Ξεφουσκώνει το μπαλόνι «Κασσελάκης»;

Είναι ο Στέφανος Κασσελάκης ένα πολιτικό φαινόμενο της νέας εποχής ή ένα μπαλόνι που χάνει αέρα όλο και περισσότερο;

Ξεφουσκώνει το μπαλόνι «Κασσελάκης»;
ΠΡΟΒΟΛΗ

Ναι, οι πολιτικοί μπορούν να αλλάξουν απόψεις. Έχουν κάθε δικαίωμα. Είναι φυσική, λογική συνέπεια της ανάπτυξης του ανθρώπου. Η αλλαγή μπορεί να οφείλεται σε διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένων των προτεραιοτήτων που μεταβάλλονται, των νέων πληροφοριών που προσλαμβάνονται, της κοινωνίας που αλλάζει. Μπορεί να οφείλεται, επίσης, στα συμφέροντα που διακυβεύονται. Σε κάθε περίπτωση, ένας πολιτικός οφείλει να κοινοποιεί διαφανώς αυτές τις αλλαγές, προκειμένου να διατηρήσει την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων του. Έτσι μόνο δεν θα θεωρηθεί ασυνεπής, αλλά αντίθετα ένας στοχαστικός και ανταποκρινόμενος στα γεγονότα ηγέτης.

Θα μου πείτε και την κλασική ατάκα «Εξελίσσομαι σημαίνει αλλάζω συνεχώς κριτήριο». Ναι, την γνωρίζω κι εγώ. Μια εξαιρετική φράση που τα λέει όλα. Και την έχω δει να ζωντανεύει και στην πολιτική πολλές φορές. Είτε φέρω στο μυαλό μου τους party switchers στις ΗΠΑ είτε το αυτοσχέδιο τσεκούρι του Βορίδη που «εξελίχθηκε» σε εκπεφρασμένο στυγνό αντικομμουνισμό χωρίς την άμεση άσκηση φυσικής δύναμης (ευτυχώς για εμάς) είτε τον ΣΥΡΙΖΑ, που από ριζοσπαστικό αριστερό και ευρωκομμουνιστικό κόμμα έκανε τόσο εύκολη την «κεντροποίηση» εν όψει των αναγκών της εποχής για «περισσότερες ευκαιρίες και δυνατότητες», δεν μπορώ να παραβλέψω μια κάποια εξέλιξη, ένα σάλεμα, μια παλλόμενη φλέβα τέλος πάντων. Για καλό ή για κακό, αυτό θα αργήσει ακόμα να κριθεί. Πόσο μας βολεύει, όμως, αυτή η ατάκα;

Για τον Στέφανο Κασσελάκη η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Από τη μία η πολιτική του απειρία μπορεί να του συγχωρέσει μέρος της άγνοιάς του, από την άλλη η όλη στάση του μετά την αποκάλυψη της παλιάς αρθρογραφίας του επιβεβαιώνει για ορισμένους το «είδα φως και μπήκα» που τον περιτριγυρίζει από τη μέρα που ακούσαμε το όνομά του. Το σίγουρο είναι, πως, με τη δυσάρεστη πόλωση στον ΣΥΡΙΖΑ να εντείνεται, τις τελευταίες ώρες τον βλέπουμε από τη μία να ολισθαίνει σε επικοινωνιακές αστοχίες και από την άλλη να εξαπολύει δικαίως πολιτικές καταδίκες στα μέλη της Ομπρέλας που τον αμφισβητούσαν δημόσια από την πρώτη μέρα.

Για να είμαστε ειλικρινείς, το επιχείρημα ότι η εκλογή του Στέφανου Κασσελάκη ήταν για καλό μας, βολεύει πολλές πλευρές. Πρώτον, τη μικρή μερίδα των μελών του κόμματος, που επιδιώκουν να παρουσιάσουν τη συνθήκη αυτή ως μια νέα αρχή, υιοθετώντας την ψεύτικη γλώσσα που χρησιμοποιούν πάντα οι πολιτικοί όταν κάνουν άβολους και προπάντων ύπουλους ελιγμούς. Δεύτερον, την μεγάλη μερίδα των μελών του κόμματος, που βαρέθηκαν τάχα να εμπίπτουν σε εμπεδόκλεια σχήματα και την κάνουν με ελαφρά, παύοντας επιτέλους να σαμποτάρουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Τρίτον, τους δημοσιογράφους, που κάνουν κρα για μια συναισθηματική ιστορία ηθικής που θα καταγράφει την πτώση του κόμματος μετά την αποχώρηση Τσίπρα. Και, τέλος, τους ψηφοφόρους, που θέλουν διακαώς να πιστέψουν πως δεν θα δουν ξανά τον Μητσοτάκη στην πρωθυπουργία. Ακόμα και ο ίδιος ο Κασσελάκης, και το συρρικνωμένο μπλοκ των ακολούθων του, λαχταρούν να θεωρηθεί η θητεία του ως εντελώς διαφορετική. Για να μη μιλήσουμε για τη ΝΔ.

Τι υπάρχει όμως κάτω από την επιφάνεια; Πέρα, δηλαδή, από το γεγονός ότι ένας άνθρωπος χωρίς γερούς δεσμούς με την κοινωνία κατάφερε να αναδειχθεί ως αρχηγός κόμματος, δίχως μάλιστα να χρειαστεί να αποσιωπήσει τη σεξουαλική του ταυτότητα, πώς αποτιμάται πολιτικά ο ίδιος; Πόσο μπορεί να διαχωριστεί ο σημερινός Κασσελάκης από τον Κασσελάκη στα 24 του και το σύστημα που καταφανώς παρήγαγε τις τότε θέσεις του; Και τι σημαίνει το «Δεν θυμάμαι ποιος ήμουν 24 ετών»; Σε τι βαθμό δικαιολογείται; Δεν είναι πολύ επικίνδυνη μια τέτοια δήλωση; Το να επιβάλεις στον εαυτό σου αυτήν την αμνησία, σε εκθέτει πολιτικά, ιδίως όταν το κόμμα σου έψεγε όσο δεν πήγαινε άλλο την αμνησία Μητσοτάκη.

Οι απαντήσεις θα πρέπει να δοθούν με ψυχραιμία και αναστοχασμό. Οι επιπολαιότητες επιδρούν αρνητικά στην ποιότητα της πολιτικής. Γιατί αν υποθέσουμε ότι όλο και περισσότερα μέλη εκτός Ομπρέλας στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ πειστούν ότι ο Κασσελάκης συνιστά από πολλές απόψεις το κλασικό προϊόν ενός πολιτικού συμπλέγματος πολύ μακριά από τους ίδιους, το κόμμα θα αντιμετωπίσει ακόμη πιο βαθιά προβλήματα από τους φραξιονισμούς και τις αποχωρήσεις των τελευταίων ωρών. Ας μη γελιόμαστε, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα περνούσε όλα αυτά αν αποφάσιζε να προχωρήσει ενωμένα και με πλήρη ταχύτητα προς μία κοινή κατεύθυνση, ενάντια στο καθεστώς Μητσοτάκη. Αντιθέτως, τα «κακομαθημένα» μέλη του επιλέγουν την αποσκίρτηση και το να παραπαίουν μεταξύ γελοιότητας και ισοπέδωσης, με τον κορσέ της πραγματικότητας να σφίγγει κάθε μέρα.

Όπως είναι επόμενο, το μπαλόνι «Κασσελάκης» θα παραμείνει φουσκωμένο όσο υπάρχουν στόματα να φυσάνε μέσα του. Αλλά εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα κόμμα που καταρρέει και τρώγεται εκ των έσω, υπό τον φόβο αποτυχίας των πιο ασυμβίβαστων μελών που κόπτονται ξαφνικά για τη βίαιη μετάλλαξή του. Αυτό δεν έχει σχέση με την καταλληλόλητα ή μη του Στέφανου Κασσελάκη να ηγηθεί. Έχει να κάνει με την περίεργη, ιδιότροπη φύση των μελών του κόμματος, που τον επέλεξαν μεν ως αρχηγό, αλλά δεν τον αποδέχονται και θα τον αντικαθιστούσαν πολύ εύκολα. Έχει, τέλος, να κάνει με ένα κόμμα που αποδεικνύεται μάλλον ανίκανο να κυβερνήσει. Στην τρέχουσα εκδοχή του, τουλάχιστον.

Στην Ελλάδα δυσκολευόμαστε έντονα να αντιληφθούμε ένα πράγμα: Ότι αν η πολιτική σ’ αυτή τη χώρα θέλει να επιβιώσει, δεν μπορεί να απευθύνεται μόνο στους «κυρ Παντελήδες» και σε λοιπά φαντάσματα, ούτε σε πεισματάρηδες υμνητές σκοροφαγωμένων οραμάτων. Πρέπει να ανοιχτεί στο σύνολο της κοινωνίας όπως είναι σήμερα, σε όλα της τα χρώματα. Το αποδεικνύουν τα ποσοστά της αποχής στις πρόσφατες εκλογές. Σε μια εποχή όπου ο χρόνος ανάμεσα σε δύο εκλογικές αναμετρήσεις κονταίνει και όλοι νιώθουμε πως δεν άλλαξε τίποτα, η μνήμη των ψηφοφόρων κονταίνει εξίσου κι έτσι οι πολιτικοί υποχρεώνονται (ή, μάλλον, βρίσκουν πάτημα) στο να επικοινωνούν τα μηνύματά τους με εντυπωσιακούς τρόπους, ενισχύοντας περισσότερο τον παροδικό κι εφήμερο χαρακτήρα του πολιτικού λόγου. Δεν πάει έτσι, όμως. Αυτό πρέπει να το καταλάβει καλά ο κύριος Κασσελάκης, ώστε να μην καταλήξει ένα κακέκτυπο του Μητσοτάκη. Οι γρήγορες νίκες και οι άνθρωποι-μπαλόνια υπονομεύουν τις ολοκληρωμένες, διαρκείς πολιτικές. Και μιας και τον αναφέραμε παραπάνω, ο Μάκης Βορίδης δήλωσε για τα εσωκομματικά του ΣΥΡΙΖΑ πως «ακόμη κι αν φύγουν τα βαρίδια, δεν θα απογειωθεί το αερόστατο Κασσελάκης». Επειδή, λοιπόν, αξίζει πραγματικά να αντιτίθεσαι στις απόψεις του συγκεκριμένου κυρίου, ας ελπίσουμε για το αντίθετο.

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ