28ες Νύχτες Πρεμιέρας: Το «Σπίτι της Σουζάνα» και το ανατριχιαστικό «Βραχονήσι»

Από το Διεθνές Διαγωνιστικό και το Διεθνές Διαγωνιστικό Ντοκιμαντέρ, δύο ιδιαίτερες ταινίες που διεκδικούν το βραβείο στις 28ες Νύχτες Πρεμιέρας και φιλοδοξούν να παρουσιάσουν την εικόνα ενός σινεμά που αγκαλιάζει και ταυτόχρονα ανατριχιάζει.

28ες Νύχτες Πρεμιέρας: Το «Σπίτι της Σουζάνα» και το ανατριχιαστικό «Βραχονήσι»
ΠΡΟΒΟΛΗ

Οι δύο παρακάτω ταινίες, που εύλογα βρίσκονται στο φετινό πρόγραμμα του φεστιβάλ, μπορεί να μην αποτελούν το κινηματογραφικό ντεμπούτο των δημιουργών τους, ωστόσο αποτελούν σίγουρα μια επιπλέον υπογραφή στην άποψη ότι διοργανώσεις όπως αυτή των Νυχτών Πρεμιέρας γίνονται με στόχο να έρχεται το κοινό σε επαφή, έστω και φευγαλέα ή τυχαία, με τέτοια μοναδικά έργα που ξεχωρίζουν για την πρόθεση και τα κρυμμένα νεύρα στα οποία στοχεύουν.

Το Σπίτι της Σουζάνα (Casa Susanna)

Σκηνοθεσία: Σεμπαστιάν Λιφσίτς

Έχοντας διαβάσει για την ιστορία του «Σπιτιού της Σουζάνα», δεν θα μπορούσα να μην παρευρεθώ στην προβολή του συγκεκριμένου ντοκιμαντέρ, που σκηνοθετεί ο Γάλλος Sébastien Lifshitz, το οποίο, μετά την πρεμιέρα του στα φεστιβάλ της Βενετίας και του Τορόντο, ήρθε να παρουσιαστεί και στο αθηναϊκό σινεφίλ κοινό μέσα από τις 28ες Νύχτες Πρεμιέρας ως «η πιο απαραίτητη queer ταινία της χρονιάς», σύμφωνα με το πρόγραμμα.

Σε μια εποχή που ο κόσμος μας έχει αρχίσει και πάλι να αδιαφορεί για τα τρανς άτομα γύρω μας, ο Γάλλος σκηνοθέτης μας παρουσιάζει το “Casa Susanna”, μια αναδρομή στην ιστορία της ομότιτλης βίλας κάπου στην εξοχή της Νέας Υόρκης, όπου πριν από 60 χρόνια διάφοροι άνδρες μαζεύονταν εκεί τα σαββατοκύριακα βρίσκοντας καταφύγιο και εξωτερικεύοντας τη θηλυκότητα μέσα τους, μακριά από τις κοινωνικές συμβάσεις της μεγάλης πόλης. Πολλοί από αυτούς ήταν οικογενειάρχες και αυτοπροσδιορίζονταν ως ετεροφυλόφιλοι, άλλοι ως μη συμμορφούμενοι με τις νόρμες των φύλων, άλλοι ως παρενδυτικοί, ενώ άλλοι μελλοντικά προχώρησαν σε φυλομετάβαση. Η ιστορία έγινε γνωστή χάρη σε ένα κουτί από ξεχασμένες polaroid που βρέθηκε στην υπαίθρια αγορά της Νέας Υόρκης, φέρνοντας στο φως το «μυστικό» γνωστών και μη Αμερικανών ανδρών.

Το φιλμ αυτό λειτουργεί ως η επιστροφή σε έναν κρυμμένο κόσμο, όπου οι κατατρεγμένοι και φοβισμένοι μπόρεσαν, έστω για λίγο, να νιώσουν τι θα πει ελευθερία και αποδοχή. Χάρηκα πολύ που είδα το Άστυ γεμάτο από διαφορετικούς ανθρώπους να παρακολουθούν με ενδιαφέρον την εξιστόρηση μέσα από προσωπικές μαρτυρίες, αλλά και το πολύτιμο φωτογραφικό υλικό μιας εποχής που μοιάζει σήμερα τόσο μακρινή.

Η καθαρά ανθρώπινη, καθόλου παρελκυστική, προσέγγιση του Lifshitz μετατρέπει κάθε αίσθημα απομόνωσης και μοναξιάς σε μια ζεστή αγκαλιά και φανερώνει την ανάγκη που έχουμε όλοι να νιώσουμε ότι κάπου υπάρχει ένα «σπίτι» για εμάς. Με ξεχωριστό τρόπο θαυμάζει το θάρρος των γυναικών αυτών, εκφράζοντας την κοινή απορία με την οποία αποχωρήσαμε όλοι από την αίθουσα, αμέσως μετά το τέλος της προβολής: «Γιατί η κοινωνία να σου φορτώνει ακόμα περισσότερα από αυτά που μπορείς να διαχειριστείς, αντί να γίνει λίγο πιο ανεκτική κι ανοιχτή στο να σε αποδεχτεί;».

Βραχονήσι (Enys Men)

Σκηνοθεσία: Μαρκ Τζένκιν

Επιθυμώντας να φτιάξει πάλι κάτι μοναδικό για την πατρίδα του, την Κορνουάλη (αυτή τη φορά με χρώμα), ο Mark Jenkin, ακόμα κι αν δεν καταφέρνει να μας δώσει μια ατόφια ταινία τρόμου της δεκαετίας του 1970, όπως την κατηγοριοποιούν πολλοί από εδώ κι από εκεί, τουλάχιστον την έχει σχεδιάσει έτσι, ώστε να θυμίζει κατά πολύ στη συγκεκριμένη περίοδο. Γυρισμένο σε φιλμ 16 χιλιοστών, με εντυπωσιακές κόκκινες αποχρώσεις και αποδόσεις του ήχου, το «Βραχονήσι» (Enys Men) σού προκαλεί περίεργα συναισθήματα.

Αψηφώντας κάπως τις γνωστές αφηγηματικές συμβάσεις, η ταινία ακολουθεί την ιστορία μιας εθελόντριας, η οποία βρίσκεται σε ένα μικρό, έρημο και βραχώδες νησί κάπου στα ανοιχτά της Κορνουάλης με αποστολή να παρατηρήσει και να καταγράψει το πώς επηρεάζεται ένα σπάνιο είδος λευκών λουλουδιών από τις τοπικές περιβαλλοντικές συνθήκες. Μιλάμε για πολύ αργό σινεμά, αφού παρακολουθούμε τη γυναίκα αυτή να επαναλαμβάνει τα ίδια ρουτινιάρικα πράγματα, όπως το να σημειώνει τη φράση «καμία αλλαγή» μέρα τη μέρα, στο σημειωματάριό της.

Μπορεί να φαίνεται ολομόναχη στο νησί αυτό, ίσως όμως και να μην είναι, αφού σύντομα κάνουν φανερή την παρουσία τους διάφοροι περίεργοι ήχοι και φαντάσματα. Δεν είναι μια ταινία που απευθύνεται σε όλους, ωστόσο έχει δόσεις ανατριχίλας, φολκ διάθεση και, ακόμα κι αν πολλοί κουράστηκαν από την παρακολούθησή της, θα έλεγε κανείς πως είναι ένας άλλος κόσμος στον οποίο έχει ο θεατής την ευκαιρία να βυθιστεί, και που σίγουρα θα τον στοιχειώσει με τον έναν ή τον άλλο τρόπο.

Δείτε το πρόγραμμα προβολών του φεστιβάλ.

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ