Ντιμπέιτ: Σαν οικογενειακό τραπέζι χωρίς καβγάδες για πολιτικά…

Τι μάθαμε στο ντιμπέιτ; Μάθαμε πως η Ελλάδα δεν μπορεί να ζητάει πολλά απ’ την πολιτική σκηνή της, αφού της επιτρέπει να παίζει το παιχνίδι με τους κανόνες που την εξυπηρετούν. Δεν μπορεί να ζητάει πολλά απ’ τους δημοσιογράφους της, αφού τους επιτρέπει να κρύβονται πίσω από διακομματικές επιτροπές.

Ντιμπέιτ: Σαν οικογενειακό τραπέζι χωρίς καβγάδες για πολιτικά…
ΠΡΟΒΟΛΗ

Δεν χρειαζόταν να ‘σαι πια κάνας σπουδαίος προφήτης (σαν κι αυτούς που συχνά-πυκνά στέλνουν επιστολές στο Βελόπουλο) για να το μαντέψεις: ένα ντιμπέιτ κομμένο και ραμμένο από διακομματική επιτροπή, είναι ντιμπέιτ… στενό. Χωρίς ελεύθερη ερώτηση, χωρίς καθόλου συζήτηση, χωρίς σοβαρό ιδρώτα στο γιακά και πνίξιμο στο κολάρο, οι πολιτικοί αρχηγοί απαντούσανε με την ασφάλεια του Μπιπ-Μπιπ*, κι έστηναν παγίδες με την ανώφελη ελπίδα του Κογιότ. Πρώτο συμπέρασμα: Η προεκλογική μας περίοδος είναι κινούμενο σχέδιο.

Ή μάλλον, κάτι σαν οικογενειακό τραπέζι. Όμως όχι από κείνα τα καλά, που γίνονται viral στο διαδίκτυο, που κάποιος λέει την απαγορευμένη λέξη κι αρχίζει ο τσακωμός του Γαλατικού Χωριού. Όχι. Ήταν ένα τραπέζι σαν κι εκείνα της δικής μου οικογένειας. Που η μάνα έκανε το ναρκαλιευτή, κι όποτε άκουγε Τσίπρας, ή Μητσοτάκης, ή Αντρέας, ή Κομμουνισμός, ή Πολυτεχνείο, ή Δραχμή, ή τέλος πάντων κάποια λέξη που μπορούσε να εκτοξεύσει το κέφι με φωνές – μπουνιές και ψάρια στον αέρα, έλεγε «στην υγειά μας!», ή «ο Θεός μαζί μας!», ή «άλλο θέμα!», κι αρχίζαμε πάλι τα ξενέρωτα και τ’ αγαπημένα. Κάπως έτσι ήταν και το ντιμπέιτ λοιπόν, χωρίς ένταση, χωρίς ουσία, δίχως ψάρια και σκέτο από γιουβέτσι.

Όχι, δεν υπήρχε μοσχαράκι μες στο ρύζι του χθεσινού χυλού, αφού τον εμαγείρεψε η διακομματική επιτροπή με συνταγή νοσοκομείου. Κι απαγόρευσε μάλιστα στους δημοσιογράφους να ρίξουν έστω λίγο αλάτι, λίγο λαδάκι, λίγη φετούλα να σε πιάσει. Η Ράνια Τζίμα προσπάθησε να φέρει τον πρωθυπουργό προ των ευθυνών του, κι εκείνος απάντησε μ’ όλη την άνεση του ανθρώπου που ξέρει πως δεν θα χρειαστεί ούτε καν να κατεβάσει το ριμπάουντ: η επίθεση τελειώνει όταν τελειώσει η ερώτηση. Ο Παπαδάκης δοκίμασε ν’ αγκιστρώσει ένα λαβράκι στο στόμα του Νίκου Ανδρουλάκη, εκείνος έστειλε μαεστρικά τη μπάλα στην εξέδρα ξέροντας πως αυτή δεν πρόκειται να ξαναμπεί στο γήπεδο. Κανείς δεν βρήκε τρόπο να ζητήσει απ’ το Βαρουφάκη να ξεκαθαρίσει το (ολόσωστο τυπικά – εντελώς λάθος ουσιαστικά) επιχείρημα πως «το Χάρβαρντ δεν είναι ιδιωτικό». Ο Κουτσούμπας δεν μάθαμε ποτέ αν θα ψηφίσει ή όχι την κατάργηση της ελάχιστης βάσης εισαγωγής. Όμως φτάνει. Φτάνει η γκρίνια για όσα δεν μάθαμε. Έτσι κι αλλιώς, πάντα το ζήτημα είναι τι μάθαμε. Τι μάθαμε, λοιπόν;

Μάθαμε ότι η Νέα Δημοκρατία κυβέρνησε τη χώρα με πλάνο, σχέδιο και «κάποια» λάθη.

Μάθαμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει προοδευτική ενότητα ανοχής κόντρα στη δεξιά.

Μάθαμε ότι το ΠΑΣΟΚ θέλει να τιμωρηθούν οι υποκλοπείς.

Μάθαμε ότι το Μέρα25 βρίσκει καλή ιδέα τη Δήμητρα σ’ ένα κράτος που μοιάζει ελβετικό τυρί.

Μάθαμε ότι το ΚΚΕ θα σταθεί στο πλάι των εργατών.

Μάθαμε ότι η Ελληνική Λύση θέλει να δώσει «ψωμί στον Έλληνα».

Τι εννοείς «τα ξέραμε»; Ε, λοιπόν, άκου κι αυτά:

Μάθαμε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θεωρεί (πια) αναγκαία την παραίτηση του πρωθυπουργού όταν αναλαμβάνει πολιτική ευθύνη.

Μάθαμε ότι ο Αλέξης Τσίπρας επιμένει να μη φορά τη γραβάτα του.

Μάθαμε ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν είναι έτοιμος να φτάσει το μαχαίρι στο κόκαλο.

Μάθαμε ότι ο Γιάνης Βαρουφάκης έχει δύο αυτοκίνητα, μα προτιμάει τη μηχανή του.

Μάθαμε ότι ο Δημήτρης Κουτσούμπας μπορεί να φοράει και γραβάτα.

Μάθαμε ότι ο Κυριάκος Βελόπουλος σοκάρεται απ’ την εικόνα της Παναγίας σ’ άλλες κουλτούρες και δεν ξέρει τη διαφορά γκέισας - πόρνης.

Α, κι αυτά τα ξέραμε… Ε, λοιπόν, τι άλλο μάθαμε; Κι όμως, κάτι μάθαμε.

Μάθαμε πως η Ελλάδα δεν μπορεί να ζητάει πολλά απ’ την πολιτική σκηνή της, αφού της επιτρέπει να παίζει το παιχνίδι με τους κανόνες που την εξυπηρετούν. Δεν μπορεί να ζητάει πολλά απ’ τους δημοσιογράφους της, αφού τους επιτρέπει να κρύβονται πίσω από διακομματικές επιτροπές. Δεν μπορεί να ζητάει συνεργασίες από ανθρώπους που δεν μπορούνε καν να συζητήσουν ανοιχτά ο ένας με τον άλλο. Μα τελικά, τι να ζητάει;

Θα ‘λεγα να ζητάει «αλλαγή» (σ’ όλα τα παραπάνω). Δεν θα το πω! Άσε καλύτερα… Θα μπλέξουμε. Βλέπεις, η «αλλαγή» σ’ αυτή τη χώρα είναι σαν το φτωχό παλικάρι στις παλιές ταινίες: όλες (οι πολιτικές ιδέες) θέλουν να κοιμηθούν μαζί του, καμία δεν πάει κόντρα στον πατερούλη για να το πάρει με παπά και με κουμπάρο. Άσε που τέτοιες λέξεις ξαναγύρισαν στη μόδα, κι ώρα είναι ν’ αρχίσουνε να μου ζητάν τα ρέστα που χρησιμοποιώ κουβέντες απ’ το χρονοντούλαπο…

*Δεν λέγεται Μπιπ-Μπιπ, το ξέρω. Αλλά πάντα, για μας του ‘90, έτσι θα λέγεται!

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ