Ζυγίστηκε για «Πρωταγωνιστής» και κρίθηκε ακατάλληλος.

Όχι, δεν είναι απλώς κακή γραφή. Δεν είναι απλώς κακό στήσιμο. Είναι άγνοια. Είναι τσαπατσούλικα κουκουλωμένος σουσουδισμός, μια βαθιά έλλειψη επικοινωνίας με τον πραγματικό κόσμο.

Ζυγίστηκε για «Πρωταγωνιστής» και κρίθηκε ακατάλληλος.
ΠΡΟΒΟΛΗ

Ένα απ’ τα πράγματα που ελάχιστα καταλαβαίνω στην τηλεόραση, είναι οι πολιτικές εκπομπές της μονταζιέρας. Αν θέλεις να στριμώξεις έναν πρωθυπουργό, έναν υπουργό, έναν πρόεδρο, φέρ’ τον να στ’ απαντήσει ζωντανά. Χωρίς “κατ!”. Χωρίς “κλακέτα”. Χωρίς πρόβες κι επαναλήψεις. Όμως, ας πούμε ότι έχω λάθος. Σλάιντ…

Ένα απ’ τα πράγματα που ελάχιστα εκτιμώ στην τηλεόραση, είναι οι ερωτήσεις του κοινού. Όχι επειδή είναι κατ’ ανάγκη προβληματικές, εύκολες, λαϊκίστικες, όχι καθόλου. Έχουν υπάρξει πολίτες που βάλανε γυαλιά σε δημοσιογράφους. Μ’ ενοχλεί όμως η πάσα στον πολίτη, ακριβώς επειδή σημαίνει ότι ο δημοσιογράφος δεν μπορεί (ή μήπως δε θέλει;) να κάνει τη δουλειά. Αυτός που είναι δουλειά του να ξέρει τι και πώς να ρωτήσει, προτιμά ν’ αφήσει την επίθεση στον ερασιτέχνη που, όσο ταλέντο, όση πυγμή, όση ευφυΐα ή γνώση κι αν διαθέτει, σ’ αυτό το παιχνίδι παραμένει ερασιτέχνης. Όμως, ας πούμε ότι έχω λάθος. Σλάιντ…

Χθες βράδυ, σε μια εκπομπή με πρόβες και κλακέτες, ο πρωθυπουργός απάντησε στην πιο κλασική ερώτηση κοινού των τελευταίων εβδομάδων. Η Ευδοκία (σύμβουλος επικοινωνίας, κι ίσως έχει σημασία) ήταν στο μοιραίο τρένο και ρωτάει: «Αν ήμουν κόρη σας κ. Πρωθυπουργέ, και μετά από αυτό που έπαθα σάς έλεγα πως φοβάμαι και θέλω να αλλάξω χώρα, τι θα με συμβουλεύατε;». Προσοχή: η επικοινωνιολόγος χειρίζεται την ερώτηση υπέροχα, ανταλλάσσοντας την οργή με φόβο και βάζοντας τον εαυτό της στη θέση της κόρης. Δεν ρωτάει: «Το δικό σου το παιδί ρε, ταξιδεύει με τα τρένα;». Ρωτάει: «Στο εδώ και τώρα, το παιδί σου τι το συμβουλεύεις;». Τι το συμβουλεύει, άραγε, ο πρωθυπουργός;

«…Έχει κάθε λόγο να είναι θυμωμένη, να φοβάται, ν’ ανησυχεί. […] Θα της έλεγα όμως ότι πρέπει τελικά να επιμείνει. Να βάλει κι αυτή πλάτη για ν’ αλλάξει αυτή η χώρα». Σλάιντ…

Ειλικρινής ερώτηση: Άνθρωπος απαντάει μωρέ, ή τεχνητή νοημοσύνη; Σε μια εκπομπή δεδομένα προκάτ, σε μια εκπομπή που εμφανώς οι απαντήσεις ήταν δουλεμένες από πριν και οι (σωστές μεν) ερωτήσεις είχαν την πυγμή μαξιλαροπόλεμου, δύο βδομάδες μετά το μεγαλύτερο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα χρονικά της χώρας, η απάντηση του αρχηγού της κυβέρνησης σ’ αυτή την ερώτηση είναι: μείνε και βάλε πλάτη; Όχι, δεν είναι απλώς κακή γραφή. Δεν είναι απλώς κακό στήσιμο. Είναι άγνοια. Είναι τσαπατσούλικα κουκουλωμένος σουσουδισμός, μια βαθιά έλλειψη επικοινωνίας με τον πραγματικό κόσμο. Είναι η απόδειξη ότι ένα ολόκληρο επιτελείο επικοινωνίας (το ίδιο εικάζω που έστηνε λίγες μέρες πριν δακρύβρεχτες φωτογραφίες στο υπουργικό συμβούλιο), στέκεται ανίκανο να νιώσει έστω και στα χαρτιά το φόβο αυτών που έζησαν, τον πόνο αυτών που έχασαν. Ζυγίζει τα λόγια του λέξη προς λέξη με τεχνοκρατική ευαισθησία, ξεχνώντας (ή αγνοώντας;) ότι τα λόγια τα βαραίνει μονάχα η ειλικρίνεια. Και θα ρωτήσεις: «Ρε αφελή, ρε χαζοβιόλη, ψάχνεις ειλικρίνειες σε προεκλογική περίοδο; Θες καθαρές κουβέντες σ’ εκπομπή με λήψη δεύτερη;». Όμως, αυτό ακριβώς είναι το θέμα. Δεν ψάχνω.

Δεν ψάχνω κι ωστόσο… δε βρίσκω! Δεν έχουμε να κάνουμε με μια συνέντευξη που δεν της περισσεύει ειλικρίνεια. Έχουμε να κάνουμε με μια συνέντευξη που δεν μπορεί ούτε να υποκριθεί την ειλικρίνεια! Κι αυτό σημαίνει πως, ο ίδιος, οι σύμβουλοι, ολόκληρο το επιτελείο του ανδρός που θα ζητάει σε λίγο δεύτερη τετραετία στο τιμόνι της Ελλάδας, έχει τόσο μεγάλη απόσταση απ’ την αληθινή ζωή του Έλληνα που δεν μπορεί ούτ’ έστω να υποδυθεί πως ξέρει, πως νιώθει, πως καταλαβαίνει. Ούτ’ έστω να το φανταστεί ότι εδώ η σωστή απάντηση είναι: «Να κάνεις ό,τι νιώθεις, Ευδοκία. Μα σου υπόσχομαι ότι θα δουλεύω μέρα-νύχτα για να σου φτιάξω μια χώρα που θα θες και θα γουστάρεις να γυρίσεις. Μια χώρα με ασφάλεια και υγεία, τη χώρα που ζητάς και που ονειρεύεσαι».

Κι αυτό ψεύτικο είναι. Το αληθινό θα ‘ταν λιτό, λακωνικό, και θα ‘κλεινε τη συνέντευξη εν τη γενέσει της. Το αληθινό θα ήταν: «Φύγε, κόρη μου, φύγε!». Αλλά έχουμε κι εκλογές να κερδίσουμε, το ‘γραψα παραπάνω, δεν ψάχνω ντομπροσίνες. Ψάχνω την ελάχιστη επαφή μ’ ένα λαό που ‘χει βαρεθεί να νιώθει βλάκας. Να νιώθει βλάκας που ελπίζει, κι η ελπίδα του πεθαίνει τελευταία, αν δεν προλάβει να πεθάνει εκείνος πρώτα. Εκείνος δηλαδή, που ‘μεινε να βάλει πλάτη. Σλάιντ…

Υ.Γ. Και τι φάρσα, με τόσο κακό σενάριο κι ερμηνεία, η εκπομπή να λέγεται Πρωταγωνιστές.

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ