Μπορείς να κερδίσεις τον  Ε.Φ.Κ.Α;

Ο δικηγόρος Λάμπρος Κώττης αφηγείται το οδοιπορικό του στην ελληνική γραφειοκρατία.

Μπορείς να κερδίσεις τον  Ε.Φ.Κ.Α;
ΠΡΟΒΟΛΗ

Του ΛΑΜΠΡΟΥ ΚΩΤΤΗ - Δικηγόρος ΔΣΑ, LLM, MsC

Ήταν μια κακή περίοδος της ζωής μου. Μόλις είχα διαγνωστεί με καρκίνο στον όρχι. Αυτό σημαίνει: εξετάσεις, νοσοκομεία, γιατροί (Θεέ μου βόηθα!) τρέξιμο, κλάμα και αρκετός φόβος. Τραύμα και δράμα.

Και εδώ έρχεται η συζήτηση με την Ήρα. Την Ήρα Κατσούδα, stand up κωμικό: Πριν λίγες μέρες, φιλοξενώντας στο Music Row Studio, μια κωμικό για το podcast μου, μιλήσαμε εκτενώς για το τραύμα και το πώς η κωμωδία και το γέλιο αποτελούν ένα πιο «καλοδουλεμένο», δεύτερης ανάγνωσης μηχανισμό αντιμετώπισης αυτού. Σε αυτό το επεισόδιο η Ήρα εξήγησε ότι μια τραυματική περίοδος μπορεί να αποδειχθεί καταπληκτικό υλικό για stand up comedy, αρκεί –αρχικώς– το τραύμα να δουλευτεί εσωτερικά και να ξορκιστεί καταλλήλως. Τότε μπορείς να γελάσεις πολύ, ακόμη και με το δικό σου τραύμα. Αυτή η συζήτηση έμεινε μαζί μου και μετά το στούντιο. Αποφάσισα, λοιπόν, να θυμηθώ. Να θυμηθώ και να αποδομήσω. Έχοντας κάνει ένα χρόνο ψυχοθεραπεία και ξορκίσει εκείνη την άσχημη περίοδο της ζωής μου, πλέον καταλαβαίνω το χιούμορ πίσω από αυτή την ιστορία. Και είμαι έτοιμος να γελάσω.

Όταν κέρδισα το Ελληνικό Δημόσιο

Η μέρα, λοιπόν, που κέρδισα το Ελληνικό Δημόσιο είναι πέρα για πέρα αληθινή και –σε σημεία– πολύ αστεία. Με τη διάγνωση στα χέρια και ένα εκατομμύριο εξετάσεις που έπρεπε να γίνουν, έκανα μια πολύ κακή συνειδητοποίηση: Δεν είχα ασφάλεια υγείας!

Πώς έγινε αυτό; Ας ξεκινήσουμε με την «απόδοση ευθυνών». Το δικό μου μερίδιο ευθύνης έγκειται στο ότι –ως ασκούμενος δικηγόρος– δεν πλήρωνα το ποσό των εισφορών μου, με αποτέλεσμα οι οφειλές μου να μαζεύονται και εγώ να μην έχω καν ασφάλεια υγείας. Ο μηνιαίος μισθός των τετρακοσίων πενήντα ευρώ για τις δώδεκα ώρες εργασία ημερησίως στα δικηγορικά γραφεία με είχε κάνει ολίγον τι τσιγκούνη, με αποτέλεσμα να στρουθοκαμηλίζω. Κάπου εκεί τελειώνουν οι δικές μου ευθύνες.

Κάποιους μήνες πριν τη διάγνωση και έχοντας, πλέον, ορκιστεί ως δικηγόρος Αθηνών, αποφάσισα ότι πρέπει να αντιμετωπίσω τις… ενήλικες ευθύνες μου και να διορθώσω αναδρομικώς τα πράγματα. Μάζεψα, λοιπόν, τα ένα δισεκατομμύριο δικαιολογητικά που μου ζητούσαν, τα απέστειλα ηλεκτρονικώς στο αρμόδιο γραφείο και περίμενα να πληρώσω συνολικά την οφειλή μου και να ξεκινήσει η ασφάλειά μου. Οι μήνες πέρασαν, η ζωή κύλησε, έως ότου μια πολύ έξαλλη κυρία από τον Ε.Φ.Κ.Α. με κάλεσε στο κινητό μου τηλέφωνο:

- «Το γραφείο μας δεν είναι αρμόδιο για το φάκελό σας. Πρέπει να το στείλετε εκ νέου στο γραφείο που ασχολείται με τους ασκούμενους επαρχίας».

- «Μα για ποιο λόγο; Κάνω την άσκησή μου στην Αθήνα και είμαι εγγεγραμμένος στο Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών».

- «Δεν έχει σημασία. Κάνατε κάποιους μήνες άσκησης στη Ρόδο».

- «Θα τα στείλω, βεβαίως. Αναρωτιέμαι: Δε μπορεί ο φάκελος να προωθηθεί εσωτερικά και υπηρεσιακά εφόσον είστε δύο γραφεία στον ίδιο Οργανισμό;».

- «Μα τι λέτε κύριέ μου! Εγώ να επικοινωνήσω με το άλλο γραφείο; Από πού κι ως πού; Σημειώστε το email που θα σας πω και στείλτε τα εσείς».

- «Μάλιστα».

Έτσι και έκανα. Αμέσως έστειλα τα δικαιολογητικά και στο άλλο γραφείο. Και η ζωή κύλησε. Και οι εβδομάδες πέρασαν. Χωρίς αποτέλεσμα. Το κυνήγησα; Όχι. Διότι ο κυκεώνας της ελληνικής γραφειοκρατίας ανέκαθεν με έκανε να νιώθω άρνηση. «Θα το φτιάξουν αυτοί. Εγώ έκανα ό,τι μου ζητήθηκε» σκεφτόμουν. Μετά από κάποιο καιρό, λοιπόν, μού ήρθε ένα email από το άλλο γραφείο. Μαντέψτε τι έλεγε: «Το γραφείο μας δεν είναι αρμόδιο για το φάκελό σας. Πρέπει να το στείλετε εκ νέου στο γραφείο ασκουμένων Αθήνας».  

 Και εκεί άρχισα να εκνευρίζομαι. Και πήρα τηλέφωνα. Πολλά τηλέφωνα. Και επειδή ο επιμένων νικά, κάποια στιγμή το σήκωσαν.

- «Θα στείλετε ξανά το φάκελό σας στο γραφείο ασκουμένων Αθηνών. Δεν είμαστε εμείς οι αρμόδιοι».

- «Θέλετε να μου το εξηγήσετε;»

- «Κάνατε την άσκησή σας στην Αθήνα και είστε εγγεγραμμένος στο Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών»

- «Το άλλο γραφείο μού είπε ότι εσείς είστε οι αρμόδιοι. Εσείς δε μπορείτε να μιλήσετε με το άλλο γραφείο για να καταλήξετε ποιος – εν τέλει – είναι ο αρμόδιος;»

- «Αυτό δε γίνεται».

Η παραπάνω ιστορία –όπως τη διαβάσατε– επαναλήφθηκε αυτούσια άλλη μια φορά, με αμφότερα τα γραφεία να κηρύσσουν εαυτούς αναρμόδιους και αρνούμενα –φυσικά- να συνεννοηθούν μεταξύ τους. Και κάπου εδώ, επιστρέφουμε στη στιγμή της διάγνωσης…

«Θα χρειαστεί να κάνετε μαγνητικές» μου λέει ο γιατρός. «Πείτε μου τον ΑΜΚΑ σας για να σας τις γράψω». «Γιατρέ, δεν έχω ασφάλεια υγείας…».

Η μάχη με το τέρας της γραφειοκρατίας

Το πρωί εκείνο, ήταν παράξενο ενεργειακά. Ήταν 4 Νοεμβρίου του 2021, ημέρα Πέμπτη. Είναι από τις στιγμές που η ζωή σού δείχνει το κακάσχημο πρόσωπό της, διότι εκείνες τις ώρες χάσαμε και τη γιαγιά μου… Με τη μάνα μου μαζέψαμε όλο το θράσος μας και αποφασίσαμε ότι σήμερα θα είχα ασφάλεια υγείας.

Μαντέψτε τι: Την Πέμπτη ο Ε.Φ.Κ.Α. δε δέχεται το κοινό! Αυτό καθόλου δεν μας αποθάρρυνε και περί τις 9.00 π.μ. βρισκόμασταν στο πρώτο κτήριο τους. Η κυρία στην είσοδο μάς ενημέρωσε ότι τις Πέμπτες το κοινό δε γίνεται δεκτό, αλλά της εξηγήσαμε την κρισιμότητα της κατάστασης και μας άφησε να περάσουμε μέσα. Γινόταν μετακόμιση, όλο το κτίριο ήταν πακεταρισμένο σε τεράστιες κούτες που κάλυπταν όλο το πάτωμα και μόνο ένα γραφείο λειτουργούσε.

Μπαίνοντας μέσα, μια άλλη έξαλλη κυρία, που κρατούσε ένα καθαριστικό στο χέρι, πετάχτηκε και προσπάθησε να μας διώξει, φωνάζοντας ότι δεν εξυπηρετούν κοινό τις Πέμπτες. Μετά από μια γνήσια ελληνική αψιμαχία στην οποία η κυρία αρνούνταν και να μας ακούσει ακόμη, η μάνα μου απείλησε ότι θα έφερνε τα κανάλια. Απευθείας ένας συνάδερφός της πετάχτηκε από το γραφείο, τράβηξε μέσα την κυρία, μας άκουσε καρτερικά και μας έστειλε σε ένα άλλο κτήριο στην πόλη.

Η κατάσταση στο δεύτερο κτήριο ήταν χειρότερη, καθώς όλα ήταν κλειδωμένα και τα φώτα σβηστά. Ούτε αυτό όμως μας αποθάρρυνε και αρχίσαμε να χτυπάμε έντονα την τζαμένια εξώπορτα. Μετά από κάποια λεπτά αμήχανης ησυχίας, μια απορημένη υπάλληλος πλησίασε την εξώπορτα και (χωρίς να ανοίξει) μας ρώτησε τι θέλουμε και μας θύμισε ότι ο ΕΦΚΑ δεν εξυπηρετεί τις Πέμπτες. Αφού της εξηγήσαμε την κατάσταση, την ασθένεια με την οποία μόλις είχα διαγνωστεί και ότι εδώ και δύο μήνες τα δύο γραφεία είχαν κάνει το φάκελό μου μπαλάκι του πινγκ πονγκ, αρνούμενα να τον διεκπεραιώσουν, με αποτέλεσμα να με έχουν φέρει σε αυτή τη θέση, μας είπε να φύγουμε και να καλέσουμε από αύριο που ο ΕΦΚΑ εξυπηρετεί το κοινό. Αυτή ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.

Τόσο εγώ, όσο και η μάνα μου είμαστε θιασώτες της άποψης ότι και ο Άγιος φοβέρα θέλει. Έτσι σηκώσαμε αρκετά την ένταση της φωνής μας, ζητώντας της να πάρει τηλέφωνο το άλλο γραφείο εδώ και τώρα, και να συνεννοηθούν οριστικά περί της αρμοδιότητας. Εκείνη θεώρησε αυτό το αίτημά μας ανεκδιήγητο, λέγοντας ότι δε γίνεται αυτή να μιλήσει με το άλλο γραφείο. Βλέποντας ότι δεν επρόκειτο να φύγουμε και ότι ήμασταν έτοιμοι για καυγά, η υπάλληλος εξαφανίστηκε εντός του γραφείου της, πήρε τηλέφωνο το άλλο γραφείο και μας παρέπεμψε σε ένα άλλο κτήριο στην πόλη. Σημειωτέον ότι όλη την ώρα η πόρτα παρέμενε κλειδωμένη και εμείς καθισμένοι στο πεζοδρόμιο, γελώντας με την τραγελαφικότητα της κατάστασης.

Η τύχη άρχισε να μας χαμογελάει στο… τρίτο κτήριο. Το τηλεφώνημα της υπαλλήλου του δεύτερου κτηρίου πρέπει να τους είχε ταρακουνήσει, γιατί οι υπάλληλοι αυτού του γραφείου μάς υποδέχτηκαν όπως θα υποδέχονταν μια Τράπεζα τον καλύτερό της πελάτη. Μας προσέφεραν νερό και καφέ και μας έβαλαν να κάτσουμε. Τους εξήγησα την κατάσταση, την οποία ήδη γνώριζαν και βρήκα το email με το οποίο τους είχα στείλει δύο μήνες πριν τα δικαιολογητικά μου.  Αφού και οι ίδιοι έψαξαν στον υπολογιστή και βρήκαν το email, έγινε κάτι αξιοθαύμαστο για τα δεδομένα του ελληνικού δημόσιου τομέα: Μια γενναία υπάλληλος έκανε ένα βήμα μπροστά και ανέλαβε την ευθύνη της κατάστασης, δηλώνοντας ότι η ίδια έδιωχνε κάθε φορά το φάκελο, επειδή δεν είχε δει όλα τα δικαιολογητικά που περιείχε. Μας ζήτησαν συγγνώμη με ειλικρίνεια και μας είπαν ότι θα έκαναν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να μας βοηθήσουν. Οι υπάλληλοι του γραφείου συνεδρίασαν συζητώντας το ποιες έπρεπε να είναι οι επόμενες κινήσεις μας, προκειμένου να αποκτήσω ασφάλεια σύντομα. Και εκεί κατάλαβα ότι –καμιά φορά- ούτε και οι ίδιοι υπάλληλοι του δημοσίου τομέα δε ξέρουν τι πρέπει να κάνουν.

- «Τώρα πρέπει να γίνει αυτό και να πάνε σε εκείνη τη διεύθυνση!»

- «Όχι ρε εσύ, εκεί πάνε μόνο αν ισχύει η τάδε περίπτωση»

- «Ναι όμως εδώ, έγινε εκείνο»

- «Μήπως πάνε εκεί όπως το είχαμε κάνει την άλλη φορά;»

- «Ίσως..»

Μέχρι να αποφασίσουν τι πρέπει να κάνουμε, κάλεσαν μια υπάλληλο σε ένα τέταρτο κτήριο, στην οποία ζήτησαν –ως χάρη- να έχει έτοιμη μια αίτηση που έπρεπε εγώ να συμπληρώσω και να περάσει η ίδια στο σύστημα. Μας ζήτησαν να φύγουμε γρήγορα για να μη χάνουμε χρόνο. Στο τέταρτο κτήριο, μια κυρία-κέρβερος στην είσοδο,  που είχε ως στόχο να μην αφήσει κανέναν και τίποτα να περάσει, μου είπε ότι δε θα μας άφηνε να περάσουμε, γιατί είναι Πέμπτη.

Της εξήγησα όλα όσα σας γράφω μέχρι εδώ και μου είπε ότι δε μπορώ να περάσω και ότι σε καμία των περιπτώσεων δε θα με εξυπηρετούσαν στον πάνω όροφο του κτηρίου, ΓΙΑΤΙ ΕΙΝΑΙ ΠΕΜΠΤΗ. Της είπα ένα πολύ classy “watch me”, περάσαμε από μπροστά της και ανεβήκαμε στον όροφο. Εκεί η υπάλληλος μάς περίμενε συνωμοτικά με την αίτηση στα χέρια της. Αφού τη συμπλήρωσα , «άνοιξε το σύστημα» (δε ξέρω τι σημαίνει αυτό), μας ενημέρωσε ότι χρειαζόταν κάποια επιπλέον δικαιολογητικά και ότι ο εκτυπωτής τους είχε χαλάσει . Έτρεξα εκτός κτηρίου για να βρω εκτυπωτή σε κάποιο μαγαζί. Τελειώνοντας και αυτή τη δοκιμασία στο τέταρτο κτήριο, φυσικά περάσαμε από την κυρία–κέρβερο , όπου και επιδεικτικά αδιάφορα της είπα «μας εξυπηρέτησαν, όλα καλά. Ευχαριστούμε για τη συνεργασία».

Επιστρέψαμε στο τρίτο κτήριο, όπου η ομάδα υπαλλήλων καλούσε τηλεφωνικώς τη ξενερωμένη υπάλληλο του δεύτερου κτηρίου. Αφού την αποκάλεσαν με το μικρό της όνομα, της εξήγησαν την κατάσταση και της είπαν «ότι τώρα έπρεπε να βοηθήσει» γιατί η κατάσταση ήταν  όντως σοβαρή. Μια υπάλληλος του τρίτου κτηρίου υπολόγισε το σύνολο της οφειλής και μου είπε ότι σε συνεργασία με το δεύτερο γραφείο, θα εμφάνιζαν την οφειλή μου στο σύστημα, την οποία εγώ θα πλήρωνα και θα είχα ασφάλεια υγείας. Ωστόσο εδώ υπάρχει πρόβλημα, μου είπαν, καθώς ο κωδικός πληρωμής θα έκανε σίγουρα να βγει μια εβδομάδα στο σύστημα. Η συγκεκριμένη ομάδα ήθελε να βοηθήσει και το εννοούσε.

Η υπάλληλος που είχε αναλάβει την ευθύνη, μουρμούρισε ότι ίσως γινόταν και αυτό να παρακαμφθεί και ότι «κάποιον ήξερε». Μου ζήτησε το χαρτί της διάγνωσής μου, το σκάναρε και εξαφανίστηκε για να κάνει μια κλήση. Επέστρεψε μετά από αρκετά λεπτά χαμογελαστή, δίνοντάς μου δύο κωδικούς και λέγοντας ότι αν πληρώσω τώρα τα ποσά και έστελνα στην ξενερωμένη υπάλληλο το αποδεικτικό πληρωμής, θα είχα ασφάλεια υγείας μέχρι το μεσημέρι. Εγώ και η μητέρα μου τους ευχαριστήσαμε, λέγοντας τους ότι επανακτήσαμε ελπίδα για το δημόσιο τομέα της χώρας και βγήκαμε έξω. Πλήρωσα το ποσό και έστειλα το αποδεικτικό, όπως ακριβώς μου είπαν. Μετά από κάποια λεπτά , η ξενερωμένη υπάλληλος του δεύτερου κτηρίου με κάλεσε και στριφνά μου είπε: «Το τακτοποίησα. Κακώς αφήσατε τις οφειλές σας τόσο καιρό. Γεια σας.»

Η ώρα ήταν γύρω στις 3 μ.μ., ημέρα Πέμπτη. Ο ΕΦΚΑ δε δέχονταν κοινό. Εγώ μπήκα στο σύστημα: ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΩΤΤΗΣ - ΑΣΦΑΛΙΣΜΕΝΟΣ.

...«Λάμπρο δες λίγο αυτό το παλτό! Τέλειο δεν είναι; Μπαίνουμε λίγο στο μαγαζί για να το δω;» άκουσα τη φωνή της μάνας μου.

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ