Οι Μαρτυρίες Υπεράσπισης Διονύση Παναγιωτάκη και Γιάννη Λιγνάδη της Παρασκευής 17ης Ιουνίου

Μία δικάσιμος που τα είχε όλα: Υπουργούς στην πυρά, τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία στα κάρβουνα, ένα άδειο λάπτοπ αγορασμένο έναν μήνα πριν που παραδόθηκε στις Αρχές και πολλές αναφορές στο #Αρσάκειο.

Οι Μαρτυρίες Υπεράσπισης Διονύση Παναγιωτάκη και Γιάννη Λιγνάδη της Παρασκευής 17ης Ιουνίου
ΠΡΟΒΟΛΗ

Η μαρτυρία του Διονύση Παναγιωτάκη

Στη μαρτυρία του Διονύση Παναγιωτάκη δεν είχαμε κάποια συνταρακτική εξέλιξη, πέρα από το γεγονός ότι του επιδείχθηκαν φωτογραφίες του Δημήτρη Λιγνάδη με ανηλίκους, παρότι ο μάρτυρας είχε δηλώσει πως ποτέ δεν είχε δει τον Δημήτρη Λιγνάδη με ανήλικα άτομα. Παρ' όλα αυτά, ο μάρτυρας δεν βρίσκονταν παρών στο συγκεκριμένο μέρος, δήλωσε πως δεν γνωρίζει τους καταγγέλλοντες και, επί λέξει, «κανέναν αλλοδαπό».

Κατά τα άλλα, έπειτα από σχετική ερώτηση, ανακάλεσε τη δήλωσή του πως η συνήγορος υποστήριξης της κατηγορίας, κ. Κουρτέση, είναι μέλος του ΣΥΡΙΖΑ, αποδυναμώνοντας την τακτική που μιλά για σκευωρία εναντίον του Λιγνάδη. Μετά την ανάκληση ζήτησε και συγγνώμη.

Η αίθουσα Παπαδάκη, όπως ονομάστηκε, είχε την τιμητική της, καθώς αυτό το γεγονός και τις αντιδράσεις από την Αριστερά θεώρησε ως το ζήτημα για το οποίο δημιουργήθηκε η «σκευωρία ή συνωμοσία Λιγνάδη». Παρ' όλα αυτά δεν στοχοποίησε το ΣΕΗ, καθώς ουσιαστικά είναι θεατρώνης και μια ευθεία κατηγορία κατά του ΣΕΗ θα του δημιουργούσε επαγγελματικό πρόβλημα.

Σε σχετική ερώτηση αρνήθηκε να απαντήσει στο ποιοι ήταν οι σκευωροί, από την στιγμή που δεν ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ ή το ΣΕΗ, ποιοι οι στόχοι και ποιο το όργανο της σκευωρίας, με τη φράση «Δεν θέλω να πάρω θέση». Όπως και η Ελένη Κούρκουλα, έκανε λόγο για τις φήμες που υπάρχουν, αναφέροντας πως αυτές ήταν πως τον μαχαίρωσε ο Μαρκουλάκης (που όμως ήταν ο πιο στενός του φίλος) ή ο πατέρας ενός παιδιού (κάτι για το οποίο δεν υπάρχει σχετική κατηγορία ή δικογραφία).

Γενικά, ήταν πολύ προσεκτικός και πρόσεχε, καθώς απαντούσε, να το κάνει με το χέρι στην καρδιά, λέγοντας «εγώ» ή εκφέροντας προσωπική άποψη και όχι γεγονότα. Ήταν μία μαρτυρία υπεράσπισης που ουσιαστικά δεν προσέφερε κάτι επιπλέον από τη μαρτυρία της Ελένης Κούρκουλα, αλλά λειτούργησε περισσότερο ως υποστηρικτική αυτής.

Η μαρτυρία του Ιωάννη Ηλία Λιγνάδη

Ο αδερφός του Δημήτρη Λιγνάδη εμφανίστηκε στο δικαστήριο ντυμένος απλά, με φόρμα και μπλούζα, αλλά σε αντίθεση με την εμφάνισή του, φρόντιζε να εκφέρει έναν κάπως εξεζητημένο λόγο, στο ύφος που μας έχει συνηθίσει το Αρσάκειο.

Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ανέφερε πως οι σχέσεις τους είναι αυτές των αδερφών, σχέσεις αγάπης. Συνέχισε λέγοντας πως ο τρόπος ζωής του Δημήτρη Λιγνάδη είναι αυτός του καλλιτεχνικού κόσμου, που κάνουν παρέα με άτομα του σιναφιού και μετά τις παραστάσεις βγαίνουν έξω να διασκεδάσουν και να πιουν για αποσυμπίεση. Τόνισε πως ο αδερφός του είναι αξιόλογος άνθρωπος και πως τον θαυμάζει. Καλός μαθητής, βιβλιοφάγος, παιδί των γραμμάτων, ενώ αυτός ήταν πιο επιπόλαιος. Μίλησε για τον πατέρα τους και πως ο Δημήτρης Λιγνάδης υπολόγιζε πολύ την πατρική παρουσία. Ο πατέρας τους, σύμφωνα πάντα με τον Γιάννη Λιγνάδη, είχε πολυσχιδές συγγραφικό έργο και έκανε και θεατρικά. Ο παππούς Λιγνάδης ήταν εκδότης εφημερίδας της Σμύρνης και άνθρωπος των τεχνών. Είχε μάλιστα μια συλλογή με πίνακες, που τους κληρονόμησε αυτός και ο αδερφός του. Φρόντισε να πει πως ο πίνακας που βρέθηκε στην κατοχή του Δημήτρη Λιγνάδη με ένα μικρό παιδί, άνηκε στην κληρονομιά από τον παππού Λιγνάδη και πως αυτά που ακούστηκαν ήταν «σάχλες».

Είχε κλειδιά του σπιτιού του Δημήτρη Λιγνάδη ώστε να φροντίζει τις γάτες που είχε κατά καιρούς και πήγαινε στο σπίτι μόνο όταν δεν μπορούσε ο αδερφός του. Ανέφερε πως δεν γνώριζε τις σχέσεις του σε βάθος και πως απλά ήθελε να είναι ευτυχισμένος. «Να είναι καλά», όπως είπε. «Κέρασε» και μία ατάκα, όταν είπε πως «συναντιόμασταν και μιλάγαμε ή συναντιόμασταν και δεν μιλάγαμε», καταλήγοντας πως περνούσαν το ίδιο καλά. Τις παρέες του είπε πως τις γνώριζε επιφανειακά και τους τρεις καταγγέλλοντες μόνο από τη δικογραφία. Τα αδέρφια Λιγνάδη είχαν συνεργαστεί μία φορά κατ' απαίτηση του Σάκη Ρουβά για τις Βάκχες, όπου έκανε τη μετάφραση, και μία ακόμα μετάφραση στο έργο ενός Άγγλου συγγραφέα. Μετά τις παραστάσεις έβγαιναν, όπως συνηθίζεται, με καλλιτεχνικές παρέες, χωρίς εξωγενείς ή εξωτερικούς παράγοντες, όπως είπε.

Οι αντιπαλότητες του αδερφού του ήταν στο πλαίσιο του αλληλοσπαραγμού που υπάρχει στο θέατρο, ένας υφέρπων φθόνος που δεν εκδηλώθηκε πριν δοθεί το πεδίο. Ανέφερε πως οι κατηγορίες είχαν μια υστερική χροιά πέρα από το μίσος ή τον φθόνο. Την αποκάλεσε «σκευωρία» και θεωρεί πως έγινε για προσωπικούς, πολιτικούς και ιδεολογικούς λόγους. Συνέχισε λέγοντας πως με τον κοινό νου κατάλαβε πως αυτό ήταν μια κατασκευή, πράγμα περίεργο, ένας άνθρωπος που θεωρεί τον εαυτό του τόσο μορφωμένο, να επικαλείται τον κοινό νου.

Όταν του ζητήθηκε να αναφέρει περιστατικά που αιτιολογούν τον χαρακτηρισμό της σκευωρίας, μίλησε για μία συλλογικότητα δημοσιογράφων, το 2020mag.gr, ονοματίζοντας τον μέχρι πρότινος αρχισυντάκτη μας Κωνσταντίνο Ταχτσίδη (σ.σ. τιμή σου, Κωνσταντίνε), την Έλενα Ακρίτα και τη Ναταλί Χατζηαντωνίου. Ανέφερε πως μετά τη δημοσίευση του άρθρου στο 2020mag.gr και σε ανώνυμα σχόλια κάτω από αυτό, υπήρξε «κανιβαλισμός και ανθρωποφαγικά σχόλια» (σ.σ. εδώ κάπου να πούμε πως, σε μερικούς ανθρώπους, ο κανιβαλισμός φαντάζει πιο αθώος από τις κατηγορίες που αντιμετωπίζει ο Δημήτρης Λιγνάδης). Συνέχισε λέγοντας πως αυτό αποτέλεσε δολοφονία χαρακτήρα και προαναγγελία εκτελέσεως συμβολαίου θανάτου.

Ύστερα ενέπλεξε τον Γιάννη Βλάχο της Υποστήριξης Κατηγορίας και μέλη του Δ.Σ. του ΣΕΗ και έκανε και μία αναφορά στον Δημήτρη Κουτσούμπα του ΚΚΕ, που αφορούσε την ονομασία της αίθουσας Ελένη Παπαδάκη. Η θέση το ΚΚΕ για την υπόθεση Παπαδάκη, στην ενότητα Ιστορία του Ριζοσπάστη.
Συχνά έσφιγγε τα χέρια του στο εδώλιο του μάρτυρα και έπειτα το άφηνε για να κάνει κινήσεις με ανοιχτά τα χέρια, αυτές που, σύμφωνα με τη γλώσσα του σώματος, δηλώνουν ειλικρίνεια. Συνολικά η στάση του ήταν πολύ προσεκτική σχεδόν σε όλη τη δίκη και είχε υψηλή συγκέντρωση.

Σε ερώτηση του Εισαγγελέα ανέφερε πως «για την ερωτική πολιτεία του αδερφού μου ή τη δική μου δεν επικοινωνούσαμε», αναφέροντας αργότερα πως θα τον χαρακτήριζε αμφιφυλόφιλο. Ανέφερε πως έκανε παρέα με μαθητές του, κάτι που διόρθωσε γρήγορα, συμπληρώνοντας με μαθητές από τις δραματικές σχολές. Μίλησε για αντιπαλότητα με τα μέλη του ΣΕΗ Γιάννη Παναγόπουλο και Γιάννη Λάσκο του Εθνικού και προσωπικές, καλλιτεχνικές και ιδεολογικές διαφορές μεταξύ τους.

Στη συνέχεια επιτέθηκε στην Έλενα Ακρίτα, λέγοντας πως ο αδερφός του δέχθηκε έντονη πολεμική, επίθεση λάσπης και συκοφαντία, και πως αντλεί δύναμη από τους ακολούθους της στα social media. Υποστήριξε τη θέση πως ήταν προαναγγελία εκτέλεσης συμβολαίου θανάτου δολοφονίας χαρακτήρα, καθώς μετά πλήθυναν οι καταγγελίες περί παιδεραστίας και παιδοφιλίας.

Ύστερα ο Γιάννης Βλάχος ξεκίνησε την εξέταση εκ μέρους της Υποστήριξης Κατηγορίας, ρωτώντας πώς βρέθηκε το κινητό και το λάπτοπ στα χέρια του Γιάννη Λιγνάδη, για να πάρει την απάντηση πως τα είχε μαζί του 2 εβδομάδες, μέχρι που ζητήθηκε από την ασφάλεια να τα παραδώσει. Αργότερα έκαναν κατ' οίκον έρευνα, και στην οικία του και στην οικία της μητέρας του.

Ο τότε συνήγορος υπεράσπισης του είπε να πάρει τον αδερφό του και να πάνε στην Ασφάλεια, εκεί τους ενημέρωσαν πως δεν υπήρχε ένταλμα και πως ήταν φάρσα του Ρουβίκωνα και πως τα κάνουν αυτά, λέγοντάς τους πως είναι στοχοποιημένοι από την αναρχική συλλογικότητα.
Είτε αυτό ήταν ψέμα της Ασφάλειας είτε δικαιολογία του Γιάννη Λιγνάδη, γιατί παρουσιάστηκαν αυτοβούλως, αυτό είναι μια άλλη ιστορία. Θα μπορούσαν να παρουσιαστούν αυτοβούλως για να δείξουν καλή διάθεση και πως δεν υπάρχει φόβος φυγής. Να μην υπάρξει δηλαδή προφυλάκιση.

Μάλιστα τόνισε πως έλαβε τα εύσημα από την ανακρίτρια πως δεν πείραξε το κινητό και το λάπτοπ. Βέβαια, όπως διαβεβαίωσε ο Γιάννης Βλάχος το δικαστήριο, ο υπολογιστής ήταν λευκός, δηλαδή κενός, χωρίς αρχεία, και αγοράστηκε στις 2 Φεβρουαρίου του 2022 για να κατασχεθεί έναν μήνα μετά, στις 3 Μαρτίου! Ο μάρτυρας αμφισβήτησε πως το λάπτοπ δεν περιείχε πληροφορίες αλλά η αλήθεια είναι πως δεν μπορεί να το υποστηρίξει, καθώς ανέφερε πως στην κατοχή του βρέθηκαν κλειστά.

Μετά συνέχισε για να αντικρούσει το γεγονός πως δόθηκε, σύμφωνα με την Υποστήριξη Κατηγορίας, ένα κενό λάπτοπ για να ελεγχθεί, λέγοντας πως «εγώ του έλεγα να αλλάξει, να αναβαθμιστεί, και ο ίδιος παραπονιόταν». Το καλλιτεχνικό αρχείο του Δημήτρη Λιγνάδη, σύμφωνα πάντα με τον Γιάννη Λιγνάδη, βρίσκονταν στο σπίτι του και δεν το έδειξε στην αστυνομία. Στο υπόγειο, έναν σπουπιδότοπο με κούτες, όπως ανέφερε η αστυνομία, έκανε ελέγχους στις 3, 6 και 8 Φεβρουαρίου χωρίς να γίνει σαφές πότε πήρε το αρχείο του αδερφού του στο σπίτι του. Το υλικό ήταν αναλογικό και όχι ψηφιακό, ενώ μπορεί να υπήρχε και ψηφιακό, όμως αυτό δεν το γνωρίζει. Το σπίτι το επισκέπτονταν για να ταΐσει τη γάτα του Δημήτρη Λιγνάδη.

Συνέχισε για τις υποθέσεις του 1984 και της Μυτιλήνης, όπου κατηγορήθηκε ο ίδιος ενώ βρίσκονταν στην Αγγλία για μεταπτυχιακό. Κάτι που αληθεύει, όπως φαίνεται. Τα κλειδιά της μηχανής του Γιάννη Λιγνάδη τα είχε ο Δημήτρης Λιγνάδης, ο οποίος δεν κατηγορήθηκε ποτέ, κατηγορήθηκε μόνο ο Γιάννης Λιγνάδης. Οι μάρτυρες υπεράσπισης ήταν η Ελένη Κούρκουλα, ο Δημήτρης Λιγνάδης, η Τζένη Κονταράτου, ενώ δεν θυμόταν αν ήταν και ο Διονύσης Παναγιωτάκης, δηλαδή πολλοί κοινοί μάρτυρες με αυτούς του Δημήτρη Λιγνάδη, στην υπόθεση που εξετάζεται τώρα.

Φτάνοντας στο μαχαίρωμα του Δημήτρη Λιγνάδη, ανέφερε πως έπινε καφέ σε ένα μαγαζί κοντά στο σπίτι του Δημήτρη Λιγνάδη με δύο ηθοποιούς του ΣΕΗ. Ακολούθησε η κλασική πλέον ερώτηση, αν ήταν ληστεία και αν αφαιρέθηκε κάτι, οπότε ο Γιάννης Βλάχος τον διαβεβαίωσε πως ο αδερφός του δεν δήλωσε πως του κλάπηκε κάτι. Άρα θεωρήθηκε πως ήταν απόπειρα ληστείας. Όταν ρωτήθηκε αν ήταν κάτι άλλο πέρα από ληστεία, ανέφερε πως η Έλενα Ακρίτα, ο πρόεδρος του ΣΕΗ Σπύρος Μπιμπίλας και η μέτζο σοπράνο Μαργαρίτα Συγγενιώτου ανέφεραν σενάρια που κατέδειξαν δημοσίως τον δράστη. Έχουμε δηλαδή μια πλάγια αναφορά στο σενάριο του μαχαιρώματος από γονέα κακοποιημένου παιδιού.

Στη συνέχεια ερωτήθηκε αν γνωρίζει τον Κ.Σ. και είπε πως τον γνωρίζει ως κοινό γνωστό. Ανέφερε πως υποδείχθηκε ο Κ.Σ. ως δράστης του μαχαιρώματος. Ρωτήθηκε αργότερα αν γνώριζε τον Γ.Σ., ο οποίος αποδείχθηκε μαθητής του Γιάννη Λιγνάδη στο Εθνικό και γνώριζε και τη μητέρα του. Δεν υποστήριξε, όμως, ο Γιάννης Λιγνάδης πως ο Κ.Σ. είχε σχέση με τον Δημήτρη Λιγνάδη.

Λίγο αργότερα, ο Γιάννης Βλάχος ρώτησε τον μάρτυρα αν γνώριζε ένα δημοσίευμα όπου κατηγορούνταν ο Δημήτρης Λιγνάδης πως αυνανίζονταν κάτω από την έδρα σε μάθημα στο Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, και μόλις είδε πως έγινε αντιληπτός, χαμογέλασε. Μία καταγγελία που αφορούσε τον ίδιο χώρο, πως κάπνιζε κάνναβη μέσα στην τάξη. Αποκάλεσε την καταγγελία «μπούρδα, βλακεία και ανάξια απάντησης». Α! Και «σκευωρία»

Η μαρτυρία του που «καίει» Μενδώνη-Γιατρομανωλάκη

Στην έκπληξη της δίκης, που δικαιολόγησε την αντίληψη πως η δίκη Λιγνάδη τείνει να εξελιχθεί δίκη Μενδώνη, ήταν πως η παραίτηση του Δημήτρη Λιγνάδη προήλθε κατόπιν εισήγησης του ίδιου στον αδερφό του και πως δεν είχε σχέση με τη Λίνα Μενδώνη. Μάλιστα, είπε πως μία μέρα πριν την παραίτηση του Δημήτρη Λιγνάδη, σε συνάντηση με τον υφυπουργό Πολιτισμού Νικόλα Γιατρομανωλάκη επί του θέματος, ανέφερε πως ο υφυπουργός άφησε το θέμα της παραίτησης στην ευχέρεια του Δημήτρη Λιγνάδη. Με λίγα λόγια, έκανε επίδειξη δύναμης, «καίγοντας» Μενδώνη και Γιατρομανωλάκη και αν τολμάνε ας κουνηθούν, ας σχολιάσουν, ας διαψεύσουν. 

«Πως προέκυψε
το δικό σας όνομα στην έρευνα για το Αρσάκειο», ερωτήθηκε ο Γιάννης Λιγνάδης, «με την κατηγορία της κατάχρησης της σχέσης Δασκάλου-Μαθητή;» Ειδικότερα για την καταγγελία από τρεις μαθήτριες. Στη σχετική ένσταση περί σχετικότητας με την υπόθεση από πλευράς Κων. Συνοδινού, ο Γιάννης Βλάχος αντέτεινε πως σόι πάει το βασίλειο και πως κρίνεται η αξιοπιστία του μάρτυρα από την απάντηση. Τότε ο Γιάννης Λιγνάδης απάντησε πως οι τρεις μαθήτριες (σ.σ. ανέφερε τουλάχιστον τα επίθετα των δύο) διαψεύστηκαν από τους προέδρους των Συλλόγων Γονέων και Κηδεμόνων.

Ο Γιάννης Λιγνάδης απέδωσε τις κατηγορίες -από το «ψευδο-metoo», όπως ανέφερε αναχρονιστικά- σε μία προσπάθεια να πλήξουν τον πρόεδρο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, Γεώργιο Μπαμπινιώτη (σ.σ. τον «καίει» επίσης, στη συνέχεια), τον Δημήτρη Λιγνάδη και τέλος τον ίδιο.

Σε μία ακόμη τεράστια έκπληξη, αμέσως μετά, ο Γιάννης Λιγνάδης, στη δεύτερη επίδειξη δύναμης, ανέφερε πως «προβλήματα υπάρχουν στο σχολείο που πάνε τα παιδιά του Χίου, του Βαξεβάνη και τα δικά σας», προκαλώντας την λογική έκρηξη του Γιάννη Βλάχου. Δηλαδή όταν αναφέρεις πλαγίως ότι «ξέρω που πάνε τα παιδιά σου σχολείο», είναι λογικό πως το κάνεις επί τούτου.

Το επόμενο ζήτημα αφορούσε μία καταγγελία εναντίον του Δημήτρη Λιγνάδη που βρέθηκε σε φάκελο της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, δηλαδή των Αρσακείων, στο σπίτι του Δημήτρη Λιγνάδη! Ο Γιάννης Λιγνάδης ανέφερε πως οι καταγγελίες έγιναν όταν το σχολείο ήταν Θηλέων, αφήνοντας να εννοηθεί πως η υπόθεση έχει παραγραφεί και είπε πως αυτά είναι «περσινά ξινά σταφύλια», στέλνοντας ακόμη ένα μήνυμα. Τότε κατηγόρησε πως το γράμμα (μαζί με άλλα έγγραφα) βρέθηκαν σε κρύπτη στην ταράτσα, χωρίς να υπάρχει παρουσία εισαγγελέα. Όταν ρωτήθηκε αν κατηγορεί την ΕΛ.ΑΣ. πως φύτεψε στοιχεία στην οικία Λιγνάδη, τότε ανέφερε πως μπορεί να τα φύτεψε οποιοσδήποτε (σ.σ. γιατί... ξέρω' γω, δεν κατηγορείς έτσι απλά την αστυνομία). Όπως είπε επίσης πως δεν θέλει να σχολιάσει το περιεχόμενο, καθώς ήταν ιδιόγραφο και ανυπόγραφο, ενώ σε σχετική ερώτηση απάντησε πως προφανώς δόθηκε στον Δημήτρη Λιγνάδη από τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, στέλνοντας αυτή τη φορά μήνυμα στον Γεώργιο Μπαμπινιώτη. Αυτό χωρίς να σχολιάζουμε αν η κατηγορία του Γιάννη Λιγνάδη ευσταθεί ή όχι.

Σε επόμενη ερώτηση, ερωτήθηκε πώς γίνεται η Έλενα Ακρίτα να πρωτοστάτησε στη «συνωμοσία» όταν η ίδια επαίνεσε την τοποθέτηση Λιγνάδη ως Διευθυντή του Εθνικού. Τι την ώθησε να αλλάξει πορεία και να «συνωμοτήσει»; Στον πυρήνα της Θεωρίας της Σκευωρίας υπήρχαν καθαρά πολιτικές, παραταξιακές σκοπιμότητες. Και ανέφερε πως οι Ακρίτα, Χατζηαντωνίου και Βλάχος έχουν ξεκάθαρα κομματική ταυτότητα και το ονόμασε ξεκαθάρισμα λογαριασμών, για να καθαρίσει ο χώρος του Πολιτισμού. Ο Γ. Βλάχος διέψευσε πως έχει κομματική ταυτότητα και αντέτεινε πως έχει σαφή πολιτική ταυτότητα.

Οπότε -όπως είπε- ο πιο ευεπίφορος στόχος (σ.σ. μπορούσε να πει και ευάλωτος, υποθέτω) ήταν να πλήξουν τον Λιγνάδη. Τότε ρωτήθηκε γιατί ήταν ο Δ. Λιγνάδης ο πιο ευεπίφορος στόχος. Ο Γιάννης Λιγνάδης απάντησε πως τον έπληξαν επειδή προσελήφθη στο Εθνικό και έβγαζε 18.000 ευρώ τον χρόνο, την ώρα που άλλοι καλλιτέχνες πεινούσαν. Ο Δημήτρης Λιγνάδης δεν ήταν ευάλωτος από την προσωπική του ζωή, είπε ο Γιάννης Λιγνάδης, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, συνεχίζοντας πως ο Δημήτρης Λιγνάδης είχε σκελετούς στην ντουλάπα (σ.σ. η αμερικανική έκφραση "skeletons in the closet") και πως όλοι έχουν σκελετούς στην ντουλάπα (εδώ ίσως θα πρέπει να προτείνουμε στην αστυνομία να διεξάγει έρευνες και στις ντουλάπες των Γιάννη και Δημήτρη Λιγνάδη).

Σε επόμενη ερώτηση του Γιάννη Βλάχου σε σχέση με μια συνέντευξη του Δημήτρη Λιγνάδη στο περιοδικό DownTown, αφού κόμπασε λίγο, απάντησε πως ήταν οι γνωστές μπουρδολογίες των ηθοποιών στις συνεντεύξεις και στην ερώτηση αν είχε τάσεις αυτοκαταστροφής, ανέφερε πως οι πνευματικοί άνθρωποι και οι καλλιτέχνες έχουν γονιδίωμα αυτοκαταστροφής και συνέχισε λέγοντας πως δεν ξέρει πώς αυτά που είπε ο Δημήτρης Λιγνάδης φιλτραρίστηκαν από τους δημοσιογράφους.

Με τόσες ερωτήσεις από τον Γιάννη Βλάχο, η Μαρία Κουρτέση είχε καλυφθεί, ρωτώντας απλά «γιατί δεν έκανε τις καταγγελίες περί σκευωρίας στην ανακρίτρια». Ο Γιάννης Λιγνάδης απάντησε πως η ανακρίτρια είχε μία και μόνο μία ερώτηση και μπήκε σε άγονη αντιπαράθεση μαζί της. Όταν τον ρώτησε «τι σας έκανε η ανακρίτρια, σας φίμωσε;», απάντησε πως υπάκουσε στις επιταγές των θεσμικών αρχών. Η Μαρία Κουρτέση συνέχισε ρωτώντας γιατί να καταγγείλουν τον Δ. Λιγνάδη για βιασμό και γιατί να αποδίδεται το μαχαίρωμα σε πατέρα. Αυτή η ερώτηση τάραξε τον Δημήτρη Λιγνάδη, που έσκυψε το σώμα του και έσφιξε τις γροθιές του. Ο Γιάννης Λιγνάδης απάντησε πως αφού δεν μπορούσε να στοιχειοθετηθεί η κατηγορία για παιδοφιλία, τον κατηγόρησαν για βιασμό.

Στην ερώτηση «πως ξέρετε, αφού δεν είχατε τόσο στενές σχέσεις, πως είναι αθώος;», ανταπάντησε στη Μαρία Κουρτέση «εσείς πώς το ξέρετε;». Στο σημείο αυτό είχαμε μια αψιμαχία μεταξύ της Μαρίας Κουρτέση και του Γιάννη Λιγνάδη, η οποία συνέχισε τις ερωτήσεις, λέγοντας «αφού ήταν τόσο καλός, πώς δεν υπαρασπίστηκε τον Δημήτρη Λιγνάδη κάποιος γονιός;». Κάτι στο οποίο ο Γιάννης Λιγνάδης δεν απάντησε και ξαναρωτήθηκε, ύστερα απάντησε πως είναι ευεξήγητος ο λόγος, πως περιμένουν την αθώωση του Δημήτρη Λιγνάδη και πως οι υπάρχοντες μάρτυρες είναι αξιόπιστοι. Λίγο πριν, ανέφερε πως ο αδερφός του έχει λάβει πάρα πολλά email υποστήριξης.

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ