Γράμμα στην Αθήνα που μου λείπει

«Πες μου πως θα επιστρέψεις, πως δεν μας θύμωσες πολύ»

Γράμμα στην Αθήνα που μου λείπει
ΠΡΟΒΟΛΗ

Αγαπημένη μου Αθήνα,

Στέλνω αυτό το γράμμα για να σου πω ότι μου λείπεις. Σου έχω γράψει και άλλες φορές, πριν χειμωνιάσει τόσο, όμως δεν κατάφερα να σου στείλω, τελικά. Καμιά φορά νιώθω πως δεν θα επιστρέψεις, ότι δεν θα ακουστούν ποτέ ξανά μεθυσμένα γέλια στα στενά σου.
Σκέφτομαι ότι θα σου κάνουν μασάζ άκαυλες ρόδες που πάνε για δουλειά, χωρίς να ευχαριστιέσαι στιγμή τον ήλιο που ανατέλλει και δύει πάνω σου.

Οι άνθρωποι φοράνε μάσκες στους δρόμους. Όσοι φοράνε και κουκούλα ή σκούφο, μοιάζουν με σκιές που στοιχειώνουν την πόλη καταμεσήμερο. Καμιά φορά ανησυχώ, αναρωτιέμαι «Και αν ουρλιάζει κάποιος απ’ αυτούς για βοήθεια και δεν τον βλέπουμε;».
Όταν κάποιος με προσπερνά σκουντώντας ένα κομμάτι της πλάτης μου, τρομάζω. Θυμάσαι τότε, που στριμωχνόμασταν στα μπαρ σου, υψώνοντας δυνατά ποτά στον αέρα για να περάσουμε ανάμεσα από αυτόν που μας άρεσε και από εκείνον που μας γούσταρε, αλλά δεν τον βλέπαμε;

Αθήνα μου. Θυμάσαι τότε που σκορπίζαμε ατρόμητα φιλιά; Ένας τοίχος γράφει με μπλέ μαρκαδόρο πως τα γλωσσόφιλα θέλουν καρδιά και κάποιος χάραξε δίπλα με κλειδί «Ιφιγένεια». Που να είναι τώρα αυτό το κορίτσι; Να πιάνει με χαρτομάντιλο τη λαβή κάποιου ασφυκτικά γεμάτου λεωφορείου ή να μπαίνει σε καβγάδες στο σουπερ μάρκετ, με όσους δεν στέκονται πάνω στα κίτρινα σημάδια, που έχουν καταγδάρει τα ροδάκια απ’ τα καρότσια, πριν το ταμείο; Μήπως προσπαθεί να βγάλει το ημιμόνιμο απ’ τα νύχια της μιας και δεν πρόλαβε να πάει για μανικιούρ πριν κλείσουν τα κέντρα αισθτικής, βρίζοντας τα φιλτράκια της που τελείωσαν πριν τις έξι, αφού η πόλη κλείδωσε και το τελευταίο της περίπτερο;

Μου λείπεις. Μία βιτρίνα στα Εξάρχεια έχει σκεπάσει τα χειροποίητα κοσμήματα της με νάιλον σακούλες. Το πιστεύεις; Είχα δει ένα δαχτυλίδι με μπορντό πετράδι, σκεφτόμουν πως θα το αγοράσω, όταν ανοίξει πάλι. Τώρα δεν θέλω. Γιατί να θέλω;

Μικρά νευρικά τακουνάκια ακούγονται κάθε απόγευμα να επιστρέφουν. Κάποιος πέφτει από ένα σκέητ, μια vespa κορνάρει και τρομάζει την κοπέλα που περπατά αφηρημένη. Πολύ κουτό να σε πατήσει ένα σκούτερ αυτήν την εποχή, σχεδόν αναμενόμενο.
Προχθές, είδα τα μισά κλωνάρια μιας αμυγδαλιάς να ανθίζουν. Στην αρχή, σκέφτηκα πως μπερδεύτηκαν τα καημένα και μετά θύμωσα, έγινα βαπόρι κολλημένο στα τσιμέντα. Τόσο περιττοί είμαστε λοιπόν; Η ζωή συνεχίζει να ανθίζει και χωρίς εμάς;

Αθήνα μου, μου λείπεις! Η κόκκινη τρόμπα στο στήθος μου κολυμπάει σε μια θάλασσα αντισηπτικό δίπλα σε απολυμαντικά για όλες τις επιφάνειες και ξεθωριασμένες μάσκες που μετράνε τον χρόνο με καυτές πλύσεις. Δεν θυμάμαι πότε ξύπνησα τελευταία φορά πασαλειμμένη κραγιόν από το προηγούμενο βράδυ, προσπαθώντας να πλυθώ κουτουλώντας, σβήνοντας τα σφηνάκια με κενά μνήμης. Τώρα, ρίχνω χλωρίνη στη λεκάνη, και στον νιπτήρα, και στην μπανιέρα, και τελικά την πίνω με άρωμα λεμόνι.

Πες μου ότι θα επιστρέψεις. Πες πως δεν μας θύμωσες πολύ.
Ο Θανάσης, έβγαλε καινούργιο κομμάτι και εγώ έχω έναν κόμπο στον λαιμό. Λες να ξέχασα να τραγουδάω;
Πες μου πως θα επιστρέψεις, ότι θα φοράς ένα πολύχρωμο φόρεμα με σανδάλια και θα βάζεις καταλάθος τα μαλλιά σου σε ένα τρίτο ποτήρι μπύρας, ενώ γελάς κάτω από ένα καπνογόνο, δίπλα σε μια σκηνή.

Πες μου πως θα επιστρέψεις. Αθήνα μου. Ζωγραφιά μου.

Τα κείμενα που δημοσιεύονται στην κατηγορία «Απόψεις» εκφράζουν αποκλειστικά τον/την συντάκτη/τριά τους και οι όποιες τοποθετήσεις και θέσεις τους δεν συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη του 20/20 Magazine.
Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ