Το παλιό καλό «ελληνικό DNA» πάει στον παράδεισο

Με αφορμή τους Ολυμπιακούς Αγώνες στο Τόκιο, η (μεγάλη) συντηρητική μερίδα της κοινωνίας της Ελλάδας έχει βρεθεί μπροστά σε μια τεράστια έκπληξη: Οι νέοι αθλητές της χώρας, έχουν άλλο ήθος. Διαφορετικό από το υποκριτικό των παρελθόντων ετών.

Το παλιό καλό «ελληνικό DNA» πάει στον παράδεισο
ΠΡΟΒΟΛΗ

20άρηδες, 25άρηδες και 30άρηδες, συνθλίβουν ο ένας μετά τον άλλον με τις δηλώσεις τους το σάπιο "συννεφάκι" των κυρ Παντελήδων αλλά και των πολιτικών τους εκπροσώπων, την ώρα που οι τελευταίοι σπεύδουν να δηλώσουν «υπερήφανοι» για τα επιτεύγματα άλλων.

Οι δηλώσεις του Χρυσού Ολυμπιονίκη, Μίλτου Τεντόγλου περί «κωλοφαρδίας», δεν ήταν κάτι το απλό, κάτι το αυτοσαρκαστικό ή το χαριτωμένο.
Είναι ο απόλυτος λεκτικός "αποκεφαλισμός" του τέρατος της εθνικιστικής μαρμίτας περί «ελληνικής ψυχής» (που προφανώς είναι ανώτερη από όλες τις άλλες ψυχές των άλλων λαών) και που συχνά πυκνά συνοδεύει ακόμα και σήμερα τις επιδόσεις των Ελλήνων αθλητών.

Είναι το ξεντέριασμα του ψωνίστικου κτήνους, που όλοι οι boomer (οι άνω των 55 ετών δηλαδή) έχουν καλά ριζωμένο μέσα τους.

Πόσοι απ´ αυτούς τους boomer παραδέχτηκαν ποτέ ανοιχτά ότι «η κορυφαία στιγμή του ποδοσφαίρου στο Euro το 2004», ήταν μια χωρίς προηγούμενο αλληλουχία κωλοφαρδιών και "καταστροφικού" ποδοσφαίρου που δεν άφησε καμία απολύτως κληρονομιά στο ελληνικό ποδόσφαιρο;

Ο Τεντόγλου ανήκει στη γενιά που αυτό το εθνικιστικό, αυτοαποθεωτικό, ναρκισσιστικό και αλαζονικό τέρας του «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» (η νίκη επί του προκειμένου), "αποκεφαλίζεται" σε ένα "λουτρό αίματος", μπροστά στις κάμερες, σε εθνικό δίκτυο.

Ο Μίλτος Τεντόγλου ξέρει πολύ καλά πώς έφτασε ως εκεί: Με σκληρή δουλειά, αυταπάρνηση, με μηδενική βοήθεια από το κράτος και την πολιτεία.

Μόνος του, με τον προπονητή του. Στο πουθενά. Κάνοντας τη δική του επανάσταση, στον δικό του «Αθλητισμό του Βουνού».
Και επειδή είναι μεγάλη ελευθερία το μηδέν και η ελευθερία αυτή σε γαλουχεί, σε τσιμεντώνει, σε σμιλεύει, ξέρει και να αναγνωρίζει την αξία των αντιπάλων.

«Δεν έπρεπε να κερδίσω εγώ σήμερα» δήλωσε μπροστά στους εμβρόντητους boomer και κυρ Παντελήδες. «Έπρεπε να κερδίσει ο Ετσεβαρία, ήταν καλύτερος. Εγώ δεν ήμουν καλά, ό,τι να ‘ναι έκανα. Μέχρι και τούμπα έφαγα. Πήγα στο τελευταίο άλμα και τους το έκλεψα. Δεν ένιωσα πως έδωσα τη μάχη που έπρεπε να δώσω».

Έτσι εκφράζεσαι όταν δεν παραμυθιάζεσαι, όταν δεν κάνεις τον σπουδαίο, τον άτρωτο, τον σούπερ ήρωα.
Αυτό ακριβώς συμβαίνει όταν είσαι πραγματικός αθλητής, που μάχεσαι με ήθος και επίπεδο.
Αναγνωρίζεις, πασχίζεις, μάχεσαι, ξέρεις να είσαι σπουδαίος στις παραδοχές, ακόμα και όταν σου χαμογελά η τύχη.

Δεν παριστάνεις αυτόν που «ορίζει την τύχη», όπως έκανε η αθλήτρια και ΠΑΣΟΚογενής πολιτεύτρια Βούλα Πατουλίδου.

Αφού έγινε Χρυσή Ολυμπιονίκης με τεράστια "κωλοφαρδία" όπως ακριβώς την εννοεί ο Μίλτος Τεντόγλου (αν δεν είχε σκοντάψει και πέσει η Αμερικανίδα αθλήτρια λίγα μέτρα πριν το φίνις δεν θα είχε γίνει ποτέ και ούτε έφτασε ποτέ ξανά κοντά σε παρόμοια κορυφαία διάκριση).

Πόσο τίμια και πραγματικά σπουδαία θα ήταν αν έβγαινε και έλεγε «ήμουν κωλόφαρδη». Αλλά όχι.
Για εκείνη την εποχή, την εποχή που το τέρας του "ξεβλαχιασμένου νεοέλληνα" μπούκωνε με δεκαχίλιαρα και κωστοπουλοεθνικιστική σαπίλα, το να πει κάποιος τη γυμνή αλήθεια, φάνταζε όνειρο θερινής νυκτός.

Αντιθέτως, με το «για την Ελλάδα ρε γαμώτο» που είπε τότε, εξυπηρέτησε θαυμάσια τους εθνικιστικούς παροξυσμούς του μέσου Έλληνα, ο οποίος ευχαρίστως «ξέχασε» μια για πάντα ότι η αμερικανίδα Γκέιλ Ντέβερς, ήταν 5 μέτρα πιο μπροστά από την Πατουλίδου στην κούρσα, αλλά σκόνταψε στο τελευταίο εμπόδιο.
Βοήθησε και εκείνη με τον τρόπο της στο χτίσιμο του ναρκισσιστικού τέρατος που "αποκεφάλισε" πρόσφατα ο μεγάλος αθλητής Μίλτος Τεντόγλου.
Αργότερα, το 2014, θα δούμε τη «χρυσή ολυμπιονίκη» να κοσμεί πάνελ δίπλα δίπλα με τον σημερινό κατάδικο Ηλία Κασιδιάρη και να αναρωτιέται on camera «Παρ´ ό,τι πολλοί το επιθυμούν, τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής δεν πέφτουν. Γιατί άραγε;» εννοώντας ευθέως «επειδή λέει την αλήθεια», φτύνοντας παράλληλα το κόμμα της το ΠΑΣΟΚ, απορώντας δημοσίως «γιατί δεν είναι φυλακή ο Γιώργος Παπανδρέου;».

Αυτή ήταν η γενιά των υποκριτικών τεράτων τότε, αλλά αυτή τώρα είναι η νέα γενιά των αθλητών μας.

Ακομπλεξάριστη, δίκαια, ηθική, σοβαρή.

Γι αυτή τη γενιά αξίζει να παλέψουμε να υπάρχει, να διεκδικίσουμε να αθλείται, να ακούσουμε και να αναγνωρίζουμε σε βάθος αυτά που εκφράζει όπως τα εκφράζει.

Όχι να χασκογελάμε "πλακατζίδικα" όπως έκαναν οι δημοσιογράφοι της ΕΡΤ έχοντας σε απευθείας σύνδεση τον μεγάλο Ολυμπιονίκη, τη στιγμή που δήλωνε όσα δήλωνε, γιατί αισθάνθηκαν αμήχανα μπροστά σε κάτι που έχουν καιρό να ακούσουν.

Την αλήθεια.

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ