διαφορετικά πολιτικά συστήματα.

Ξέρω, την έχω ξανακούσει την απόκριση. Μες στην πορεία ήτανε κάποιοι με μολότοφ, κάποιοι έκαναν επίθεση, κάποιοι άρχισαν τα μπάχαλα, είχε δουλειά η αστυνομία κι ο σκοπός αγιάζει. Κι αυτή είναι, αν θες τη γνώμη μου, απ’ όσα ακούγονται το πιο επικίνδυνο και το πιο σάπιο. Σε μια πορεία μ’ ανθρώπους σ’ αριθμό πενταψήφιο, βρέθηκαν είκοσι, τριάντα που ‘χαν όρεξη να προκαλέσουνε χαμό. Ούτε αυτωνών τα κίνητρα θα τα ψειρίσω: μπαχαλάκηδες, προβοκάτορες, άνθρωποι με μίσος προς το κράτος ή προς την ίδια την πορεία, λίγο με νοιάζει, εδώ το ζήτημα είναι ο αριθμός τους. Τριάντα νοματαίοι είναι στο δρόμο, τριάντα νοματαίοι είναι στο γήπεδο, τριάντα νοματαίοι είναι σε κάθε αγώνα «ένοπλο», κι αυτοί χαρακτηρίζουν τη συγκέντρωση, αυτοί χαρακτηρίζουν την κερκίδα, αυτοί χαρακτηρίζουν κάθε μέρος που το παίρνουν καθαρό και το γυρνάν σκουπίδι. Όμως γιατί, πώς γίνεται τριάντα βαλτοί ή συμπλεγματικοί κακομοίρηδες να βγάζουν τ’ όνομα σε κάμποσες χιλιάδες; Μα είναι απλό: γιατί η αστυνομία, η δικαιοσύνη, το κράτος στο φινάλε δεν μπορεί (ή ίσως δεν θέλει) να τους πάει στη μπάντα.

Φτάσαμε (ζωή να ‘χουμε) στο 2023, και δεν απομονώνεις μια χούφτα εγκληματίες χωρίς να σπάσεις τη διαδήλωση των υπολοίπων. Δεν συλλαμβάνεις ένα μάτσο ανεγκέφαλους χωρίς να πάρεις σβάρνα τη ζωή των υπολοίπων. Δεν καταδικάζεις σοβαρά και με συνέπεια ένα τσουβάλι επικίνδυνους, χωρίς να τσουβαλιάσεις μέσα την προσπάθεια, τη φωνή και τον αγώνα όλων των άλλων. Δύο πράγματα συμβαίνουν: ή είσαι ανίκανος, ή σε βολεύει έτσι. Διαλέξτε, πάρτε, κι απαντήστε μας.

Σε κάθε περίπτωση ωστόσο, ζούμε στο 2023. Κι αυτό σημαίνει ότι δεν ζούμε στο ‘60, μ’ ετεροχρονισμένη ενημέρωση από ραδιόφωνα κι εφημερίδες. Υπάρχει εικόνα πια, υπάρχει ντοκουμέντο. Δεν είν’ η μαρτυρία του ενός, είναι τα μάτια εκατομμυρίων. Κι όσο δεν κάνει τίποτα ουσιαστικό η τάξη και τα όργανά της για να ξεχωρίσει την ήρα από το στάρι, όσο κρατάει κοινό τσουβάλι για τα δύο (κι απ’ έξω το τσουβάλι γράφει σκέτο «ήρα»), τόσο η ειρήνη, κι η δημοκρατία, κι η ασφάλεια, θα νιώθουν πως την έχουνε απέναντι. Όσο τα χημικά θα πέφτουν στους αθώους με τη δικιολογία πως ανάμεσά τους κρύβονται κι οι ένοχοι, τόσο οι αθώοι θα πνίγονται κι ένοχοι θα ‘ναι εκείνοι που τους πνίγουν. Κι όσο ένας γερανός θα παρασέρνει ανθρώπους πίσω από κάδους κι οι ασπίδες θα χτυπάν αθώες γυναίκες στο πρόσωπο, τόσο θ’ ακούγεται δυνατότερα το άδικο σύνθημα μιας δίκαιης αγανάκτησης.

Ναι, το «μπάτσοι - γουρούνια - δολοφόνοι” είναι ισοπεδωτικό. Τσουβάλιασμα που παίρνει μέσα και ανθρώπους τίμιους, ανθρώπους ικανούς, ανθρώπους που ρισκάρουν τη δική τους ασφάλεια για τη δική μου. Όμως αυτή την αδικία, επιτέλους, ας τη φορτωθεί στην πλάτη αυτός που την αξίζει. Κι αυτός δεν είναι ο διαδηλωτής που λανθασμένα μεν, μα κατανοητά ανοίγει το τσουβάλι, αλλά το ίδιο το κράτος που θυσιάζει την έννοια της αστυνομίας (στη συνείδηση του κόσμου), για να καλύπτει από πίσω τις διαθέσεις ή την ανικανότητά του. Ένα κράτος που νιώθει αρκούντως ασφαλές να παίζει ακόμα το παιχνίδι της ταμπέλας και της ρετσινιάς, χωρίς ν’ αντιλαμβάνεται ότι στο «διαίρει και βασίλευε» οι κανόνες άλλαξαν, απ’ τη στιγμή που οι άνθρωποι απέκτησαν εικόνα. Το μήνυμα στις ΗΠΑ έγινε σύνθημα, κι αυτό το σύνθημα τ’ άκουσαν οι σερίφηδες σ’ όλη τη γη.

Όλη; Όχι, ένα μικρό χωριό κάπου στο Αιγαίο ακόμη αντιστέκεται στη δικαιοσύνη, μα είν’ ένα χωριό που δεν αντέχει άλλα θύματα στο κορμί του. Τα μερμηγκάκια έχουν αρχίσει ν’ απελπίζονται, γιατί πεινάνε, γιατί πονάνε, γιατί πνίγονται, γιατί σκοτώνονται, γιατί δεν τρώνε πια το παραμύθι.

Υ.Γ. Κι αλήθεια, αν όχι το παραμύθι, τι τρώνε τα μερμηγκάκια, Τάνια μου;

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ