Η επαναστάτρια Μαρία Πολυδούρη

Μποέμ, λυρική, ανεξάρτητη. Η Μαρία Πολυδούρη γεννήθηκε, ερωτεύτηκε και πέθανε Απρίλιο μήνα. Όλη της η ζωή φαίνεται πως σημαδεύτηκε από τραγικά γεγονότα, παρ’ όλα αυτά κατάφερε να ζήσει όπως εκείνη ήθελε και να δημιουργήσει ένα έργο ξεχωριστό και διαχρονικό. Μια επαναστάτρια της εποχής της.

Η επαναστάτρια Μαρία Πολυδούρη
ΠΡΟΒΟΛΗ

Πρωταπριλιά. Μικρός εξέφραζα την άποψη πως είτε το υπουργείο Πολιτισμού, είτε το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών θα έπρεπε κάπως να δράσουν από κοινού ώστε αυτή η μέρα να μετονομαστεί σε «Εθνική Ημέρα Μαρίας Πολυδούρη». Είναι τόσο μεγάλη η αδικία που υφίσταται το όνομά της όλα αυτά τα χρόνια, όταν αποκαλείται «η ερωμένη του Καρυωτάκη», ή όταν η ποίησή της απαξιώνεται ως ανώριμη, που ήθελα με κάθε τρόπο να την αποκαταστήσω. Για ένα τόσο ελεύθερο πνεύμα όπως ήταν η Μαρία Πολυδούρη, μια από τις δυναμικές γυναίκες της γενιάς της, αυτής των Νεοσυμβολιστών του ΄20, είναι κρίμα να μην κρίνεται ως αυθυπόστατη ποιήτρια, αλλά αντίθετα όλη η υστεροφημία της να βασίζεται στην ερωτική της σχέση με τον πεισιθάνατο ομότεχνό της.

Η πρώτη επαφή με την ποιήτρια ήταν στο σχολείο, μέσα από την οποία ήρθα σε επαφή και με τον Κώστα Καρυωτάκη. Θυμάμαι που έπεσε στα χέρια μου ένα ανθολόγιο ποίησης από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, από την ειδική σειρά «Αντικριστοί Καθρέφτες», που περιλάμβανε τα σημαντικότερα ποιήματα των δύο ποιητών και επιχειρούσε ν' αποτυπώσει το έργο τους, αλλά και το θυελλώδη έρωτά τους. Την ίδια περίοδο η ΕΡΤ έπαιζε σε επανάληψη την αριστουργηματική σειρά του Τάσου Ψαρρά, που βασίστηκε στη ζωή του Καρυωτάκη και στον έρωτά του με την Πολυδούρη. Οι ερμηνείες του Δημοσθένη Παπαδόπουλου και της Μαρίας Κίτσου θα παραμένουν μια έντονη τηλεοπτική εμπειρία για όποιον έχει παρακολουθήσει τη σειρά.

Η ζωή της

Γεννήθηκε στην Καλαμάτα την Πρωταπριλιά του 1902. Η σύντομη ζωή της σημαδεύτηκε από τραγωδίες, όπως ο θάνατος των γονιών της με διαφορά μόνο 40 ημερών, η αυτοκτονία του Καρυωτάκη, αλλά και η προσωπική της μάχη με την φυματίωση. Η πρώτη της εμφάνιση στα ελληνικά γράμματα έγινε το 1916, σε ηλικία 14 ετών με το πεζοτράγουδο «Ο πόνος της μάνας», το οποίο δημοσιεύθηκε στο περιοδικό εργόχειρων Οικογενειακός Αστήρ και, επηρεασμένο από τα μανιάτικα μοιρολόγια, μιλούσε για τον σπαραγμό μιας μητέρας για το νεκρό γιο της, το πτώμα του οποίου είχε ξεβράσει εκείνες τις μέρες η θάλασσα. Την ίδια χρονιά συγκέντρωσε τα ποιήματά της σε μια συλλογή με τίτλο «Μαργαρίτες», αλλά δεν τη δημοσίευσε ποτέ.

Με τον Καρυωτάκη γνωρίστηκαν το 1922, ο οποίος εκείνη τη χρονιά είχε πάρει μετάθεση για τη Νομαρχία Αττικής και είχε ήδη δημοσιεύσει δύο ποιητικές συλλογές, το «Ο Πόνος του Ανθρώπου και των Πραμάτων» (1919) και τα «Νηπενθή» (1921). Η Πολυδούρη εργαζόταν εκεί, παράλληλα με τις σπουδές της στη Νομική. Το ερωτικό ειδύλλιο που αναπτύχθηκε μεταξύ τους, μολονότι εφήμερο, ήταν φλογερό και παράφορο. Δύο χρόνια μετά η σχέση τους οδηγείται σε αδιέξοδο. Από εκεί και πέρα, η ζωή της αρχίζει να παίρνει τον κατήφορο, αφού κάποια χρόνια μετά εγκαταλείπει την Αθήνα για να σπουδάσει ραπτική στο Παρίσι, όπου προσβάλλεται από τη φυματίωση. Η αυτοκτονία του Καρυωτάκη το 1928 την συγκλονίζει. Αφοσιώνεται μανιωδώς στη γραφή και προλαβαίνει να εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές, το «Οι τρίλλιες που σβήνουν» (1928) και την «Ηχώ στο χάος» (1929).

Το έργο της

Στην ποίησή της κυριαρχούν τα θέματα του έρωτα και του θανάτου και, παρά τις όποιες αδυναμίες της τεχνικής της ή τις στιχουργικές της ευκολίες, αυτά που πρωταγωνιστούν στο έργο της είναι ο χείμαρρος των συνειρμών και οι συγκινησιακές της εκρήξεις. «Μια φάρσα, αυτό ήταν η δικιά μου ζωή. Κανείς δε την κατάλαβε. Γεννήθηκα χωρίς να το θέλω, έζησα στο περίπου και σκηνοθέτησα το θάνατό μου. Κι όμως αγαπούσα τη ζωή, αλλά πάντα αυτή μου ΄παιρνε ό,τι άλλο αγαπούσα.». Έτσι είχε εκφραστεί σε μια από τις τελευταίες επιστολές της, την οποία ονόμασε «το γράμμα της στον κόσμο που ποτέ δεν έγραψε σε εκείνη». Στο ποίημα «Σαν πεθάνω», από την πρώτη της συλλογή, έγραψε τους στίχους «Θα πεθάνω μιαν αυγούλα μελαγχολική του Απρίλη / … / Θα πεθάνω μιαν αυγούλα θλιβερή σαν την ζωή μου… \». Πράγματι, η Πολυδούρη πεθαίνει τα ξημερώματα της 29ης Απριλίου του 1930, στην εκπνοή του γενέθλιου μήνα της, με ενέσεις μορφίνης που ζητάει να της περάσει ένας αφοσιωμένος θαυμαστής της.

Πέρα από την ηρωίδα ενός ρομάντζου, η Πολυδούρη αποτέλεσε μια γυναίκα μπροστά από την εποχή της. Δυναμική, ασυμβίβαστη, ένα άτομο που εναντιώθηκε στα τότε πρότυπα. Επηρεασμένη και από τη μητέρα της, η οποία διάβαζε φανατικά την Εφημερίδα των Κυριών που εξέδιδε η Καλιρρόη Παρρέν και είχε έτσι πρώιμες φεμινιστικές αντιλήψεις, η Πολυδούρη εξελίχθηκε σε μια νέα χειραφετημένη γυναίκα, γεμάτη ορμή κι ανεξαρτησία. Αδιαφορούσε πλήρως για τον κώδικα ηθικής της εποχής και, χωρίς να την εμποδίζει τίποτα, σχετιζόταν φιλικά με άντρες, ενώ σύχναζε με την παρέα της σε καφενεία όπου έπαιζε τάβλι, κάπνιζε κι έπινε, διαφέροντας έτσι φανερά από το πώς ζούσαν οι «υπερφίαλοι και σαλατολόγοι» της γενιάς της.

Ένα πρόσωπο των γραμμάτων που όχι μόνο τροφοδοτεί την ρομαντική νεοελληνική φιλολογία και σεναριολογία, αλλά αποτελεί μια από τις κύριες εκπροσώπους της σχολής του νεορομαντισμού και του νεοσυμβολισμού, μιας «καταραμένης» γενιάς λογοτεχνών που καλλιέργησε το αίσθημα του ανικανοποίητου και της παρακμής. Ας μην ξεχνάμε πως η περίοδος του Μεσοπολέμου και ιδιαίτερα η δεκαετία του ’20, όπου εμφανίστηκαν ποιητές όπως η Πολυδούρη, μολονότι αποτέλεσε μια περίοδο λαμπερής ξεγνοιασιάς, βρήκε τους νέους ανθρώπους σε έναν κόσμο αναποδογυρισμένο, με σημαντικά γεγονότα, όπως η μικρασιατική καταστροφή και ο καταποντισμός της Μεγάλης Ιδέας, η μαζική εισροή προσφύγων, η πολιτική διαφθορά και η εκτεταμένη εξαθλίωση των λαϊκών τάξεων να διαμορφώνουν ένα κλίμα αγωνίας που αυθόρμητα τους έστρεφε προς τις τέχνες.

Βιβλιογραφικά στοιχεία:

«Μαρίας Πολυδούρη Άπαντα», Εισαγωγή και επιμέλεια Λιλής Ζωγράφου, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1961

«Κώστας Καρυωτάκης – Μαρία Πολυδούρη και η αρχή της αμφισβήτησης», Λιλή Ζωγράφου, εκδόσεις Παπαζήση, 1978

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ