“Matria”: Η ταινία του Álvaro Gago υμνεί τη γυναίκα και μας βοηθά να αντιληφθούμε τους μηχανισμούς της πατριαρχίας

Ο σκηνοθέτης της ταινίας “Matria”, Álvaro Gago, που ξεχώρισε στο Panorama του φεστιβάλ του Βερολίνου, βρέθηκε στην Αθήνα και τις 29ες Νύχτες Πρεμιέρας για να παρουσιάσει την ταινία του και μίλησε στον Ματθαίο Λεωνίδα για την ιστορία της ηρωίδας του, που είναι γραμμένη με τα μαύρα μελάνια της πατριαρχίας.

“Matria”: Η ταινία του Álvaro Gago υμνεί τη γυναίκα και μας βοηθά να αντιληφθούμε τους μηχανισμούς της πατριαρχίας
ΠΡΟΒΟΛΗ

Το πρωί γεμίζει μύδια σε τσουβάλια σε μια τράτα και, καθώς τα φορτώνει ένα ένα, διασκεδάζει τους νεαρούς συναδέλφους της με το χιούμορ της. Το βράδυ μεταμορφώνεται σε αυστηρή εργαζόμενη, επικεφαλής ενός συνεργείου καθαρισμού, δίνοντας εντολές και διασκεδάζοντας πάλι τις συναδέλφους της. Το “Matria” ακολουθεί τη ζωή της 42χρονης Ramona, η οποία μοιάζει να είναι εγκλωβισμένη σ' ένα βροχερό, παραθαλάσσιο χωριό της Γαλικίας, κρατώντας έναν ολόκληρο κόσμο στα χέρια της, που από στιγμή σε στιγμή κινδυνεύει να καταρρεύσει. 

Όταν η διοίκηση του εργοστασίου καθαρισμού αλλάζει χέρια και οι γυναίκες υπάλληλοι έρχονται αντιμέτωπες με την είδηση της μείωσης του μισθού τους, η Ramona είναι η μόνη που βρίσκει το θάρρος να εναντιωθεί στα αφεντικά, να τα βροντήξει όλα και να φύγει. Κι είναι αυτή η στιγμή που σηματοδοτεί έναν σκληρό αγώνα δρόμου, που μας ανατριχιάζει όλους. Κι ενώ τη βλέπουμε να μπαίνει απευθείας σε λειτουργία αναζήτησης εργασίας και να εξαντλεί τα όριά της, μια μέρα συνειδητοποιεί για πρώτη φορά το τι σημαίνει να ζεις επιτέλους για τον εαυτό σου. Μετά από πολλά χρόνια στο ρόλο της μητέρας, της συντρόφου, της εργαζόμενης, αντιλαμβάνεται πως ήρθε η στιγμή να κάνει κάτι για εκείνη.

Ο γαλικιανής καταγωγής σκηνοθέτης, μοντέρ και σεναριογράφος Álvaro Gago μας παρουσιάζει μια έντονη ταινία, το μεγάλου μήκους σκηνοθετικό του ντεμπούτο, η οποία συνιστά μια πολύ πειστική απεικόνιση του τι θεωρούμε σήμερα «πατριαρχική κοινωνία». Το 2017 μας είχε χαρίσει μια πρώτη ματιά στην δυναμική αυτή γυναίκα και στην καθημερινότητά της, μέσα από την ομότιτλη ταινία μικρού μήκους, η οποία και έλαβε το Μεγάλο Βραβείο Κριτικής Επιτροπής στο φεστιβάλ του Sundance. Η Ramona εκεί ήταν μια γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας, την οποία ερμηνεύει η Francisca Iglesias, μια γυναίκα που φρόντιζε τη γιαγιά του σκηνοθέτη και με την οποία  ο ίδιος ανέπτυξε μια πολύ στενή σχέση. Το φιλμάκι αυτό προσαρμόστηκε σε μια μεγάλου μήκους ταινία, με μία επαγγελματία πρωταγωνίστρια αυτή τη φορά, τη María Vázquez.

Η Vázquez εντυπωσιάζει στο ρόλο της δυναμικής μεν (ή μήπως αυτοματοποιημένης;), αλλά καταδυναστευμένης απ’ την πατριαρχία Ramona. Η ηρωίδα της θυμώνει, νευριάζει, γεμίζει και αδειάζει, ονειρεύεται, ελπίζει, αγωνιά. Πέρασε όλη τη ζωή της με τους άνδρες να τη θεωρούν δεδομένη. Από τα αφεντικά της, μέχρι τον σύντροφό της. Όλη η σκληρή δουλειά που καταβάλλει καθημερινά είναι για να μαζέψει κάποια χρήματα και να βοηθήσει την κόρη της, Estrella, να σπουδάσει. Παρ΄όλα αυτά, όσο κι αν μια τέτοια ζωή φαντάζει στα μάτια μας δύσκολη και πικρή, ο σκηνοθέτης δεν διηγείται την ιστορία του μέσα από τα μάτια ενός θύματος. Δεν είναι θύμα η Ramona, αλλά είναι ένας άνθρωπος όπως όλοι μας, με τα καλά και τα κακά του, με τις πληθωρικές στιγμές του, αλλά και με πολλές τάσεις αυτοκαταστροφής. Το φύλο της είναι εκείνο που ως μηχανισμός του πατριαρχικού συστήματος, εξισώνεται με την κοινωνική υποταγή. Ταυτόχρονα, η διαρκής πάλη και ο φόβος του να χάνεις χρόνο και χρήματα, μας βοηθούν να διαβάσουμε την ταινία και ως ένα είδος θρίλερ.

Ακόμα και ο ίδιος ο τίτλος της ταινίας “Matria”, που μεταφέρεται στα ελληνικά ως «Μητέρα, Πατρίδα», προκαλεί συμπαραδηλώσεις με τις έννοιες της μητρότητας και της μητριαρχίας. Θα μπορούσαμε να πούμε πως αυτός είναι και ο σκοπός του δημιουργού. Πρώτον, να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε πως η κοινωνία της ισπανικής Γαλικίας, η οποία υποτίθεται πως κρατά με ηρωισμό τα σκήπτρα της μητριαρχίας, δεν είναι παρά ένας τόπος στον οποίο έχει ανθίσει η πατριαρχία.

Στο σημείο αυτό μπορούμε να ανοίξουμε μια παρένθεση και να αναρωτηθούμε: Γιατί και πώς θεωρείται η Γαλικία μια μητριαρχική κοινότητα; Η ιστορική αυτή αντίληψη δεν καθιερώθηκε μόνο από τη λαογραφία και την παράδοση, μέσα από την οποία προωθήθηκαν οι γυναικείες μορφές και τα μητρικά πρότυπα, αλλά έχει να κάνει και με την οικονομία της περιοχής, καθώς η Γαλικία έχει μια μακρά ιστορία μετανάστευσης, καθώς πολλοί άνδρες έφευγαν προς αναζήτηση εργασίας, αφήνοντας τις γυναίκες να αναλάβουν τον πρώτο ρόλο στην οικογένεια. Ένας ακόμη λόγος είναι και ο ρόλος των γυναικών στον αγροτικό τομέα, αφού φαίνεται να διαδραμάτισαν ουσιαστικό ρόλο στη γεωργία και την παραγωγή αγαθών. Αυτήν την εσφαλμένη ιστορική αντίληψη θέλει να καταρρίψει ο Gago.

Ο δεύτερος σκοπός του είναι να μιλήσει για την «πατρίδα». Η λέξη “patria” στα ισπανικά σημαίνει την πατρίδα, τον τόπο καταγωγής. Με τη σειρά της, η λέξη “matria” μπορεί να μην έχει γίνει ακόμη αποδεκτή σε κάποιο λεξικό, ωστόσο εμείς θα την ορίζαμε ως την πατρίδα ή, μάλλον, τη «ματρίδα». Το μαγικό καταφύγιο των γυναικών, τις οποίες η ιστορία καταπίεζε και υποβάθμιζε για χρόνια. Ένας τόπος μη ορισμένος, που είναι όμως δικός σου και στον οποίο είσαι ελεύθερος. Μια ευκαιρία να βρεις το δικό σου δρόμο στη ζωή, να ανακαλύψεις το νόημα της ύπαρξής σου.

Σκηνοθετικά η ταινία θυμίζει πολλά από τις τεχνικές του Ken Loach, με μια εμφανή δέσμευση στην άμεση προσέγγιση της πραγµατικότητας, στον κοινωνικό σχολιασμό και την έμφαση στον καθημερινό αγώνα της εργατικής τάξης. Ακόμα και οι ηθοποιοί που έχει επιλέξει ο Gago, άλλοι επαγγελματίες και άλλοι όχι, δίνουν μεγάλη προσοχή στις νατουραλιστικές ερμηνείες, με την αποδοχή του αυτοσχεδιασμού ως ένα στοιχείο το οποίο θα τους βοηθήσει να φέρουν στην επιφάνεια και τα δικά τους προσωπικά βιώματα.

Για αυτά και ακόμα περισσότερα είχαμε την μεγάλη τιμή και χαρά να μιλήσουμε με τον ίδιο το σκηνοθέτη της ταινίας, ο οποίος βρέθηκε στην Αθήνα στα πλαίσια του 29ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας».

Αρχικά θα ήθελα να ρωτήσω τι ήταν αυτό που σας ενέπνευσε στο να προχωρήσετε από τη μικρού μήκους ταινία “Matria” στη παραγωγή της μεγάλου μήκους ταινίας, με τον ίδιο τίτλο, την ίδια ιστορία και την ίδια ηρωίδα; Ποιες οι διαφορές μεταξύ των δύο χαρακτήρων;

Δεν είναι ακριβώς η ίδια ιστορία, ούτε ακριβώς ο ίδιος χαρακτήρας. Και τα θέματα που αναδεικνύονται μέσα από την πρωταγωνίστρια, μπορεί να είναι κάπως παρόμοια, ωστόσο εκτείνονται περισσότερο στη μεγάλου μήκους ταινία. Όλα ξεκίνησαν στο χωριό που γυρίστηκε η ταινία, δηλαδή το χωριό του πατέρα μου και της οικογένειάς του. Εγώ βρισκόμουν συχνά εκεί για διάφορους λόγους, όπως, για παράδειγμα, για να βιντεοσκοπήσω και να φωτογραφήσω τον παππού μου, ώστε να έχω στην κατοχή μου κάποιο υλικό για οικογενειακούς λόγους. Εκεί γνώρισα την Francisca Iglesias Bouzón, που δεν είναι επαγγελματίας ηθοποιός, αλλά εργαζόταν στο σπίτι του παππού μου. Έτσι αναπτύχθηκε μια σχέση μεταξύ μας, που εκτείνεται πολύ πιο μακριά από αυτήν την ταινία. Δεν υποδύθηκε μόνο το ρόλο της πρωταγωνίστριας, αλλά είχε μεγάλη δημιουργική συνεισφορά και μάλιστα κατέληξε να αναλαμβάνει και το ρόλο της γυναίκας που είναι πίσω από το μπαρ στη μεγάλου μήκους ταινία. Προχώρησα, λοιπόν, από την μικρού στη μεγάλου μήκους ταινία χωρίς να το πολυσκέφτομαι. Αναλογιζόμενος, όμως, το παρελθόν, μπορώ να εντοπίσω ορισμένα πράγματα που με κινητοποίησαν στο να το κάνω.

Για παράδειγμα, στην μικρού μήκους ταινίας βλέπουμε κάτι σαν μια μέρα στη ζωή και τη ρουτίνα της Ramona. Τη βλέπουμε να αγωνίζεται για κάτι και σύντομα παρατηρούμε να αντιλαμβάνεται πως βρίσκεται καταπιεσμένη από ένα σωρό κανόνες που αφυδατώνουν την ύπαρξή της. Αυτό, λοιπόν, ήθελα να το καταρρίψω, ώστε να προκύψει αυτή η προσωπική επανάσταση. Το ένιωσα ως χρέος μου. Να μιλήσω για τις πιθανότητες των καινούργιων οριζόντων, όχι από μια ιδεαλιστική ουτοπική οπτική γωνία, αλλά με μία πιο γήινη ματιά.

Παρακολουθώντας κανείς την ταινία μπορεί να αντιληφθεί κάποιες από τις θεματικές της, όπως, για παράδειγμα, το ζήτημα της μητρότητας, της οικογένειας, τον αγώνα για την επιβίωση, τη σχέση μας με την πατριαρχία. Πώς προετοιμάσατε την υπόθεση στο μυαλό σας; Τι ήταν αυτό για το οποίο θέλατε να μιλήσετε;

Οι θεματικές που αναφέρεις, όπως κι αυτές που αντιλαμβάνεται ο κάθε θεατής ξεχωριστά, έρχονται δεύτερες. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω κάτι συγκεκριμένο στο μυαλό μου όταν ξεκινώ. Κι επειδή οι άνθρωποι δεν μπορούμε να αποσυνδεθούμε από το περιβάλλον μας, λαμβάνω την πληροφορία μέσα από τις ταινίες που βλέπω, τους πίνακες που κοιτάζω, τους ανθρώπους με τους οποίους μιλάω και γενικά μέσα από κάθε πολιτιστική δραστηριότητα, στην οποία συμμετέχω. Οπότε προφανώς όλα αυτά με προετοιμάζουν στο να έχω κάποιο ενδιαφέρον για ορισμένα πράγματα και να αμφιβάλλω. 

Το κύριο ενδιαφέρον μου, όμως, είναι προς την παραϊστορία των πραγμάτων. Δεν είμαστε μόνο αυτό που γράφεται για εμάς. Υπάρχει μια ολόκληρη ιστορία πίσω από τους ανθρώπους που συντρίβονται και υποτάσσονται και πολύ συχνά κανείς δεν μιλάει γι’ αυτούς. Εντελώς φυσικά με ελκύουν αυτοί οι χαρακτήρες. Ποιον υποτάσσει ανέκαθεν η πατριαρχία, άλλωστε; Τις γυναίκες. Και το βλέπουμε και στις ανθρώπινες σχέσεις τους. Για παράδειγμα, παρατηρούμε πώς η πατριαρχία μολύνει τη σχέση μιας μητέρας με την κόρη της, ή το πώς οι γυναίκες βλέπουν ως αποδεκτά πράγματα που είναι εντελώς απαράδεκτα, μόνο και μόνο επειδή υπάρχουν κάποιοι «κανόνες» που δεν είναι γραμμένοι πουθενά, αλλά όλοι νιώθουν πως πρέπει να ζουν με αυτούς.

Ένα ακόμη ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι η πόλη της Γαλικίας στην Ισπανία θεωρείται ιστορικά μια μητριαρχία. Αυτό, φυσικά, είναι ένα μεγάλο ψέμα, όπως και πολλά άλλα. Έχω, λοιπόν, την επιθυμία να εντοπίσω κάποιους μύθους και να τους καταρρίψω, να τους αναιρέσω.

Τώρα, όσον αφορά στον κεντρικό χαρακτήρα, τη Ramona, νιώθω πως δύο από τις κυριότερες αξίες που υποστηρίζει και θέλει να προστατέψει με κάθε τρόπο είναι η αξιοπρέπεια και η υπερηφάνεια. Συμφωνείτε με αυτό;

Χαίρομαι που αναφέρεις αυτές τις αξίες, ειδικά την αξιοπρέπεια. Ήθελα πραγματικά να παρουσιάσω έναν αξιοπρεπή χαρακτήρα. Γιατί, ξέρεις, στο σινεμά, οι χαρακτήρες που τσακίζονται από το σύστημα, παρουσιάζονται συνήθως να δρουν με έναν αρκετά συγκαταβατικό τρόπο. Το λεγόμενο κοινωνικό σινεμά, αν θέλουμε να το ονομάσουμε έτσι, παρ΄ όλο που δεν συμφωνώ με την ταμπέλα, τους παρουσιάζει με έναν μειωτικό τρόπο. Εγώ θέλησα να αντιταχθώ σε αυτό και να παρουσιάσω έναν άνθρωπο με τα ελαττώματά του, με τις αντιθέσεις και τα καλά χαρακτηριστικά του. Κι αυτό είναι που δίνει αξία στο χαρακτήρα. Βοηθά επίσης και το γεγονός ότι χρησιμοποιεί πολύ το χιούμορ ως ένα εργαλείο για να επιβιώσει.

Έχει πολλά ψεγάδια η Ramona. Κάποιες φορές δεν καταλαβαίνεις γιατί κάνει όσα κάνει, άλλοτε το ξανασκέφτεσαι και την συμπονάς, σκεπτόμενος το πλαίσιο μες στο οποίο μεγάλωσε, κάποιες άλλες φορές την απορρίπτεις. Αλλά είναι λογικό, κανένας μας δεν είναι τέλειος. Πολλές φορές στη μεγάλη οθόνη θα παρατηρήσουμε γυναίκες που είναι τέλειες. Προκειμένου το κοινό να ταυτιστεί μαζί τους, πολλοί δημιουργοί προσπαθούν να προκαλέσουν τη συμπόνια μας με το να αμβλύνουν τις αντιθέσεις και τα ελαττώματα. Ωστόσο, πρέπει εμείς πρώτοι να κατανοούμε τη δύναμη της εικόνας. Αν εμείς παρουσιάζουμε γυναίκες που είναι εντελώς απρόσιτες, τότε οι γυναίκες που θα παρακολουθήσουν αυτήν την ταινία θα νιώσουν εντελώς σκατά γιατί θα αντιληφθούν πως δεν μπορούν να υπακούσουν σ’ αυτό το μοντέλο. Έτσι, λοιπόν, αισθάνθηκα την ευθύνη να εξυψώσω τον κεντρικό χαρακτήρα παρουσιάζοντας το πορτρέτο ενός ανθρώπου σε όλη την πολυπλοκότητά του.

Οι δικές σας αξίες ως άνθρωπος και δημιουργός, ποιες είναι; Τι σας ενδιαφέρει περισσότερο, όταν προσεγγίζετε τους ηθοποιούς και τους χαρακτήρες τους;

Με ενδιαφέρουν τα πράγματα που άλλοι ίσως θεωρούν δεδομένα και κλισέ. Με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι που σέβονται τους άλλους ανθρώπους. Με ενδιαφέρουν οι άνθρωποι με ενσυναίσθηση. Θέλω να δουλεύω με ανθρώπους που έχουν μια τάση για συλλογικότητα και αντιλαμβάνονται πως το να φτιάχνεις μια ταινία είναι μια συλλογική δημιουργική διαδικασία και το να την παρουσιάζεις έχει ως στόχο τη δημιουργία μιας εμπειρίας που θα επιζήσει της ίδιας της ταινίας, θα ξεφύγει από το αρχείο και θα επεκταθεί πέρα από τα μέλη του συνεργείου που την έφτιαξαν. Δίνω, επίσης, μεγάλη αξία στους ανθρώπους και συγκεκριμένα σ’ αυτούς που δουλεύουν σκληρά.

Στο τέλος της ταινίας βλέπουμε τη Ραμόνα να φεύγει και αισθανόμαστε πως αυτή η απόφαση σηματοδοτεί την πρώτη φορά που κάνει κάτι για τον εαυτό της. Πού πηγαίνει; Υπάρχει περίπτωση να γυρίσει πίσω;

Εσύ τι πιστεύεις;

Πιστεύω πως, όπου κι αν πηγαίνει, θα είναι χαρούμενη και όχι υποταγμένη.

Εγώ πιστεύω ότι η Ramona δεν θα έχει μια εύκολη διαδρομή, αλλά όπου κι αν πάει, είτε πολύ μακριά είτε πολύ κοντά είτε ακόμα κι αν επιστρέψει, τα πράγματα θα έχουν αλλάξει. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Κι αυτό είναι το νόημα της ταινίας, το γεγονός ότι είναι τόσο δύσκολο να φτάσεις σε αυτό το σημείο συνείδησης. Για παράδειγμα, όταν μια γυναίκα λέει πως δεν είναι τίποτα χωρίς έναν άνδρα, εγώ δεν μπορώ να το δεχτώ. Πρέπει να κατανοήσω από πού έρχεται όλο αυτό, να το αμφισβητήσω και να τη βοηθήσω να σκεφτούν πάνω σε κάτι που την έχει προφανώς καθορίσει από την πρώτη στιγμή. 

Έτσι, λοιπόν, ό,τι κι αν κάνει η Ramona, κάτι έχει πλέον σπάσει. Αλλά πιστεύω πως σίγουρα θα επηρεάσει θετικά τη ζωή κάποιου άλλου και θα συνεχίσει να ανοίγει τις ρωγμές και να δημιουργεί αυτό το δίχτυ των γυναικών και των ανδρών που θα φροντίζουν ο ένας τον άλλον.

Διάβασα κάπου κάτι πολύ ενδιαφέρον, που νομίζω πως περιγράφει την ταινία σας με τον καλύτερο τρόπο. Η Γαλικία, λέει, είναι η Πατρίδα (Patria) και η Ραμόνα είναι ο πάροχος, ο κουβαλητής, η μητέρα (Matria). Εκτός από το αν συμφωνείτε με αυτό, θέλω επίσης να ρωτήσω αν νιώθετε πως η επιστροφή στη Γαλικία για τη δημιουργία αυτής της ταινίας, σας έκανε να αισθανθείτε πως «επιστρέφετε» στην πατρίδα σας.

Είχα ζήσει ήδη αρκετά χρόνια εκεί προτού επιστρέψω για τα γυρίσματα της ταινίας μικρού μήκους.  Είχα βέβαια και τη μεγάλη τύχη να απορροφήσω άλλες πραγματικότητες μέσα από τις σπουδές μου στο εξωτερικό. Και κάθε φορά που μου έλειπε το σπίτι μου, ο κινηματογράφος με βοήθησε να το αντιμετωπίσω. Επίσης, προσωπικά είμαι ένα εξαιρετικά νοσταλγικό άτομο, σχεδόν καταθλιπτικό θα έλεγα. Έτσι, το να δημιουργώ ταινίες είναι ένας τρόπος να «επισκέπτομαι» ξανά συγκεκριμένα συναισθήματα, ένας τρόπος να κοιτάζω τα πράγματα με περισσότερη λεπτομέρεια, να κάνω ξεχωριστά αυτά που θεωρούνται συνηθισμένα.

Όταν πάλι κατά την εφηβεία μου έλειπα από τη Γαλικία, την υπερασπιζόμουν, όσο κι αν σου φαίνεται περίεργο. Η Γαλικία θεωρήθηκε ιστορικά μια μητριαρχία, πράγμα που δεν ισχύει. Αλλά ήταν διασκεδαστικό για τον άνθρωπο και την εξουσία να κατασκευάζει τέτοιου είδους κοινωνίες, απλά και μόνο για να πιστέψει ότι υπάρχουν. Έτσι, όταν βρισκόμουν στο εξωτερικό και μιλούσα για τον εαυτό μου και όσα ξεχωρίζουν τους συνανθρώπους μου, αναφερόμουν στη Γαλικία με μητριαρχικούς όρους. Στη συνέχεια διαπίστωσα πως έκανα πολύ μεγάλο λάθος, γι’ αυτό και η ταινία αποτελεί μια προέκταση αυτής της διαπίστωσης. Και προβάλλοντας αυτήν τη συνειδητοποίηση στους ανθρώπους αυτής της πόλης, βλέπω το λάθος. Η πατριαρχία εξουσιάζει τα πάντα. Γι’ αυτό και υπάρχουν όλοι αυτοί οι μύθοι που δεχόμαστε ως αλήθειες από την παιδική μας ηλικία και αιωρούνται μέχρι κάποια στιγμή να βρεθούν μπροστά μας και να εκπλαγούμε. Αυτή η ταινία, ήταν ο τρόπος μου να επιστρέψω στο σπίτι και να συνεισφέρω σ’ αυτήν την αποκάλυψη. Φυσικά, το είχαν κάνει ήδη πάρα πολλοί πριν από εμένα, απλώς εγώ ίσως συνέβαλα στο να επικοινωνηθεί αυτό σε όλους.

Βρισκόμαστε, λοιπόν, εδώ για το 29ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας «Νύχτες Πρεμιέρας». Τι άποψη έχετε για αυτά τα φεστιβάλ γενικότερα και το ρόλο τους στην προώθηση της δουλειάς σας;

Δεν είναι εύκολο πράγμα. Εξαρτάται από τις ισορροπίες που κρατάς. Γιατί ένας δημιουργός μπορεί να φτιάξει μια ταινία και αν έχει επιτυχία να ταξιδεύει από φεστιβάλ σε φεστιβάλ και από ξενοδοχείο σε ξενοδοχείο για ενάμιση χρόνο. Κι επίσης τα φεστιβάλ είναι ένα από τα τελευταία κανάλια μέσα από τα οποία έχουμε ακόμα τη δυνατότητα να ενημερώνουμε το γούστο μας, να εκπαιδευόμαστε, να παρουσιάζουμε και να συστήνουμε τον εαυτό μας σε καινούργια πράγματα. Επίσης, είναι πολύ πιο εποικοδομητικό όταν έχεις την ευκαιρία να συναντάς κάποιον από κοντά και να του μιλάς. Επειδή, όμως, έχω δύο παιδιά, θέλω ταυτόχρονα να είμαι παρών στην ανατροφή τους, οπότε πρέπει να κρατώ τις ισορροπίες.

Βρέθηκα εδώ στην Αθήνα γιατί έχω έναν φίλο που μου μίλησε με πολύ όμορφα λόγια για το φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας», αλλά κι επειδή η εταιρεία διανομής, η “One from the Heart”, επρόκειτο να κυκλοφορήσει την ταινία στην Ελλάδα. Είμαι πολύ ευγνώμων γι’ αυτό και χαίρομαι που βρίσκομαι εδώ για να παρουσιάσω την ταινία μου στο αθηναϊκό κοινό.

Ποια η άποψή σας για το ρόλο του κινηματογράφου στη σημερινή εποχή και κυρίως στο να θέτει επί τάπητος κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα; Έχει ακόμα αυτή τη δύναμη ο κινηματογράφος;

Πρέπει να το πιστεύω. Αν δεν πιστέψω σε αυτό, είμαι χαμένος και δεν μπορώ να συνεχίσω να φτιάχνω και να βλέπω ταινίες ή να αλληλεπιδρώ με άλλους δημιουργούς. Η δύναμη της εικόνας είναι τόσο ισχυρή, ώστε όλη η προσπάθεια που καταβάλλουμε στο να αμφισβητήσουμε το κατεστημένο, θα έχει αντίκτυπο. Φτιάχνουμε ταινίες γιατί θέλουμε να αλλάξουμε τον κόσμο και, παρ΄ όλο που κάποιες φορές νιώθουμε πως αυτή η αλλαγή δεν είναι δυνατή, πρέπει να τις δημιουργούμε σαν αυτό να είναι μια πιθανότητα. Αυτή, όμως, είναι μια πεποίθηση που κρέμεται κυριολεκτικά από μια λεπτή κλωστή. Δεν είναι εύκολη αυτή η ερώτηση, με κάνει να σκέπτομαι. Αλλά ναι, πρέπει να πιστέψω σε αυτό.

Ποιο είναι το μήνυμά σας προς όλες τις γυναίκες εκεί έξω που μοιάζουν με τη Ramona, που δουλεύουν σκληρά και ελπίζουν;

Ότι τις βλέπουμε. Σας βλέπουμε. Σας ξέρουμε. Είστε σημαντικές. Και είμαστε μαζί σας. Και θα παλέψουμε όσο πιο σκληρά γίνεται από την όποια «πλεονεκτική» μας θέση, για την αλλαγή, γιατί κι εμείς θέλουμε να ζήσουμε σε έναν διαφορετικό κόσμο. Εγώ θέλω να ζήσω σε μια μητριαρχία, όπου η τρυφερότητα και η αλληλεγγύη βρίσκονται στο επίκεντρο. Νομίζω ότι μπορούμε να χτίσουμε κάτι τελείως διαφορετικό, έχοντας την επίγνωση ότι αυτό που χτίσαμε έχει αποτύχει μέχρι τώρα. Οπότε για όλες τις γυναίκες σαν τη Ramona, έχω να πω ότι υπάρχουν πολλοί εκεί έξω που γνωρίζουν για αυτές και η μόνη λύση είναι να έρθουμε κοντά και να ελπίζουμε ότι η συλλογική μας δύναμη θα φέρει την αλλαγή.

Τέλος, μιλήστε μας για τα μελλοντικά σας σχέδια. Ετοιμάζετε κάτι καινούργιο, που μπορείτε να μοιραστείτε μαζί μας;

Ναι, ετοιμάζω σίγουρα μια δεύτερη ταινία. Υπάρχουν επίσης κάποια ημιτελή έργα που μάλλον θα γίνουν ταινίες μικρού μήκους. Όλα όσα έχω κάνει μέχρι τώρα έχουν ομοιότητες μεταξύ τους. Για παράδειγμα, θα παρατηρήσεις ότι μου αρέσει πάρα πολύ να κινηματογραφώ τους ανθρώπους την ώρα που δουλεύουν, τις κινήσεις τους, αυτήν την σωματικότητα. Αλλά στην επόμενη ταινία μου, η οποία θα ονομάζεται “Porto Alegre” και χρηματοδοτείται από ένα πρόγραμμα της ισπανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, θα μεταφερθώ σε μια κάπως ανεξερεύνητη περιοχή. Δεν θα υπάρχει τίποτα από όλα αυτά, αλλά θα κινείται σε τελείως διαφορετική νερά, θα είναι πιο προσωπική και ευαίσθητη.

Η ταινία "Matria" αναμένεται να κυκλοφορήσει στις ελληνικές αίθουσες από την εταιρεία “One from the Heart”.

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ