Κοινωνική κατρακύλα η διακυβέρνηση της ΝΔ - Ταράζει τα «καταγάλανα» νερά το Δελτίο Κοινωνικών Εξελίξεων

Kοινωνική κατρακύλα στη διάρκεια της διακυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας δείχνει το Δελτίο Κοινωνικών Εξελίξεων 2023, του Ινστιτούτου ΕΝΑ.

Κοινωνική κατρακύλα η διακυβέρνηση της ΝΔ - Ταράζει τα «καταγάλανα» νερά το Δελτίο Κοινωνικών Εξελίξεων
ΠΡΟΒΟΛΗ

Το Δελτίο Κοινωνικών Εξελίξεων 2023 του Ινστιτούτου ΕΝΑ, το οποίο επιχειρεί να καταγράψει το αποτύπωμα των πολιτικών σε διάφορους τομείς, στην Ελλάδα, αποτελεί την πλέον επικαιροποιημένη συνθήκη που αναδεικνύει με στοιχεία την αντιστροφή της τάσης συστηματικής βελτίωσης που είχε αρχίσει να καταγράφεται από το 2015.

Το Δελτίο δημοσιεύεται σε μια κρίσιμη καμπή, καθώς την πανδημία, η οποία άφησε ηχηρό αποτύπωμα τόσο στην οικονομία όσο και σε άλλους τομείς, διαδέχονται η ενεργειακή κρίση και η ακρίβεια.

«Η έξαρση της πανδημικής νόσου λειτούργησε, σύμφωνα με όλα τα διαθέσιμα στοιχεία, ως επιταχυντής διαχρονικών τάσεων, όπως η επίταση των ανισοτήτων, αλλά και ως πρόσφορο έδαφος για την υπονόμευση εργασιακών και άλλων κοινωνικών δικαιωμάτων και τη διάβρωση των δημοκρατικών θεσμών. Σηματοδότησε έτσι και την αντιστροφή της τάσης συστηματικής βελτίωσης που είχε αρχίσει να καταγράφεται από το 2015 και έπειτα σε μια σειρά από κρίσιμους για την κοινωνική ευημερία τομείς (επίπεδο απασχόλησης, κατανομή εισοδήματος, ποσοστά φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού). Στον αντίποδα της τάσης αυτής και παρά τις περί του αντιθέτου κυρίαρχες εκτιμήσεις σχετικά με την πορεία της ελληνικής οικονομίας, από τα τέλη ήδη του 2021 είχαν αρχίσει να διαγράφονται με σαφήνεια δεδομένα και τάσεις ασύμμετρης ανάκαμψης, με εδραίωση ανισορροπιών και επίταση των ανισοτήτων» σημειώνει το ΕΝΑ.

Στα παραπάνω έρχονται να προστεθούν οι επιπτώσεις της ακρίβειας στην αγοραστική δύναμη και στο βιοτικό επίπεδο των νοικοκυριών, καθώς και η άνοδος του πληθωρισμού τα έτη 2021 και 2022, που δημιούργησε συνθήκες αυξημένης πίεσης στα εισοδήματα.

Σύμφωνα με το Δελτίο «τα σχετικά στοιχεία πιστοποιούν ότι η αύξηση του πληθωρισμού πλήττει πρωτίστως τα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά στρώματα, στο βαθμό που οι ανατιμήσεις αφορούν αγαθά και υπηρεσίες που καλύπτουν βασικές βιοτικές ανάγκες, ενώ επιβεβαιώνονται οι εκτιμήσεις μας ότι θα υπάρξει δυσανάλογα μεγάλη επίπτωση σε σύγκριση με το πραγματικό μέγεθος με ολοένα και μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού να βιώνει συνθήκες υλικής αποστέρησης, όπως πιστοποιούν τα στοιχεία του 2021 και 2022. Η διαφαινόμενη παγίωση των πληθωριστικών πιέσεων αναμένεται έτσι να οξύνει περαιτέρω τις ανισότητες στη βάση μιας διακριτής διαχωριστικής γραμμής που αφορά την ικανότητα των νοικοκυριών να ικανοποιήσουν –ή όχι– βασικές βιοτικές ανάγκες».

Τα παραπάνω οδηγούν αναπόφευκτα στη στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών, οι οποίες αφορούν πλέον όχι μόνο τον φτωχό, αλλά και τον μη φτωχό πληθυσμό της χώρας. Έτσι, υψηλό κίνδυνο φτωχοποίησης διατρέχουν όχι μόνον οι άνεργοι, αλλά και οι εργαζόμενοι, ενώ πολύ μεγάλο κίνδυνο διατρέχουν και οι νέοι και οι γυναίκες, που «παραδοσιακά» υφίστανται τις επιπτώσεις των ανερχόμενων κρίσεων.

Να σημειωθεί ότι η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα στη χειρότερη θέση σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης ως προς τις στεγαστικές δαπάνες ανά νοικοκυριό.

«Ως εκ τούτου, σε συνθήκες πολλαπλής κρίσης -ενεργειακής και πληθωριστικής, η οποία διαδέχτηκε την πανδημική- που με τη σειρά της ενέσκηψε σε συνέχεια της οικονομικής κρίσης, γίνεται επιτακτική η ανάγκη για διαμόρφωση πολιτικών και εργαλείων που θα προστατεύουν στον βραχύ χρόνο, απορροφώντας όσο το δυνατόν περισσότερους κραδασμούς και θα διαφυλάσσουν την κοινωνική συνοχή από τη μία, και από την άλλη θα ενισχύουν τη μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα της οικονομίας και της κοινωνίας με στόχο μία δίκαιη και βιώσιμη ανάπτυξη.

Στο πλαίσιο αυτό, η αναβάθμιση του κράτους πρόνοιας και μια μακροπρόθεσμη στρατηγική βιώσιμης ανάπτυξης, προβάλουν ως ζητούμενα. Η αύξηση του κατώτατου μισθού, η αντιμετώπιση της εργασιακής επισφάλειας, η μείωση των έμμεσων φόρων σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες, η αναχαίτιση της στεγαστικής κρίσης και η ομαλή κλιματική μετάβαση μπορούν να λειτουργήσουν προωθητικά προς αυτή την κατεύθυνση» υπογραμμίζει το ΕΝΑ.

Στο μεταξύ, και με βάση τα στοιχεία της Έρευνας Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (EU-SILC) που ανακοινώνονται από την ΕΛΣΤΑΤ με βάση αναφοράς τα εισοδήματα του 2020, η Ελλάδα βρισκόταν σε δυσμενή θέση σε ό,τι αφορά τις εισοδηματικές ανισότητες, με το 25% του πληθυσμού με το υψηλότερο εισόδημα να κατέχει το 45,7% του συνολικού εθνικού διαθέσιμου εισοδήματος, έναντι μόλις 9,6% που κατέχει το 25% του πληθυσμού με το χαμηλότερο εισόδημα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, την περίοδο 2017 – 2019 παρατηρήθηκε σημαντική αποκλιμάκωση της εισοδηματικής ανισότητας, της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, η οποία ωστόσο αντιστρέφεται με βάση τα στοιχεία των επόμενων ετών (2020–2021).

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ