Σύντομο οδοιπορικό στην Ουγκάντα - μέρος δεύτερον

Γιατί αυτός ο κόσμος «ο μικρός, ο μέγας» είναι συναρμολογημένος από πολλά και διαφορετικά κομμάτια που όλα αξίζουν την προσοχή μας. Κείμενα/εικόνες: Ρεγγίνα Ζερβού 

Σύντομο οδοιπορικό στην Ουγκάντα - μέρος δεύτερον
ΠΡΟΒΟΛΗ

Η ΧΛΩΡΙΔΑ ΚΑΙ Η ΠΑΝΙΔΑ

«Μαργαριτάρι της Αφρικής» είχε αποκαλέσει την Ουγκάντα ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, μια φράση που έχουν οικειοποιηθεί οι κάτοικοι της χώρας και την επαναλαμβάνουν με κάθε ευκαιρία. Η Ουγκάντα είναι μια πανέμορφη χώρα, γεμάτη λίμνες και ποτάμια, το μεγαλύτερο των οποίων είναι ο Λευκός Νείλος. Πηγάζει από τη λίμνη Βικτώρια, διασχίζει την πόλη Τζίντζα, που παλιά είχε μια ακμάζουσα ινδική μειονότητα, και κάπου κάνει μια στροφή στους καταρράκτες Μάρτσισον, ένα φαντασμαγορικό σκηνικό όπου η κοίτη του ποταμού στενεύει υπερβολικά δημιουργώντας το πιο ισχυρό ρεύμα νερού στον κόσμο.

Τα τροπικά δάση βροχής και οι σαβάνες φιλοξενούν όλη την άγρια πανίδα της χώρας. Ιπποπόταμοι, λεοπαρδάλεις, βούβαλοι, ελέφαντες, λιοντάρια, αντιλόπες, καμηλοπαρδάλεις, όλα «εκτίθενται» στα εθνικά πάρκα της χώρας και περιμένουν τους επισκέπτες να τα δουν, να τα θαυμάσουν και να τα φωτογραφήσουν. Το διαμάντι της χώρας είναι οι ορεινοί γορίλες στο όρος Μπουίντι στα νοτιοδυτικά της χώρας, σύνορα με Ρουάντα και Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, που φιλοξενεί τον μισό εναπομείναντα πληθυσμό του πιο κοντινού συγγενή του ανθρώπου, ο οποίος δεν μπορεί να ζήσει σε αιχμαλωσία. Αντί αντιτίμου 700 ευρώ -το κόστος της ημερήσιας άδειας- μπορεί κανείς να περιπλανηθεί στο δάσος και να συναντήσει, μετά από δύο ή και παραπάνω ώρες, μια από τις πολυμελείς οικογένειες που ζουν εκεί και να μείνει κοντά τους για περίπου μία ώρα, να τους δει να ξύνονται, να παίζουν με τα μωρά τους, και να προσπαθήσει να μην πανικοβληθεί αν τους δίνει να στρέφονται καταπάνω του/της.

Η ΦΥΣΗ ΩΣ ΘΕΑΜΑ

Τα εθνικά πάρκα είναι μία από τις κύριες πηγές εισοδήματος της χώρας. Στην μετά κόβιντ περίοδο αποκαταστάθηκαν οι τουριστικές ροές και Άγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι, Ισπανοί, Γερμανοί και Αμερικανοί και άλλες ορδές λευκών αλλά και έγχρωμων καταναλωτών εικόνας συρρέουν για να απαθανατίσουν την άγρια ζωή της άγριας ηπείρου. Κάμερες με τηλεφακούς πολλών εκατοστών βγαίνουν από τα τσαντάκια και όλοι ετοιμάζονται να αιχμαλωτίσουν το αγριεμένο βλέμμα της λέαινας ή το ντροπαλό του ιπποπόταμου. Λες και δεν υπάρχουν χιλιάδες φωτογραφίες ήδη. Σύμφωνα με τον τρόπο σκέψης που έχει επιμελώς δομηθεί μεταπολεμικά στον Παγκόσμιο Βορρά, αν δεν έχεις βγάλει κάτι φωτογραφία τότε δεν υπάρχει. Απλά δεν ήσουν εκεί. Η φωτογραφική κάμερα έχει αντικαταστήσει τον αμφιβληστροειδή. Η παρατήρηση, ο ακρογωνιαίος λίθος της επιστήμης, παραχώρησε τη θέση της στην αναπαράσταση.

Με τόσους τουρίστες διψασμένους για άγριες εμπειρίες, τα εθνικά πάρκα έχουν αναπτύξει τη δική τους ρουτίνα. Στο μεγαλύτερο πάρκο της χώρας, το Murchison Falls, οι κανόνες τηρούνται αυστηρά, ή τουλάχιστον έτσι μας είπαν. Το τζιπ δεν πρέπει να φεύγει έξω από τα όρια του χαραγμένου χωματόδρομου, οι επιβάτες δεν κατεβαίνουν από το όχημα επουδενί, τα τουριστικά βαν παρατάσσονται στη σειρά για να δουν τα λιοντάρια να ζευγαρώνουν.

Αιλουροειδή. Ο απόλυτος κυρίαρχος της σαβάνας. Η μεγάλη επιτυχία κάθε σαφάρι. Γιατί τις πανέμορφες αντιλόπες τις βλέπεις ανά εκατοντάδες να βόσκουν αμέριμνες στα λιβάδια, οι ιπποπόταμοι είναι όλη μέρα μέσα στο νερό και τη λάσπη και δεν πολυκουνιούνται, οι ελέφαντες κινούνται αργά και ομαδόν, οι βούβαλοι σε αγριοκοιτάζουν αλλά τζάμπα μαγκιά, οι αίλουροι όμως; Οι αίλουροι είναι όμορφοι και απόμακροι. Μαγνητίζουν με το βλέμμα, καθηλώνουν με την παρουσία.

Στο Murchison Falls ένα κομβόι εισέβαλε στην περιοχή ζευγαρώματος των λιονταριών (όλη η ζωή τους η έρμη είναι χαρτογραφημένη) και πιάσαμε ένα ζεύγος την ώρα που επιδιδόταν σε ερωτικές περιπτύξεις. Απηυδισμένο το αρσενικό έκανε παραπέρα και ξάπλωσε δείχνοντας μας την κοιλιά του, ενώ ένα άλλο αρσενικό περίμενε πιο πέρα με απειλητικές διαθέσεις. Στο τέλος έφυγαν όλα μαζί για να συνεχίσουν το τρίο (ή να καβγαδίσουν τα δυο αρσενικά για το σώμα της θηλυκιάς) κι εμείς απομακρυνθήκαμε γιατί η Αμερικάνα με την οποία ταξίδευα είπε πως βαρέθηκε και τα λιοντάρια είχαν απομακρυνθεί και δεν μπορούσε πια να τα βγάλει φωτογραφία.

Στο τρίτο μεγαλύτερο εθνικό πάρκο της χώρας, το Queen Elizabeth, τα πράγματα ήταν ελαφρώς διαφορετικά. Πιο χίπικα. Σ’αυτό συνέβαλε σημαντικά το ότι δεν το επισκέφθηκα με ένα συμβατό τουριστικό γραφείο αλλά με τον υπεύθυνο της δομής στην οποία είχα φιλοξενηθεί (λεπτομέρειες σε επόμενο άρθρο). Με μια άλλη muzungu, λευκή δηλαδή, στην ηλικία της κόρης μου στρογγυλοκαθίσαμε πάνω σε ένα στρωματάκι στο μπροστινό μέρος του τζιπ, μπροστά από το προστατευτικό pop up άνοιγμα, και ήμασταν εμείς και η σαβάνα.

Και ήταν πολύ ωραία και πολύ φανταστικά και πολύ ζωντανά. Είδαμε ελέφαντες, βουβάλια, ιπποπόταμους και αντιλόπες, βρεθήκαμε τρία μέτρα κάτω από το κλαδί που ήταν αραχτή μια λεοπάρδαλη και χασμουριόταν και μας κοίταγε απορημένη και ήμασταν οι βασίλισσες της σαβάνας. Μέχρι που ο οδηγός μας, που είναι μεγάλο γατόνι, εντόπισε ένα λιοντάρι σε μια ακακία στο βάθος.

Λιοντάρια πάνω σε δέντρα συναντάει κανείς μόνο στο νότιο μέρος του συγκεκριμένου πάρκου. Και είναι ένα πολύ σπάνιο θέαμα. Άρα θα πρέπει να θεωρήσω εαυτόν τυχερή, ειδικά αν θυμηθώ τα λυπημένα πρόσωπα των τουριστών με τους οποίους είχαμε διασταυρωθεί («εμείς δεν έχουμε δει ακόμα λιοντάρια»). Τη στιγμή όμως που βρέθηκα σε απόσταση δυο μέτρων σε γωνία πενήντα μοιρών κάτω από μια λέαινα που είχε δίπλα το μικρό της και με κοίταγε με ύφος «τώρα τι στο διάλα γυρεύεις εσύ εδώ πέρα», ομολογώ πως οι λιγοστές μου δυνάμεις με εγκατέλειψαν. Χωρίς το προστατευτικό πλέγμα του ζωολογικού κήπου, απέναντι σε ένα από τα πιο επικίνδυνα σαρκοβόρα του πλανήτη, ένιωσα πολύ μικρή, ασήμαντη και ευάλωτη. Έτσι όπως θα πρέπει να νιώθει ο άνθρωπος όταν στέκεται απέναντι στις δυνάμεις της φύσης.

Το τι ακολούθησε ήταν ένα κωμικό γκαγκ. Τιναχτήκαμε ταυτόχρονα σαν ελατήρια και κρυφτήκαμε κάτω από το προστατευτικό άνοιγμα και όπου φύγει φύγει. Φυσικά ούτε λόγος για αναμνηστικές φωτογραφίες και τα λοιπά σαχλά.

Η ΦΥΣΗ ΩΣ ΣΥΝΘΗΚΗ

Δύο πράγματα θα θυμάμαι για πολύ καιρό από τις περιπλανήσεις στα αφρικανικά midlands. Το πρώτο είναι μια σκηνή σε μια μικρή παραποτάμια παραλία, όπου ένα κοπάδι βούβαλων μάχεται με μια ομάδα ελεφάντων για την επικράτηση ενός εκ των δυο στην περιοχή, που σήμαινε εύκολη πρόσβαση στο νερό. Η έκβαση της μάχης ήταν αμφίβολη, με τους βούβαλους να αντεπιτίθενται ομαδόν αλλά τους ελέφαντες να επικρατούν κατά κράτος. Μια ομάδα ιπποπόταμων παρακολουθούσε τη σύγκρουση νωχελικά μέσα από το ποτάμι. Στο κέντρο της λουόμενης παρέας ένας αλμπίνος ιπποπόταμος, τον οποίο προστάτευαν. Η αποδοχή της διαφορετικότητας από το ζωικό βασίλειο.

Το δεύτερο ήταν ένα γηροκομείο βουβάλων. Σε μια γωνιά του ποταμού μαζεύονταν τα γέρικα βουβάλια για να περιμένουν μαζί πότε θα τα πάρει ο Χάρος. Θλιμένα, παρατημένα και παραιτημένα ζωντανά κουφάρια μιας ομάδας θηλαστικών που δεν προνοεί για τους γέροντες. Όχι όπως οι δικές μας (αστείο!)

Η κατακλείδα είναι πως, όχι απλά δεν πρόκειται να ξαναπατήσω το πόδι μου σε ζωολογικό κήπο, αλλά και θα συστρατευτώ με όσους πολεμάνε για την κατάργηση τους. Υπάρχουν άπειρα βιβλία και ντοκιμαντέρ για να γνωρίσουμε από κοντά την άγρια ζωή. Δεν χρειάζεται να βασανίζουμε ζώα κλείνοντας τα σε κλουβιά για να τα βλέπουμε ρημαγμένα και ανήμπορα και να εδραιώνουμε την πεποίθηση μας πως είμαστε το κυρίαρχο είδος. Μετά από την υπέροχη εμπειρία της σαβάνας, σας λέω πως δεν είμαστε.

Είμαστε ένα κομμάτι μικρό του υπέροχου τούτου κόσμου, κι ας το καταλάβουμε όσο είναι ακόμα καιρός.

Συνεχίζεται...


Διαβάστε ακόμα: Σύντομο οδοιπορικό στην Ουγκάντα - μέρος πρώτον

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ