Beth Hart: Good ol’ Rock ’n’ Roll του Κάτω Κόσμου (εικόνες)

Παρακολουθήσαμε τη συναυλία της Beth Hart το Σάββατο 4 Ιουνίου στο Θέατρο Βράχων. Άνοιξε το στόμα της στις 22:30 και κλείσαμε το δικό μας στις 12:30.

Beth Hart: Good ol’ Rock ’n’ Roll του Κάτω Κόσμου (εικόνες)
ΠΡΟΒΟΛΗ

Την Beth Hart τη γνωρίζω καλλιτεχνικά γύρω στα 12, 13 χρόνια. Σε προσωπικό επίπεδο, την “πούσαρα” στο ελληνικό ραδιόφωνο μέσω των ραδιοφωνικών εκπομπών μου και από τη διεύθυνση ραδιοφωνικών σταθμών και επέμενα να τη μεταδίδω με προσήλωση και ευλάβεια. Αν δεν την έχεις ανακαλύψει ακούγοντας ραδιόφωνο, αλλά το έκανες με προσωπική ευθύνη, τότε γνωρίζεις πολύ καλά ότι με το να επιλέξεις να ακούς Beth Hart, έχεις βρει soundtrack για τα σκοτάδια της ψυχής σου, τις λάγνες σου σκέψεις και την εκρηκτικότητά σου.

Για χρόνια αναρωτιόμουν τι συνέβη και έφυγε το “e” από το επώνυμό της Hart και κυρίως, πού πήγε.

Το προηγούμενο Σάββατο, κατάλαβα. Το “e” μένει και αναπνέει στη σκηνή των συναυλιών της, κάτι σαν το απόκοσμο “τέρας” σε νουβέλα του Στίβεν Κινγκ, που εμφανίζεται στο τέλος και κατατρώει τους πρωταγωνιστές: η ολόκληρη λέξη του “e” είναι “evil” και η Beth Hart ξέρει πάρα πολύ καλά πώς να εξαπολύει “το κακό” ανεξέλεγκτο στο κοινό.

Οι Aμερικανοί ξέρουν πολύ καλά τι σημαίνει η φράση “let’s rock ’n’ roll. Στην Ελλάδα πιστεύουμε πως το Rock ’n’ Roll είναι μουσικό είδος, με “ροκεντρολάδικα” 8μετρα τραγούδια, γυρισμένα ρεβέρ και μαλλί Elvis. Όχι. Στην Αμερική “rock ’n’ roll” σημαίνει περίπου ό,τι η λέξη “rock” στην Ελλάδα: Εναλλακτικός τρόπος ζωής, κιθάρες στο ρεύμα, ένα αντισυμβατικό flow φιλοσοφίας, εμφάνισης και συμπεριφοράς. Η Beth Hart είναι ακριβώς αυτό. Με μία σημαντική ιδιαιτερότητα: Βρίσκεται μονόπαντα στη σκοτεινή πλευρά του Rock ’n’ Roll. Εκεί που η ψυχή ματώνει και ουρλιάζει, εκεί που τα συναισθήματα υπερβάλλουν, εκδικούνται και καταστρέφουν, με πυρηνική κεφαλή τη μουσική.

Βράδυ Σαββάτου, Θέατρο Βράχων, 22:20.

Μόλις έχει τελειώσει το opening act. Μια πολύ ενδιαφέρουσα νέα καλλιτέχνιδα, η Θεσσαλονικιά Αλεξάνδρα Σιετή, που μαζί με δύο μουσικούς -τον Τάσο Κορκόβελο στα πλήκτρα και τον Πάρη Παπαδόπουλο στην κιθάρα- ζέστανε το κοινό βουτώντας κομψά και με σεβασμό το μουσικό της δάχτυλο στο μέλι των διασκευών τεράστιων τραγουδιών και ερμηνευτριών, από Nina Simone μέχρι Aretha Franklin.

Ακολουθεί η γνώριμη αμηχανία της ετοιμασίας του main act. Το κοινό πολύ και αποφασισμένο. Λίγα δευτερόλεπτα πριν ξαμοληθεί το φλογοβόλο της κόλασης στη σκηνή, σκεφτόμουν: Έχουν καταλάβει όλοι τους τι τους έχει βρει Σαββατιάτικα; Ή ήρθαν “να περάσουν καλά;”. Γιατί για να “περάσεις καλά” στην Beth Hart, πρέπει να απλώσεις τραχανά τα συναισθήματά σου στην ταράτσα του μυαλού σου, όλα ένα προς ένα και κατόπιν, με το πρόσταγμά της, να τα κάνεις παρανάλωμα του πυρός. Στάχτη.

Το χτύπημα ήταν απότομο και ολιστικό:

Ο ήχος του “Kashmir” των Led Zeppelin τσάκισε τα αυτιά, τα στομάχια και το ασυνείδητό μας. Τα βήματά της από την πίσω πλευρά της σκηνής στην μπροστινή, ήταν πιο σίγουρα και πιο απόλυτα και από ήχο ερπίστριας σε τσιμεντένιο δρόμο.

Η Beth Hart άρπαξε το μικρόφωνο και από εκείνη τη στιγμή συνειδητοποιήσαμε ότι ήμασταν όμηροι. Με την τραχιά, άφαλτση φωνή της και το καλοσμιλεμένο κορμί της, ήρθε να μας δείξει πως μια -50χρονη πλέον- γυναίκα μπορεί να κάνει κουμάντο χιλιάδες ανθρώπους. Εκεί ακριβώς θα ξέφτιζαν για τις επόμενες δύο ώρες τα προσχήματα, τα στερεότυπα, οι διακρίσεις παντός είδους και η πάλη των τάξεων. 

Ήμασταν όλοι ίσοι, ισότιμα κάρβουνα στο ιδιότυπο μουσικό barbecue της.

Το menu περιλάμβανε σκοτεινές, σέξι, διαβολικές εκδοχές από Etta James (“I’d Rather Go Blind”) μέχρι Melody Gardot (“Your Heart Is Black As Night”) και από Led Zeppelin (μιας και έχει κυκλοφορήσει πρόσφατα άλμπουμ-αφιέρωμα στο θρυλικό συγκρότημα) μέχρι άλλα tunes από την προσωπική της δισκογραφία, που μετράει 17 δίσκους.

Η μπάντα της αποτελείτο από τρεις μουσικούς -τον Jon Nichols στην ηλεκτρική κιθάρα, τον Tom Lilly στο μπάσο και τον Bill Ransom στα τύμπανα- και εδώ ίσως να είναι το μόνο “μελανό” στοιχείο της βραδιάς: Ηχητικά έλειψε ένας πιο γεμάτος ήχος, ακόμα ενός, έστω, μουσικού στα πλήκτρα και στο Hammond, ιδίως όταν αυτός ο μουσικός βρίσκεται παρκαρισμένος έξω από τον Βόλο (έχει παντρευτεί Ελληνίδα), ο εκπληκτικός Hammondίστας του Joe Bonamassa, Arlan Schierbaum, ένας συγκλονιστικός μουσικός εν γένει και σπουδαίος φίλος επί του πιο προσωπικού.

Στα μεσοδιαστήματα των τραγουδιών, η Beth Hart δεν ξέμενε από συναισθήματα και εξομολογήσεις: Μας μίλησε για το sexiness του επί 21 χρόνια συζύγου της, έκλαψε επί σκηνής για τη δίχρονη περίοδο του covid που την έριξε στην καταθλιπτική απομάκρυνσή της από τη μουσική, για τους εθισμούς της που ξεπέρασε, αλλά και άλλους που παλεύει ακόμα. Μας ενημέρωσε ότι αυτές τις μέρες ψηφίζεται, γενικευμένα στις ΗΠΑ, η αποποινικοποίηση της χρήσης των παραισθησιογόνων μανιταριών (κάποιες Πολιτείες έχουν ήδη προηγηθεί), ως η μη εθιστική απάντηση στη μαζική κατάθλιψη λόγω covid, μας μίλησε για το σόι της που το μισό βρίσκεται στη φυλακή, για την ελπίδα της στη νέα γενιά. Έκλεισε τη συναυλία της εξηγώντας μας πως θα μπορούσε να τραγουδάει όλη νύχτα, αλλά υπάρχουν εργαζόμενοι στην παραγωγή της συναυλίας, που όφειλε να σεβαστεί. Τα είπε όλα και τα είπε όπως ακριβώς έπρεπε.

Ναι. Η συναυλία της Beth Hart είχε όλα όσα το Rock ’n’ Roll “του Κάτω Κόσμου" έχει να προσφέρει. Πύρινα καζάνια γεμάτα εμμονές, λαγνεία, φόβους, πάθη, έρωτες, αγάπες. Όλα όσα η σημερινή εποχή επιχειρεί να “ξεχάσει”, να βάλει στην άκρη, να υποβιβάσει ή να αποκρύψει.

Όσο υπάρχει Beth Hart, όλη αυτή η “προσπάθεια” θα τα βρίσκει σκούρα.

Όπως τα βρίσκουμε εμείς κάθε, μα κάθε φορά που την επιλέγουμε.


Φωτογραφίες για το 2020mag.gr:
Μαρία Γαλάτη

Επικοινωνία: zuma communications

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ