Σπύρος Ιακωβίδης: «Το ελληνικό κοινό θα επιστρέψει στον κινηματογράφο με καθαρές, σύγχρονες ιστορίες»

Το πολυβραβευμένο Black Stone του Σπύρου Ιακωβίδη βγαίνει αυτή την εβδομάδα στους θερινούς κινηματογράφους και ο σκηνοθέτης μίλησε στη Ρεγγίνα Ζερβού τόσο για την ταινία και τους πρωταγωνιστές της όσο και για τον αναβαθμισμένο -όπως τον χαρακτηρίζει- ελληνικό κινηματογράφο της μετα-Covid εποχής.

Σπύρος Ιακωβίδης: «Το ελληνικό κοινό θα επιστρέψει στον κινηματογράφο με καθαρές, σύγχρονες ιστορίες»
ΠΡΟΒΟΛΗ

Μετά από μια θριαμβευτική παρουσία στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης -βραβείο Κοινού Καλύτερης Ελληνικής Ταινίας και βραβείο Κοινού στο διαγωνιστικό τμήμα Meet the Neighbors, μαζί με το βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Σκηνοθέτη (ΕΚΚ) και το βραβείο Επιτροπής Νεότητας- και σε άλλα διεθνή φεστιβάλ και εφτά υποψηφιότητες για τα βραβεία Ίρις της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου 2023, το Black Stone του Σπύρου Ιακωβίδη βγαίνει αυτή τη βδομάδα στους θερινούς κινηματογράφους. Στρατηγική επιλογή, καθώς στη μετα-Covid εποχή ο θερινός κινηματογράφος έχει πάρει, σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, μια άλλη διάσταση, έχει αναβαθμιστεί.

«Και ταιριάζει και με το στυλ της ταινίας ο θερινός», συνεχίζει. Το Black Stone θα μπορούσε κάποιος αβασάνιστα να το περιγράψει συνοπτικά ως μια σύγχρονη κωμικοτραγωδία ηθών. Ο μεγάλος γιος, ο δημόσιος υπάλληλος, εξαφανίζεται γιατί έχει καταχραστεί χρήματα και μένει μόνη η μάνα με τον ανάπηρο, μικρότερο γιο να τα βγάλει πέρα. Μέχρι που εμφανίζεται ως από μηχανής Θεός ο Μιχάλης, ένας ταξιτζής με καταγωγή από την Γκάνα, και παίρνει την κατάσταση στα χέρια του.

Η ταινία στέκεται επάξια στο ύψος των παλιών μεγαθηρίων του ελληνικού ασπρόμαυρου κλασικού κινηματογράφου, ώμο με ώμο με ταινίες που βλέποντας τες ξεραθήκαμε από τα γέλια και καταλάβαμε ταυτόχρονα τόσα πράγματα για τούτο δω το αλωνάκι και τους ανθρώπους του.

Ο Σπύρος Ιακωβίδης στο 20/20

- Η ταινία στη Θεσσαλονίκη πήρε μεταξύ άλλων και δυο βραβεία κοινού.

Ναι. Κι αυτά είναι χρυσά βραβεία.

- Η καλή κωμωδία φαίνεται πως λείπει.

Γιατί είναι το πιο δύσκολο είδος. Ξεκάθαρα. Και στις προηγούμενες δουλειές μου υπάρχει έντονα το στοιχείο του μαύρου χιούμορ. Αυτό που με ενδιαφέρει όμως πολύ είναι ο συνδυασμός του χιούμορ και του δράματος. Δεν ξέρω αν θα έκανα ποτέ straight κωμωδία. Θέλω να γελάσεις αλλά θέλω και να σκεφτείς, θέλω να συγκινηθείς, με ενδιαφέρουν όλα αυτά τα συναισθήματα. Το Black Stone δεν είναι μια καθαρή κωμωδία, είναι μια δραμεντί που λέμε εδώ, ένα tragicomedy. Ο βασικός χαρακτήρας μας είναι ένας τραγικός χαρακτήρας, η ιστορία της είναι τραγική και το τέλος της είναι τραγικό. Άλλο αν αυτό σπάει με το αστείο των καταστάσεων και της ελληνικής πραγματικότητας. Αυτός ο συνδυασμός έχει ενδιαφέρον, πως θα λειτουργήσει προς το κοινό; Δεν το ξέρεις ποτέ από πριν.

Στο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης ήταν εντυπωσιακές οι αντιδράσεις του κοινού. Έβγαιναν από την αίθουσα με ένα γλυκόπικρο συναίσθημα, πολύ όμορφο.

- Είναι μια ταινία που μιλάει για πολύ σοβαρά πράγματα με ευχάριστο, ανάλαφρο τρόπο. Μιλάει για τη διαφορετικότητα, για την αναπηρία, για τον Ξένο. Είναι ξεκάθαρα μια αντιφασιστική ταινία.

Αυτό μου το λένε συνέχεια. Δεν ήταν όμως αυτός ο στόχος, δεν θέλαμε να κάνουμε μια αντιρατσιστική ταινία. Θέλαμε να μιλήσουμε για τους Μιχάληδες, γι’ αυτά τα παιδιά που είναι Ελληνοαφρικανοί, έχουν γεννηθεί εδώ, έχουν πάει σχολείο εδώ. Η ουσία αυτής της ταινίας για μένα είναι οι ρόλοι. Στις οικογένειες υπάρχουν ρόλοι που δίνονται και παίρνονται υποσυνείδητα. Κι ο Μιχάλης σ αυτή την ταινία προσπαθεί να πάρει ένα ρόλο που του δίνεται.

Στην ταινία βγαίνει ο ρατσισμός, ή μάλλον η ξενοφοβία. Δεν μου αρέσει η λέξη ρατσισμός. Πιστεύω πως οι Έλληνες δεν είναι ρατσιστές. Είναι ξενοφοβικοί. Κι έχει διαφορά αυτό. Υπάρχουν λαοί που είναι ρατσιστές ιστορικά και ιδεολογικά. Εμείς δεν είμαστε τέτοιος λαός. Είμαστε πάρα πολύ συντηρητικοί, πάρα πολύ παραδοσιακοί και ξενοφοβικοί. Μας τρομάζει οτιδήποτε καινούργιο.

Οπότε κάνω μια διαφοροποίηση. Υπάρχει και το αντιρατσιστικό - αντιξενοφοβικό στοιχείο μέσα, φυσικά, αλλά πιο πολύ μας ενδιαφέρει ο ρόλος που θέλει να πάρει ο Μιχάλης, που θέλει να ανήκει κάπου, και πάει και κολλάει στην οικογένεια της Χαρούλας. Του λείπει η μάνα του και η οικογένεια του, που έχουν γυρίσει στην Γκάνα, και ψάχνει να ικανοποιήσει αυτή την ανάγκη του και η Χαρούλα από την μεριά της πάει να υποκαταστήσει το γιο της που έφυγε με τον Μιχάλη και του δίνει το ρόλο αυτού που τη φροντίζει.

- Ο Μιχάλης -ο Κέβιν- είναι φοβερός. Έχει δώσει το στίγμα του στην ταινία.

Ο Κέβιν είναι περιπτωσάρα. Είναι τρομερά χαρισματικός μουσικός. Από την πρώτη φορά που τον είδα μου έκανε φοβερό κλικ. Κι ήταν μεγάλο ρίσκο, όπως κάθε φορά που επιλέγεις κάποιον που δεν είναι ηθοποιός. Και μας βγήκε καταπληκτικά γιατί είναι ευφυέστατος. Πήρε και ένα βραβείο στο Πανόραμα Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου και ήταν πολύ χαρούμενος. Είναι πολύ συγκινητικό όλο αυτό που συνέβη με τον Κέβιν.

- Και μιας και μιλάμε για τους ηθοποιούς, είχες και την Κοκκίδου που είναι λουλουδόκηπος.

Ναι, η Κοκκίδου είναι απίστευτη. Δεν μπορώ να φανταστώ ποια άλλη ηθοποιός θα μπορούσε να το κάνει έτσι όπως το έκανε η Ελένη. Έχει αυτό το χάρισμα της μεταμφίεσης. Δεν το ‘χουν  όλοι οι ηθοποιοί αυτό. Μερικοί είναι σαν δοχεία και μπορούν να αδειάσουν και να γίνουν ο χαρακτήρας που έχεις γράψει. Κι αυτό είναι μαγικό. Ένας από τους λόγους που μπορεί να το κάνει αυτό η Ελένη είναι επειδή δεν έχει καμία προσκόλληση με την εικόνα της. Άμα την δεις στην κανονική της ζωή δεν την ενδιαφέρει καθόλου πως ντύνεται, δεν κοιτιέται στον καθρέφτη. Αυτό βοηθάει γιατί μπορεί να γίνει κάτι άλλο. Η προσκόλληση των ηθοποιών στην εικόνα τους τους εμποδίζει στο να μεταμορφωθούν. Ήμουνα πολύ τυχερός και μ’ αυτήν και με όλο το καστ. Ήταν όλες καταπληκτικές επιλογές. Κι ο Κατσής, ο Λευτέρης….

- Ναι, πράγματι. Κι άλλο στοιχείο της ταινίας ήταν η αναπηρία που δε βγάζει όμως μιζέρια.

Πριν από χρόνια ήθελα να κάνω μια μικρού μήκους με κάποιους κωφούς, που δεν έγινε ποτέ. Μπήκα όμως σε ένα μικρόκοσμο ανθρώπων με αναπηρία και ήταν το πρώτο πράγμα που μου έκανε εντύπωση και το πρώτο πράγμα που μου είπαν όλοι. Ότι τους αντιμετωπίζουν σαν καρικατούρες, ότι τους λυπούνται. Και γι’ αυτούς είναι αβάσταχτο.

Το κράτησα αυτό όταν έγραφα το ρόλο του Λευτέρη. Πρέπει να καταλάβουμε ότι είναι άνθρωποι, δεν ορίζονται από την αναπηρία τους. Άπαξ και το καταλάβεις αυτό, αλλάζει όλη η οπτική σου. Κοιτάς κάποιον και βλέπεις μόνο το καροτσάκι. Θέλαμε να το σπάσουμε αυτό το στερεότυπο, να το καταστρέψουμε εντελώς. Είναι κι ο Κατσής εξαιρετικός ηθοποιός, απίθανος, οπότε κι εκεί έκατσε σωστά.

- Τι έχει να πει σήμερα ο ελληνικός κινηματογράφος σήμερα; Ποιες είναι η προοπτικές του;

Για μένα ο Λάνθιμος είναι μια πολύ σημαντική εξέλιξη για το ελληνικό σινεμά. Ξεκάθαρα μας έβαλε στο χάρτη κι αυτό, άσχετα αν αρέσουν ή όχι οι ταινίες του, άλλαξε πολλά πράγματα για το πώς γίνονται οι ταινίες. Υπάρχει τώρα ξαφνικά ενδιαφέρον για τις ελληνικές ταινίες από διεθνή φεστιβάλ. Αυτό επηρεάζει και τη χρηματοδότηση και όλα τα στάδια της παραγωγής.

Μεγαλώνοντας σ’ αυτή τη χώρα και παρακολουθώντας ελληνικό κινηματογράφο, ένιωθα πάντα ότι ο Έλληνας έχει μια κρίση ταυτότητας. Νομίζω ότι γενικώς ψάχνουμε την ταυτότητά μας, δεν ξέρουμε ακριβώς ποιοι είμαστε και τι θέλουμε, τι εκπροσωπούμε. Αυτό βγαίνει και στο σινεμά. Αυτό σιγά σιγά αρχίζει να αλλάζει. Έχουν απομυθοποιηθεί διάφορες ταυτότητες που παίρναμε και αρχίζει να διαμορφώνεται κάτι που αποτυπώνεται στο ότι βγαίνουν τώρα αρκετές καλές ελληνικές ταινίες.

Όταν είδα το Digger τρελάθηκα. Βγήκα από την αίθουσα με ένα πολύ όμορφο συναίσθημα. «Ναι» είπα. «Αυτό!» Πόσες φορές το έχεις νιώσει αυτό με ελληνικές ταινίες; Όχι πολλές. Όταν έχεις μια αυτογνωσία, όταν ξέρεις ποιος είσαι, αρχίζεις να ασχολείσαι με θέματα που αφορούν πραγματικά αυτό που είσαι. Όταν δεν έχεις ταυτότητα, λες ιστορίες για ανθρώπους και πράγματα που τελικά δεν είναι κοντά σου, και κατ’ επέκταση δεν είναι κοντά και στο κοινό.

Δεν νομίζω ότι υπάρχουν καλά και κακά κοινά. Το κοινό αντιδράει σ’ αυτό που του προσφέρεις. Όταν έχουν γίνει αμέτρητες ταινίες που δεν το αφορούν καθόλου, είναι λογικό να μη συμμετέχει και να χάσει την εμπιστοσύνη του. Πολλοί συνάδελφοι λένε: «α, το κοινό είναι απαίδευτο και βλέπει μόνο τηλεόραση». Προφανώς παίζει ρόλο και αυτό, είναι ένα κοινό στην πλειοψηφία του τηλεοπτικό, τα στάνταρ είναι πολύ χαμηλά, αλλά δεν μπορείς να τους πετάξεις το μπαλάκι.

Πολύ λίγες ταινίες έχουν ασχοληθεί, έχουν πιάσει την ελληνική πραγματικότητα. Την έπιασε ο Οικονομίδης και πάθαμε όλοι σοκ. Ήταν μια επανάσταση ο Οικονομίδης. Έπιασε την ελληνική επαρχιώτικη ψυχοσύνθεση. Και την έβγαλε έξω. Έχει μεγάλη σημασία να είσαι κοντά σε αυτό που πραγματικά είσαι και να μη φαντασιώνεσαι πως είσαι άλλα πράγματα που τελικά δεν είσαι. Μπορεί οι ταινίες του να μην έκαναν το γύρο του κόσμου, όπως του Λάνθιμου, αλλά αυτό εμένα δεν με πειράζει. Έπιασε για πρώτη φορά τη σημερινή πραγματικότητα. Αυτό δεν είχε ξαναγίνει, ή δεν είχε ξαναγίνει σωστά, ειλικρινά. Είναι χρυσάφι αυτό. Αυτός μας έβαλε στο χάρτη εδώ μέσα, στην Ελλάδα. Οικονομίδης και Λάνθιμος είναι χρυσάφι, ο καθένας με τον τρόπο του. Στην ουσία, ο Κυνόδοντας διαπραγματεύεται το ίδιο θέμα με το Black Stone: την ελληνική οικογένεια. Και ο Λάνθιμος το προσεγγίζει με πολύ εύστοχο τρόπο.

Κι η απάντηση στο αιώνιο ερώτημα: πώς θα επιστρέψει το ελληνικό κοινό στους κινηματογράφους; Με καθαρές, σύγχρονες ιστορίες. Δεν θέλει πια ταινίες για τον εμφύλιο. Είναι το αντικείμενο μιας άλλης γενιάς. Οι νεότερες γενιές θέλουν να δουν ταινίες που αφορούν τη δική τους πραγματικότητα. Και είναι σημαντικό αυτό. Τέλος, υπάρχει και το χιούμορ. Μπορείς να μιλήσεις για τα πιο σημαντικά πράγματα με χιούμορ. Το χιούμορ κάνει πιο προσβάσιμη την ιστορία σου στο κοινό. Το χιούμορ στη ζωή κάνει θαύματα, σπάει τα τείχη. Πρέπει να γίνονται δραματικές ταινίες, αλλά πρέπει να γυρίζονται και κωμωδίες. Είναι δύσκολο αλλά δεν είναι αδύνατον.


Black Stone Trailer | EN Subs

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ