Ένα υπουργείο για τη Ζαμάνη

Ζωντανή κραυγή αγάπης κι ομορφιάς εξέπεμψε από το λιμάνι των Καταπόλων της Αμοργού η Ματούλα Ζαμάνη, το βράδυ της περασμένης Κυριακής, 11 Απριλίου, μέσα από μια τρίωρη συναυλία που μετέδωσε το Viva.gr, με το 2020mag.gr να είναι χορηγός επικοινωνίας.

Ένα υπουργείο για τη Ζαμάνη
ΠΡΟΒΟΛΗ

Ήδη από το ξεκίνημα του live screaming, την ώρα του ηλιοβασιλέματος, ο τρόπος που έτρεξε μπρος στο μικρόφωνο με έκανε να καταλάβω πως δεν θα σταθεί στα τυπικά, αλλά πως θα μας μιλήσει για συναισθήματα πιο δραματικά και ουσιαστικά. Και πράγματι, την ενέργεια της συγκεκριμένης ερμηνεύτριας δεν μπορείς τελικά να την στριμώξεις μέσα σε ένα κείμενο 700 λέξεων γεμάτο σκέψεις, παρά να την χωρέσεις στα απλά πράγματα, όπως στο αβίαστα παρεΐστικο κλίμα, ή στο κάψιμο που έφερνε στο λαιμό η αμοργιανή ψημένη ρακή που συνόδευσε σφηνάκι το σφηνάκι την προβολή αυτή.

Για όσους δεν γνωρίζουν καλά ποια είναι η Ματούλα Ζαμάνη, η συναυλία ίσως να τους έδινε την ιδέα του πρόχειρου, του χύμα, αφού κατά τη διάρκεια αυτής πολλές ήταν οι φορές που η ίδια παρασυρόταν από τις σκέψεις της, από τις ειδοποιήσεις του κινητού της, από τον καπνό του τσιγάρου της, ή από την αμηχανία της, που την έκανε να μπερδεύει εσκεμμένα τη σειρά των τραγουδιών, αιφνιδιάζοντας έτσι τους μουσικούς της. Η αλήθεια είναι πως δεν μπορεί να πει κανείς πολλά για τα τεχνικά μέρη των ζωντανών εμφανίσεών της – άπαξ και το επιχειρήσει, βέβαια, ίσως πέσει στην παγίδα και την υποτιμήσει πολύ περισσότερο απ’ όσο θα έπρεπε. Ο σκοπός είναι να μην προσεγγίζει κανείς τη Ζαμάνη με όρους καταναλωτικής μουσικής, μιας και η ίδια έχει πει ένα μεγάλο όχι στους νόμους της – μόνο έτσι θα την καταλάβει.

Τραγούδια-λουλούδια, που τα πότισε με τα δικά της υλικά την ώρα που τα «απέδιδε». Όλο το πρόγραμμα περιλάμβανε μουσικές που χτυπούσαν μια ευαίσθητη χορδή πρώτα στην ίδια και δευτερευόντως στους υπολοίπους. Από τα κομμάτια της προσωπικής της δισκογραφίας, όπως τα «Πριν», «Αγάπη», «Μπανιστηρτζού», «Η Μπαλάντα του Καραντίν ντε Πασκουάλε», σε αυτά του μέντορά της, Θανάση Παπακωνσταντίνου, στο “Hang Οn Τo Υour Love” της Sade και στα ηπειρώτικα δημοτικά. Συζεύξεις ασυγκράτητες, σχεδόν σουρεαλιστικές θα έλεγα, μέσα από το πάντρεμα των ήχων του κλαρίνου, του λαούτου, του βιολιού που οδηγούν σε μια θανατερή μυθολογία, μια συναυλιακή βεντέτα της οποίας θα είσαι θύμα – θέλεις δεν θέλεις.

Κι επειδή πριν το μέλος υπάρχει πάντα ο λόγος, φρόντισε πολλά από τα τραγούδια να συστήνονται με ποίηση, όπως ήταν, για παράδειγμα, το άκουσμα του «Είναι η αγάπη» της Λένας Κιτσοπούλου από την αξέχαστη παράσταση «Γκόλφω» του Νίκου Καραθάνου, ή αποσπάσματα από τo «Κραυγές-Σπαράγματα-Όρνια» της Joyce Mansour. Η λατρεία της για το περιβάλλον ήταν εμφανής για άλλη μια φορά: «Η επανάσταση για εμένα είναι η τρυφερότητα και η αγάπη για τη φύση», αναφέρει κάποια στιγμή. Κι εκεί κατάλαβα. Κατάλαβα γιατί αυτή η εμμονή με τα λουλούδια, την Αμοργό, τη Φολέγανδρο, την μουσική του Θανάση, σύγχρονου υμνητή της φύσης γαρ, το δημοτικό και ρεμπέτικο τραγούδι, που είναι από τους ακριβέστερους κοινωνιολογικούς μάρτυρες για το τι συνέβη στον τόπο μας.

Η Ζαμάνη μοιάζει να έχει αναλάβει το δύσκολο έργο να μας υπενθυμίσει πως πρέπει να νιώθουμε επαρκείς με αυτό που μας έχει δοθεί. Δύσκολο πείραμα η αλήθεια είναι, σαν να προσπαθείς να υποδείξεις τα χρώματα σε έναν τυφλό, εύχομαι παρ’ όλα αυτά να της πετύχει. Μπορεί να μην κουβαλάει στην πλάτη της μια κατάφωτη μαρκίζα ή μια διαδρομή γεμάτη αίγλη, έχει καταφέρει ωστόσο να δημιουργήσει την προσωπική της φασαρία μέσα από μια ιδιότυπη προσωπικότητα, σοκαριστικά αυθόρμητη, κουλ κι έξω από γκετοποιημένες ατμόσφαιρες. Κι ίσως να έχουμε μεγαλύτερη ανάγκη από τέτοιους απλούς καλλιτέχνες, που δεν έχουν έναν μεγάλο εαυτό να τους καπελώνει το έργο.

Ο καλλιτέχνης οφείλει στην προσωπική του ζωή να στέκεται στο ύψος της εποχής που τον ανέδειξε, σαν φάρος υπενθύμισης πως όσοι μείναμε εδώ, οφείλουμε να αγωνιστούμε για το καλύτερο. Θεωρώ πως αυτό το πετυχαίνει η Ζαμάνη μέσα από τα τραγούδια και τη φωνή της. Μια φωνή που μπορεί να μη διακρίνεται από την πιο εκλεκτή ποιότητα, μια φωνή ανεκπαίδευτη σχεδόν, που όμως επέλεξε μια σαφώς πιο εκτονωτική επαναστατικότητα από την αφωνία, γι’ αυτό και δεν πρέπει να βουβαθεί. Κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της συναυλίας είπε μια ατάκα, πως «θα έπρεπε να υπάρχει ένα υπουργείο χαζέματος».

Ίδρυσέ το, λοιπόν, το υπουργείο, Μάτα, κάνε το να μυρίζει θάλασσα κι εμείς σου αφήνουμε μόνο τη φωνή για να μας λες τραγούδια.

Ακολουθήστε το 20/20 Magazine στο Google News, στο Facebook, το Twitter και το Instagram.
ΠΡΟΒΟΛΗ