«Τρωάδες» του Χρήστου Σουγάρη: Μια πρωτότυπη ιδέα που μένει μετέωρη (θεατρική κριτική)

Οι «Τρωάδες» του Ευριπίδη είναι, πλέον, must της καλοκαιρινής θεατρικής σεζόν. Η Ανδριάνα Τσιότσιου παρακολούθησε την παράσταση από το ΚΘΒΕ, σε σκηνοθεσία Χρήστου Σουγάρη, στο κατάμεστο Θέατρο Δάσους της Θεσσαλονίκης.

«Τρωάδες» του Χρήστου Σουγάρη: Μια πρωτότυπη ιδέα που μένει μετέωρη (θεατρική κριτική)
ΠΡΟΒΟΛΗ

Δεύτερη και τελευταία παράσταση, τα παρκαρισμένα οχήματα έφταναν έως τον αυτοκινητόδρομο…

Μετά τα όσα ακούστηκαν για την πρεμιέρα, περί φασαρίας, το γειτονικό μπαρ φάνηκε να συμμορφώνεται χαμηλώνοντας τη μουσική του. Οι ηθοποιοί, «οπλισμένοι» με χειλόφωνα, βοήθησαν στην προσπέλαση των όποιων εμποδίων... «Συγκλονιστική παράσταση» διαβάσαμε αλλού…

Ο Χρήστος Σουγάρης τόλμησε να εφαρμόσει τη μοντέρνα ματιά του σκηνοθετώντας το σπουδαίο έργο, που όσα χρόνια και αν περάσουν, θα είναι πάντα επίκαιρο, μιλώντας για την ανθρώπινη αλαζονεία, την κτηνωδία του πολέμου και τα θύματα. Τα σκηνικά και τα σύγχρονα, χρωματιστά -πράγμα σπάνιο σε μία τραγωδία- κοστούμια του χορού, από την Ελένη Μανωλοπούλου, η οποία, κάνοντας μία αυτοαναφορά, χρησιμοποίησε δημιουργίες από προηγούμενες δουλειές της, όπως το καρτοτηλέφωνο («Εχθροί, μια ερωτική ιστορία», ΚΘΒΕ, 2023), που εδώ χρησιμοποιήθηκε ως «από μηχανής θεός» (μέσω αυτού επικοινωνεί η Αθηνά) αλλά και ως πομπός του τελικού παραγγέλματος της αναχώρησης, που μένει μετέωρο, καθώς και οι συναισθηματικές αλλά όχι πομπώδεις ερμηνείες, ήταν μερικά μόνο από αυτά τα σύγχρονα στοιχεία. Την επιλογή αυτή ενίσχυσε η μετάφραση του Θεόδωρου Στεφανόπουλου.

Ο συλλογικός χαρακτήρας της Αθηνάς, επιλογή που έχουμε ξαναδεί (ΚΘΒΕ, σκην. Γιάννης Παρασκευόπουλος, 2020), με τα καλυμμένα πρόσωπα, τα ουδέτερα, μονόχρωμα κοστούμια και την φιλτραρισμένη φωνή, μοιάζει, αυτή τη φορά, ακόμα πιο απειλητική και ανεπηρέαστη. Από την παράσταση δεν έλειψε ο πιστός στο κείμενο, σαρκασμός, κατά τη συνάντηση της Ελένης και του Μενέλαου («πήρε, μήπως, βάρος;»).

Ο Αλέξανδρος Μπουρδούμης αποδείχθηκε καλύτερος απ’ ό,τι τον έχουμε συνηθίσει στους ανάλαφρους τηλεοπτικούς ρόλους του, ως Μενέλαος, ενώ η Κλειώ-Δανάη Οθωναίου, με το εκθαμβωτικό της φόρεμα και την υπεροπτική της ερμηνεία, απέδωσε την κωμική αποτύπωση της Ελένης, αυτού του άλλοτε τραγικού «αδειανού πουκαμίσου» από τον Ευριπίδη.

Ο Δημήτρης Πιατάς, στον ρόλο του αγγελιαφόρου Ταλθύβιου, υπήρξε το αποστασιοποιημένο «τσιράκι» των κατακτητών που πάντα δηλώνει ότι συμπονά τους αδύναμους αλλά εκτελεί εντολές. Ο Αντώνης Καφετζόπουλος, με τη χαρακτηριστική παρουσία, απέδειξε για άλλη μία φορά ότι είναι πολύ καλός τόσο σε κωμικούς και όσο και σε τραγικούς ρόλους. Σε ορισμένα σημεία του μονολόγου του θα ήταν καλό να δοθεί περισσότερη προσοχή στο πάντρεμα με τη δράση ώστε να αποφευχθεί η επιτελεστικότητα.

Μια από τις πιο σύγχρονες και πλήρεις ερμηνείες, ήταν εκείνη της Μαρίας Διακοπαναγιώτου με στοιχεία από το θέατρο της σκληρότητας (χορός, κραυγές και χειρονομίες που εκφράζουν την ψυχική κατάσταση), στον δύσκολο ρόλο της Κασσάνδρας –άλλα εκφράζει και άλλα αισθάνεται- η οποία, φορώντας νυφικό και χορεύοντας εκστατικά, βίαια και λυτρωτικά σχεδόν, γιορτάζει τον επικείμενο γάμο της. Αυτή που είχε ταχθεί ιέρεια του Απόλλωνα. Την ίδια στιγμή, προμηνύει όλα τα δεινά που θα φέρει ο ερχομός της στο σπίτι του Αγαμέμνονα. Εδώ, ο σκηνοθέτης κάνει ένα ενδιαφέροντα παιχνίδισμα με τη βοήθεια των φωτισμών του Αλέκου Αναστασίου και την κίνηση της ηθοποιού, που «ανακατεύοντας» (τη μοίρα του Ατρείδη) δημιουργεί μια ψηλόλιγνη, φρικιαστική και δυσοίωνη σκιά.

Μια παράσταση με ρεαλιστικές και βαθιά ανθρώπινες ερμηνείες, φωτεινά παραδείγματα των οποίων στάθηκαν η σπουδαία Ρούλα Πατεράκη στον απαιτητικό ρόλο της Εκάβης, που με το ταλέντο και την εμπειρία της απέδωσε με επιτυχία τη χτυπημένη από τη μοίρα γυναίκα, αφήνοντας στην άκρη την ιδιότητα της (έκπτωτης) Βασίλισσας, αποδεικνύοντας ποια είναι τελικά η πραγματική φύση του ανθρώπου, με την οποία επιλέγει να πορεύεται στις πιο δύσκολες συνθήκες και η εξαιρετική Μαρίζα Τσάρη ως δραματική φιγούρα της Ανδρομάχης που θρηνεί, έχοντας χάσει τα πάντα, έως ότου συνειδητοποιήσει ότι δεν έχει πια τίποτα να ελπίζει. Η Ρούλα Πατεράκη, στον ρόλο που την οδηγεί, για πρώτη φορά ως ηθοποιό, στην Επίδαυρο (έχει σκηνοθετήσει στο αρχαίο Θέατρο) θα μπορούσε να φροντιστεί περισσότερο ώστε να μην λαχανιάζει επάνω στη σκηνή, τρέχοντας εναγωνίως ως Εκάβη.

Καταχειροκροτήθηκε η μουσική του Στέφανου Κορκολή, που, χαρακτηριστική του συνθέτη, κινήθηκε σε ελάσσονες τονικότητες και «έντυσε» σε ορισμένα σημεία την παράσταση, χωρίς να εμπλέκεται περισσότερο.

Ο Χρήστος Σουγάρης, δίνοντας έμφαση στους γυναικείους ρόλους, εισήγαγε πολύ ενδιαφέροντα και πρωτότυπα στοιχεία στην σκηνοθεσία ενός αρχαίου κειμένου, στοιχεία που τόση ανάγκη έχουμε ώστε να ανανεωθεί η θεατρική παραγωγή, τα οποία, εν τέλει, δεν αξιοποιούνται αρκετά. Ως αποτέλεσμα, παρόλο που έλειπε ο στόμφος, υπήρχε ασυνέπεια στη ροή της παράστασης που σε πολλά σημεία κούρασε το πολυάριθμο κοινό.

Εκτός από τους προαναφερθέντες ηθοποιούς, συμμετείχαν ως μέλη του χορού και του συλλογικού χαρακτήρα της Αθηνάς, που αποδείχθηκαν και από τα αρτιότερα σημεία της παράστασης, οι: Μαριάννα Αβραμάκη, Μελίνα Αποστολίδου, Λουκία Βασιλείου, Μομώ Βλάχου, Χαρά Γιώτα, Ηλέκτρα Γωνιάδου, Ζωή Ευθυμίου, Ηλέκτρα Καρτάνου, Εύη Κουταλιανού, Λωξάνδρα Λούκας, Χριστόφορος Μαριάδης,  Ελένη Μισχοπούλου, Χριστίνα Μπακαστάθη, Χρυσή Μπαχτσεβάνη, Μπέττυ Νικολέση, Πολυξένη Σπυροπούλου, Βιργινία Ταμπαροπούλου, Θεοφανώ Τζαλαβρά, Φωτεινή Τιμοθέου, Μάρα Τσικάρα. Την κίνηση των ηθοποιών επιμελήθηκε ο Ερμής Μαλκότσης.

Είναι πλέον γνωστό πως μια παράσταση με διάσημους ηθοποιούς δεν θα σταματήσει ποτέ να γεμίζει τις θεατρικές αίθουσες, πόσο μάλλον τα ανοιχτά θέατρα. Πολλές φορές όχι άδικα. Όμως, τι είναι αυτό που τελικά «συγκλονίζει» το θεατρικό κοινό; Είναι ελεύθερο να «συγκλονιστεί» με ό,τι το εκφράζει; Αυτά είναι μερικά από τα ερωτήματα που μένουν να απαντηθούν συν τω χρόνω.

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ