«Δεν κάνω τραγούδια για να αρέσουν, αλλά για να μου αρέσουν»

Ο ταλαντούχος τραγουδοποιός Γιώργος Νικηφόρου Ζερβάκης δίνει ραντεβού με το κοινό στο Club του Σταυρού του Νότου την Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου και εμείς αδράξαμε την ευκαιρία να κάνουμε μαζί του μια ενδιαφέρουσα συζήτηση εφ’ όλης της ύλης.

«Δεν κάνω τραγούδια για να αρέσουν, αλλά για να μου αρέσουν»
ΠΡΟΒΟΛΗ

Ταλαντούχος ως τραγουδοποιός και ερμηνευτής και συνειδητοποιημένος ως καλλιτέχνης, ο Γιώργος Νικηφόρου Ζερβάκης είναι από τα μουσικά πρόσωπα της νεότερης γενιάς που ονειρεύονται πατώντας ταυτόχρονα γερά τα πόδια τους στη γη.

Το ξεχωριστό κρητικό χρώμα της φωνής του σε συνδυασμό με τα ετερόκλητα, από Ανατολή και Δύση, μουσικά του ακούσματα συναποτελούν το ιδιαίτερο μείγμα της καλλιτεχνικής του έκφρασης, που θα μας παρουσιάσει ζωντανά με τους συνεργάτες του την Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου στο Club του Σταυρού του Νότου.

Γιώργο, τι θα μας παρουσιάσετε στις 10 Δεκεμβρίου;

«Η βάση θα είναι δικά μου τραγούδια, καινούργια και παλιά. Θα παίξουμε και τραγούδια από τον καινούργιο δίσκο που ετοιμάζουμε, με τίτλο “Χτίζω ανέμους”. Επίσης, θα παρουσιάσουμε κάποια παραδοσιακά τραγούδια διασκευασμένα από ένα project που ετοιμάζουμε, που έχει να κάνει με τη μουσική παράδοση της Ελλάδας στη σημερινή εποχή – αυτό έχει πολύ ενδιαφέρον. Βέβαια, θα παίξουμε και αγαπημένα τραγούδια από τη ροκ σκηνή και ό,τι επιπλέον μας έρθει εκείνη την ώρα, όπως πάντα».

Πρόσφατα στην εκπομπή «Μουσικό κουτί» έδωσες μια ερμηνεία που έκανε αίσθηση σε ένα τραγούδι που δεν ακούμε συχνά σε επανεκτελέσεις, στα «Λόγια και τα χρόνια» του Γιάννη Μαρκόπουλου. Πώς ξεκίνησε αυτή η ιδιαίτερη σχέση που έχεις με τον μεγάλο συνθέτη;

«Το 2016 με κάλεσε να έρθω στην Αθήνα. Είχε φτιάξει τον δίσκο “Κρητικός ορίζοντας” και έψαχνε ερμηνευτή από την Κρήτη. Αυτή η δουλειά, σύμφωνα με τα λεγόμενα του ίδιου του συνθέτη, περιλαμβάνει τα πρώτα τραγούδια που είχε γράψει, έφηβος ακόμα. Περικλείουν τις εφηβικές ανησυχίες του σε μια περίοδο που έζησε στην Κρήτη, γι’ αυτό ήθελε να βρει και ερμηνευτή από την Κρήτη. Από τότε ξεκίνησε μια συνεργασία που μετράει πλέον 6 χρόνια και έχει συνέχεια, τόσο στις συναυλίες του όσο και στα νέα δισκογραφικά πράγματα που ετοιμάζει σιγά σιγά. Μεγάλη εμπειρία, μεγάλο σχολείο. Είναι τρομερό πράγμα το να ζεις τη μουσική μας ιστορία εκ των έσω».

Πολύ ενδιαφέρον έχει και ο «Χρόνος», το νέο τραγούδι που γράψατε και τραγουδάτε μαζί με τον Νίκο Στρατάκη, τον Λεωνίδα Μπαλάφα και τον Δημήτρη Ζωγραφάκη. Πώς προέκυψε η συνάντηση αυτή;

«Ήταν μια ιδέα του Δημήτρη Ζωγραφάκη το να συμπράξουμε και οι τέσσερις. Ο Δημήτρης έχει γράψει τη μουσική και έχει κάνει την παραγωγή. Η ιδέα τού να γράψουμε στίχους αναφορικά με τον χρόνο ανήκει σ’ εμένα, αλλά το πολύ ιδιαίτερο είναι ότι ο καθένας μας έγραψε τους στίχους που τραγουδάει. Και μάλιστα, οι στίχοι γράφτηκαν εκείνη τη στιγμή, που μαζευτήκαμε όλοι μαζί στο στούντιο. Ανταλλάξαμε ιδέες, γύρω από ποιον άξονα θα κινηθούμε, και γράψαμε ο καθένας έναν στίχο για τον χρόνο. Έτσι φτιάχτηκε αυτό το κομμάτι, που βλέπω ότι έχει αγαπηθεί ιδιαίτερα».

Είστε αγαπητοί και όλοι οι συντελεστές, και ο Νίκος Στρατάκης με τον Δημήτρη Ζωγραφάκη και ο πολύ ταλαντούχος Λεωνίδας Μπαλάφας.

«Είμαστε φίλοι πρώτα απ’ όλα με τα παιδιά. Είναι η παρέα μου, τα φιλαράκια μου ουσιαστικά. Χάρηκα πολύ που ανταμώσαμε και το κάναμε όλο αυτό. Ελπίζω να μείνει και στον κόσμο, σε εμάς πάντως σίγουρα θα μείνουν οι στιγμές που δημιουργήσαμε. Είναι πολύ όμορφο να συμπράττεις με ανθρώπους που έχεις αγαπηθεί».

Μα αυτό δεν είναι που μας έχει απομείνει, οι φίλοι μας; Η δισκογραφία δυστυχώς έχει καταρρεύσει.

«Δισκογραφία με τον έννοια που την ξέραμε, δεν υπάρχει πια. Όσο κι αν έχουν μείνει λίγοι μερακλήδες που θέλουν ακόμα να αγοράσουν το βινύλιο ή το CD, τίποτα δεν θυμίζει το πώς ήταν τα πράγματα πριν από 15 χρόνια. Βέβαια, υπάρχουν κάποια Μέσα για να επικοινωνήσεις τη μουσική σου. Όλο αυτό το ψηφιακό ναι μεν είναι καλό γιατί ταξιδεύει γρήγορα η μουσική και μπορεί να πάει παντού, όμως χάνει λίγο τη μαγεία της. Με τους δίσκους ήταν πολύ διαφορετικά, ήταν ιεροτελεστία. Από τις κασέτες ακόμα, και φυσικά με το βινύλιο και το CD, η χαρά μου ήταν να το ανοίξω, να διαβάσω μέσα τι γράφει, να το ακούσω, να το ξανακούσω. Όλη αυτή η διαδικασία σε έκανε να ζεις πραγματικά τη δουλειά του καλλιτέχνη. Τώρα, ενώ μπορεί να ακούσω κάτι που να μου αρέσει, χάνεται μέσα στα υπόλοιπα, σε όλο αυτό το χάος που έχει δημιουργηθεί».

Το ενδιαφέρον πάντα στους δίσκους είναι ότι αποτυπώνουν μια συγκεκριμένη περίοδο του καλλιτέχνη, ένα χρόνο, δύο χρόνια από τη ζωή του, που έχει κάθε φορά κάτι νέο να πει. Η καινούργια σου δουλειά τι θεωρείς ότι αποτυπώνει στη δισκογραφική σου πορεία;

«Εγώ είμαι ένας παρατηρητής, δεν μπορώ να με περιγράψω αλλιώς. Παρατηρώ τι συμβαίνει γύρω μου, αφορμή μπορεί να είναι μια ιστορία που θα μου πεις εσύ ή κάτι που θα συμβεί, που θα παρατηρήσω. Το μετουσιώνω σε μουσική γιατί βρίσκω διέξοδο εκεί. Κάτι πρέπει να με πειράξει, να με τσιγκλήσει, για να το κάνω τραγούδι και να το βγάλω από μέσα μου. Είναι κάτι σαν εξομολόγηση, δεν μπορώ να το περιγράψω ακριβώς. Η νέα μου δουλειά περιέχει ακριβώς αυτό, είναι οι παρατηρήσεις μου των τελευταίων χρόνων. Μετά το “Μωσαϊκό” που κυκλοφόρησε το 2014, είναι η πρώτη ολοκληρωμένη δουλειά μου που βγαίνει, 7 χρόνια μετά. Οπότε το άλμπουμ περιλαμβάνει τις παρατηρήσεις αυτών των 7 χρόνων».

Σε σχέση με το «Μωσαϊκό», ο ήχος είναι διαφορετικός;

«Είναι πιο δυτικότροπες οι ενορχηστρώσεις, οι οποίες διασταυρώνονται με τα παραδοσιακά όργανα της χώρας μας, με πολύ σεβασμό. Δίνουν έναν ηλεκτρισμό και ταυτόχρονα ένα ταξίδι μέσα στη χώρα μας. Έχει από κρητικά τραγούδια, μπλουζ και τσάμικα μέχρι μπαλάντες και έντονες στιγμές ροκ ηλεκτρισμού. Έχω προσπαθήσει να τα εναρμονίσω όλα αυτά μεταξύ τους για το τελικό αποτέλεσμα. Μέχρι τα Χριστούγεννα θεωρώ πως θα έχουμε ένα ακόμη δείγμα - το τραγούδι μου “Κορώνα-γράμματα” με τη συμμετοχή του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, που κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 2019, ανήκει σε αυτή τη δουλειά, όπως και το τραγούδι “Δυο” που τραγουδήσαμε μαζί με τον Παντελή Κυραμαργιό και τον Αργύρη Λούλατζη».

Αυτός ο πιο δυτικότροπος ήχος του νέου άλμπουμ προέρχεται από δικά σου ακούσματα; Είναι ένας ήχος που τον εμπεριέχεις;

«Ναι, καθαρά. Είναι πράγματα που χρησιμοποιώ και στο live μου και προσπαθώ να τα μεταφέρω και στον δίσκο».

Έχει πάντα αξία αυτό, ένα άλμπουμ να αποτυπώνει το ιδιαίτερο μείγμα ενός καλλιτέχνη.

«Είναι πολύ σημαντικό αυτό, βέβαια πολλές φορές λειτουργεί και σαν παγίδα. Κάνοντας ένα άλμπουμ, μπορεί να σε ενδιαφέρει να βρεις τον ήχο σου και να μείνεις σε αυτόν. Εγώ δεν το κάνω αυτό, θέλω πάντα να ψάχνομαι και να πηγαίνω παρακάτω. Όπως το βλέπω εγώ, το άλμπουμ “Χτίζω ανέμους” είναι η εξέλιξη του προηγούμενου, δηλαδή αν έφτιαχνα τώρα τα τραγούδια του “Μωσαϊκού” θα τα έκανα όπως μου αρέσει να τα ακούω εγώ. Δεν κάνω δίσκο για να αρέσει, κάνω δίσκο για να μ’ αρέσει».

Ίσως αυτό είναι ένα θετικό αντιστάθμισμα στο ότι η δισκογραφία δεν ορίζεται πλέον από τις εταιρείες και τους παραγωγούς. Ο σημερινός καλλιτέχνης έχει περισσότερη ελευθερία.

«Έχει μεγάλη σημασία η ελευθερία, βέβαια είναι σημαντικό και να ακούς. Πολλές φορές έχω χρησιμοποιήσει συμβουλές από φίλους μου που εμπιστεύομαι, πρέπει να έχεις τα μάτια και τα αυτιά σου ανοιχτά σε προτάσεις και ιδέες. Αυτό που είχαν οι σοβαροί παραγωγοί της δισκογραφίας, σου έλεγαν κάτι και συχνά είχαν δίκιο. Καλό είναι να ακούς, χωρίς να επηρεάζεσαι άμεσα όμως. Ο καθένας έχει το δικό του αισθητήριο, αλλά αυτό που θα βγει στο τέλος θα πρέπει να αρέσει πρώτα σ’ εσένα».

Θεωρείς ότι η σκηνή είναι ο φυσικός σου χώρος;

«Νιώθω πιο καλά στη σκηνή παρά στο στούντιο. Έχει την ομορφιά του και αυτό, το να χτίζεις κάτι και να φτάνεις σε ένα όμορφο αποτέλεσμα. Πολλές φορές δεν το πιστεύεις κιόλας, λες εμείς το φτιάξαμε αυτό; Η σκηνή όμως έχει μαγεία τρομερή, έχει αυτό το δέσιμο με τον κόσμο, την ανταλλαγή συναισθημάτων που γίνεται, δεν περιγράφεται».

Πώς νιώθεις που άνοιξαν και πάλι οι σκηνές;

«Αν εξαιρέσεις κάποια live που κάναμε το καλοκαίρι, εμείς έχουμε να παίξουμε κοντά στα 2 χρόνια. Μαζευόμασταν δηλαδή στο στούντιο μόνο για πάρτη μας, για να παίξουμε. Κάναμε και κάποια live streaming το προηγούμενο διάστημα, αλλά στην ουσία δεν παίξαμε. Τώρα ξεκινάμε γιατί νιώθουμε πραγματικά την ανάγκη να παίξουμε. Δεν μας αρέσει που δεν μπορούμε να παίξουμε για όλους, υπάρχουν φίλοι μας που δεν θα μπορέσουν να έρθουν να μας ακούσουν. Όμως, έχουμε ανάγκη να το κάνουμε, είμαστε 2 χρόνια άπραγοι ουσιαστικά. Το συζητήσαμε με τα παιδιά για τη στάση που έπρεπε να έχουμε στον χώρο, αλλά πόσο ακόμα; Δεν φαίνεται να τελειώνει όλο αυτό».

Και δεν ξέρω αν μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι ότι θα τελειώσει σύντομα.

«Σαν άνθρωπος είμαι αισιόδοξος, αλλά κρατάω μικρό καλάθι. Έχουμε πέσει σε μία λούμπα επαναλαμβανόμενη και κανείς δεν ξέρει πώς θα εξελιχθεί όλο αυτό. Θέλω να πιστεύω ότι θα μπορέσουμε να συνεννοηθούμε επιτέλους για το τι πρέπει να κάνουμε για να τελειώσει όλο αυτό. Βλέπω στον χώρο τον δικό μας μια μεγάλη μερίδα μουσικών, τρομερών μουσικών, οι οποίοι έχουν αλλάξει επάγγελμα. Και μιλάμε για μια γενιά μουσικών καταρτισμένων, παιδιά που αναγκάζονται να κάνουν μια άλλη δουλειά. Αυτό είναι πολύ σοβαρό».

Αν προσθέσεις μάλιστα σε αυτό και το οικονομικό ζήτημα, ότι όλο και λιγότερα παιδιά ασχολούνται με τη μουσική επειδή οι γονείς τους δεν μπορούν να τους αγοράσουν μουσικά όργανα και να τα γράψουν στα ωδεία...

«Ακριβώς. Είχα διαβάσει σε μια αγγλική εφημερίδα ότι το αντίστοιχο υπουργείο Πολιτισμού της Αγγλίας προέτρεπε τους μουσικούς να κάνουν κάποια άλλη δουλειά, με ατάκες του τύπου “Ο Γιώργος είναι μουσικός γιατί δεν ξέρει ακόμα ότι είναι τεχνικός υπολογιστών”. Είναι τραγικό».

Μου θυμίζει αυτό που συχνά λένε κάποιοι γονείς, «καλή η μουσική, αλλά βρες μια κανονική δουλειά».

«Δυστυχώς. Εγώ όλο αυτό το είχα αντιμετωπίσει παλαιότερα. Κάποια στιγμή, με άγχωσε πάρα πολύ το θέμα τού να ζήσω μέσα από τη μουσική. Έβλεπα ότι έπρεπε να κάνω πολλές εκπτώσεις και όλο αυτό που ονομάζεται μουσική, που για μένα ήταν πάντα το παιδικό μου παιχνίδι, είχε γίνει κάτι που με περιόριζε, με άγχωνε και μου ήταν αντιπαραγωγικό. Σταμάτησα να παίζω για χρόνια, ενώ γνώριζα μεγάλη επιτυχία στην Κρήτη. Το πήρα αλλιώς, κάνοντας άλλα πράγματα, ακόμα πιο κοντά στη μουσική. Δεν είναι όμως το ίδιο με ένα παιδί που είναι, αυτή τη στιγμή, από μικρό στη μουσική, έχει σπουδάσει πάνω σ’ αυτό και έχει επενδύσει σε αυτό όλα τα όνειρά του για το μέλλον, το να μην μπορεί να ζήσει πλέον από αυτό».

Μετά την παύση που έκανες, πόσο διαφορετικός επέστρεψες στη μουσική σου και τι είναι αυτό που σε κάνει σήμερα να ξέρεις ότι είσαι στον σωστό δρόμο για σένα;

«Το γεγονός ότι παρουσιάζω τα πράγματα ακριβώς όπως τα θέλω εγώ. Αυτό από μόνο του με κάνει να νιώθω καλά με αυτό που κάνω. Και άξιζε τον κόπο. Τρία χρόνια μελέτησα, έγραψα πολύ. Σου το λέω ξανά, δεν κάνω τραγούδια για να αρέσουν, αλλά για να μου αρέσουν. Αυτό νομίζω ότι έχει υποχρέωση να κάνει ο καλλιτέχνης. Όταν κάνεις τραγούδια για να πετύχεις, συνήθως αυτά είναι εφήμερα. Και με τα εφήμερα δεν βγαίνει τίποτα».

  • Το 2020mag.gr είναι Χορηγός Επικοινωνίας του live του Γιώργου Νικηφόρου Ζερβάκη στο Club του Σταυρού του Νότου την Παρασκευή 10 Δεκεμβρίου. Μείνετε συντονισμένοι στα social media του 2020mag.gr για ειδικές κληρώσεις προσκλήσεων.

Επικοινωνία: zuma communications

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ